Από τον Χάρη Ανδρεόπουλο*
Tην ώρα που γραφόταν αυτές οι γραμμές συνέχιζε, δυστυχώς, να ευρίσκεται σε εξέλιξη (για 15η ημέρα!) η μεγάλη πυρκαγιά στο εθνικό πάρκο Δαδιάς- Λευκίμης- Σουφλίου έχοντας μετατρέψει σε στάχτες κι αποκαϊδια πάνω από ένα εκατομμύριο (!) στρέμματα με ανυπολόγιστη οικολογική καταστροφή δασών, άγριας πανίδας, αγροτικών εκμεταλλεύσεων και καλλιεργειών, περιουσιών και υποδομών. Συνυπολογίζοντας την καταστροφή που άφησε πίσω της η επέλαση της πύρινης λαίλαπας από τα μέσα του Ιουλίου (σε Ανατολική Αττική, Λουτράκι, Κορινθία, Ρόδο, Νέα Αγχίαλο, κ.α.) μέχρι τώρα (στον Έβρο), θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για καταστροφή με διαστάσεις εθνικής συμφοράς.
Έχοντας ασχοληθεί παλαιότερα («Θα βάλουμε μυαλό;..», «Ελευθερία», 09.08.2021, σελ. 3η, «”G20”, Θεολογία και Περιβάλλον», «Ε», 01.11.2021, σελ. 3η ), αλλά και πρόσφατα («Εμφαση στην πρόληψη για να σώσουμε τα δάση μας!», «Ε», 24.07.2023, σελ. 3η) με το θέμα της πολιτικής που πρέπει να εφαρμοσθεί για να σώσουμε το δασικό πλούτο της χώρας μας, σήμερα θα εμβαθύνουμε στο θέμα, προσεγγίζοντάς το φιλοσοφικά, θεολογικά. Ας προβληματισθούμε, λοιπόν: Η κλιματική αλλαγή/κλιματική κρίση, το πρόβλημα εν γένει που ταλανίζει τα τελευταία χρόνια τον πλανήτη προκαλώντας μεγάλες καταστροφές στο φυσικό περιβάλλον, είναι μόνο τεχνικό (προέρχεται δηλαδή από ανθρώπινες αστοχίες) ή / και πνευματικό (υπό την έννοια ότι έχουμε απωλέσει, ως έλλογα όντα, τον οφειλόμενο σεβασμό μας στη φύση, στη κτίση);
Η κρίση αυτή (την οποία τα τελευταία χρόνια βιώνουμε επώδυνα με τις τεράστιες καταστροφές που έχουν προκαλέσει στη χώρα μας οι πύρινες λαίλαπες, αλλά και οι απανωτές πλημμύρες) ήλθε -ας το παραδεχθούμε- ως συνέπεια της περιβαλλοντικής/οικολογικής κρίσης, η οποία, κατά βάσιν, είναι κρίση του ανθρώπου, αφού εκείνος παραβίασε τους (φυσικούς) κανόνες που όρισε ο Δημιουργός. Προσεγγίζοντας θεολογικά το θέμα παρατηρούμε ότι πληθώρα περικοπών στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, καθώς και την Πατερική Γραμματεία της Εκκλησίας και ευρύτερα της χριστιανικής Θεολογίας, οριοθετούν τις σχέσεις του ανθρώπου προς το φυσικό περιβάλλον. Η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και τη φύση αποτυπώνεται σαφέστατα στο βιβλίο της Γένεσης: «Καὶ ἔλαβε Κύριος ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασε, καὶ ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν» (Γεν. 2, 15).
Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος έχει κρούσει εδώ και είκοσι αιώνες τον κώδωνα του κινδύνου για την κτίση και το φυσικό περιβάλλον: «Οἴδαμεν γὰρ ὅτι πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καὶ συνωδίνει ἄχριτοῦ νῦν (Ρωμ., 8, 22). Η φύση, παρότι ο Δημιουργός την «ἐποίησε καλά λίαν» (Γεν. 1,31), «συστενάζει και συνωδίνει» κάτω από το βάρος της υπερπαραγωγής, της υπερκατανάλωσης και της ρύπανσης, των αυθαιρεσιών στα δάση και τις ρεματιές. Ο στεναγμός της κτίσης διατυπώνει τον καθολικό στεναγμό της δημιουργίας που αλλοτριώθηκε. Εκφράζει τον πόθο της ελευθερίας από τη δουλεία και τη φθορά. Στο βιβλίο των Αριθμών της Π.Δ., η ευφορία της γης είχε άμεση εξάρτηση από την παρουσία σ’ αυτήν πολλών ή λίγων δέντρων: «(...) καὶ τίς ἡ γῆ, εἰπίων ἢ παρειμένη, εἰ ἔστιν ἐν αὐτῇ δένδρα ἢ οὔ» (Αρ. 13,21). Οι δε καρποί των δένδρων θεωρούνταν αγιασμένοι: «Πᾶσα δεκάτη τῆς γῆς ἀπὸ τοῦ σπέρματος τῆς γῆς καὶ τοῦ καρποῦ τοῦ ξυλίνου τῷ Κυρίῳ ἐστίν, ἅγιον τῷ Κυρίῳ (Λευϊτικόν, 27, 30). Για τη χριστιανική παράδοση, η ικανότητα επικοινωνίας με το φυσικό περιβάλλον ήταν ανέκαθεν σημείο αγιότητας. Άνθρωπος και κόσμος δεν διαχωρίζονται στο σχέδιο δημιουργίας γι’ αυτό και αποτελεί ευθύνη του πρώτου να διατηρεί αγαθές σχέσεις με τον φυσικό κόσμο. Kι όμως ο πλανήτης που κατοικούμε κάθε χρόνο γίνεται φτωχότερος. Xάνονται δάση, εξαφανίζονται διάφορα είδη του ζωικού και φυτικού κόσμου, πράγμα που αποτελεί απειλή για το οικοσύστημα.
