Η επιστολή ενισχύει την σημασία που έχουν οι προχθεσινές ανακοινώσεις του ΔΝΤ για την αδυναμία επίτευξης επαρκών πλεονασμάτων από το 2018 και μετά. Και τούτο δεδομένου ότι το Ταμείο αποφασίστηκε ότι θα έχει καίριο ρόλο στην υπεραξιολόγηση του 2018 που θα κρίνει το «πακέτο» του 2019.
Η επιστολή
Η επιστολή Ντάισελμπλουμ προς τους ομολόγους του με ημερομηνία 18 Απριλίου για τον καθιερωμένο απολογισμό του Eurogroup, καταγράφει τις αποφάσεις της συνόδου της 7ης Απριλίου. Τοποθετεί την Ελλάδα ως 4ο θέμα και μεταξύ άλλων αναφέρει ότι «οι ελληνικές αρχές συμφώνησαν να νομοθετήσουν μια δέσμη δημοσιονομικών διαρθρωτικών μέτρων ύψους 2% του ΑΕΠ: μία μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος που θα ανέλθει στο 1% του ΑΕΠ θα εφαρμοσθεί το 2019, ενώ η μεταρρύθμιση του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων η οποία θα ανέρχεται στο 1% του ΑΕΠ θα εφαρμοστεί επί της αρχής (in principle) το 2020, εκτός εάν είναι αναγκαία μια εμπροσθοβαρής εφαρμογή προκειμένου να επιτευχθεί ο συμφωνημένος δημοσιονομικός στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% το 2019».
Στην επιστολή επισημαίνεται ακόμη ότι «συμφωνήσαμε επίσης ότι οι ελληνικές αρχές μπορούν να νομοθετήσουν ένα δυνητικό (contingent) επεκτατικό πακέτο που θα εφαρμοστεί με αρχή από το 2019, υπό τον όρο ότι θα επιτευχθούν οι συμφωνηθέντες μεσοπρόθεσμοι στόχοι».
Ουσιαστικά στην επιστολή γίνεται σαφές ότι αν το 2019 δεν επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν αμφισβητείται μόνο η εφαρμογή ισόποσων αντίμετρων, αλλά και ο χρόνος ενεργοποίησης του πακέτου του 2020 που περιλαμβάνει τις περικοπές στο αφορολόγητο.