Η ευθύνη απέναντι στη διαφύλαξη του περιβάλλοντος, όπως προαναφέρθηκε αναφορικώς με τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και τη φύση, αποτελεί για τη xριστιανική διδασκαλία βιβλική προσταγή (Γεν. 2, 15) και δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με απαγορεύσεις και αυστηρούς κανόνες ή προμήθειες όλο και δαπανηρότερων εξοπλισμών κατάσβεσης πυρκαγιών. Όπως δε επισημάνθηκε σε ανακοίνωση του Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών για τις πρόσφατες πυρκαγιές το πρόβλημα είναι πνευματικό: απαιτεί αναδιάταξη των κοινωνικών σχέσεων (π.χ. κατανόηση της έννοιας του δημόσιου χώρου ως χώρου συνύπαρξης και όχι ιδιωτικής καταλήστευσης) και των σχέσεων ανθρώπου και φύσης, όπου ο άνθρωπος καλείται να γίνει φύλακας και όχι κυρίαρχός της. Υπό την έννοια αυτή η Θεολογία επιδιώκει να συμβάλει με το λόγο της μέσα στην Εκπαίδευση, όπως π.χ. στα Προγράμματα Σπουδών των βιβλίων των Θρησκευτικών, όλων των βαθμίδων, όπου επιχειρείται η καλλιέργεια του σεβασμού στο περιβάλλον. Μιας και σε λίγες μέρες ανοίγουν τα σχολεία αξίζει ν΄ αναφερθούμε σε μια πολύ ωραία αναφορά που υπάρχει στο βιβλίο Θρησκευτικών της Γ΄ Λυκείου, στο (υπο-) κεφάλαιο / μάθημα «Οικο-θεολογία» (σελ. 19- 22). Πρόκειται για ένα απόσπασμα (με τίτλο «Να αγαπάτε τα δένδρα!») από ομιλία/διάλεξη του μακαριστού Μητροπολίτου Διοκλείας, καθηγητού στα Πανεπιστήμια της Οξφόρδης στην Αγγλία και του Γρηγοριανού της Ρώμης, κυρού Καλλίστου Ware ο οποίος το 2006 μιλώντας στη Ζωσιμαία Ακαδημία Ιωαννίνων, αναφέρθηκε στην εμπειρία αγάπης για τη φύση / το περιβάλλον που είχε βιώσει ως καλόγερος στο μοναστήρι του Αγ. Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο, έχοντας ως ηγούμενό του τον π. Αμφιλόχιο Μακρή, άγιο της Εκκλησίας μας από τον Αύγουστο του 2018 (Ολόκληρο το κείμενο, εις: Ware Κallistos, “Τhe Beginning of . The Orthodox Vision of Creation”, Edition: Shrine Neomartyr George of Ioannina, 2007):
«Στη δεκαετία του 1960, όταν ήμουν διάκονος στη Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου στην Πάτμο, ο γέροντάς μας, ο πατήρ Αμφιλόχιος, συνήθιζε να μας λέει: “Γνωρίζετε πως ο Θεός μάς έδωσε μία ακόμη εντολή, που δεν αναφέρεται στην Αγία Γραφή; Είναι η εντολή να αγαπάτε τα δέντρα”. Πίστευε πως όποιος δεν αγαπούσε τα δέντρα δεν αγαπούσε τον Χριστό. “Όταν φυτεύετε ένα δέντρο”, μας έλεγε, “φυτεύετε ελπίδα, φυτεύετε ειρήνη, φυτεύετε αγάπη και θα λάβετε τη χάρη του Θεού”. Ήταν ένας οικολόγος πολύ πριν η οικολογία έρθει στην επικαιρότητα. Ακούγοντας τις εξομολογήσεις των χωρικών, τους έβαζε ως επιτίμιο ή ποινή να φυτέψουν ένα δέντρο. Και δεν ήταν μόνο αυτό: ο ίδιος περιφερόταν στο νησί για να δει πώς πηγαίνουν τα επιτίμια των χωρικών, να δει αν πότιζαν τακτικά το δέντρο που είχαν φυτέψει και αν το φρόντιζαν να μην το φάνε οι κατσίκες. Το παράδειγμα και η επίδρασή του μεταμόρφωσαν το νησί: εκεί που πριν ογδόντα χρόνια το νησί ήταν γεμάτο ξερές και γυμνές πλαγιές, σήμερα φύονται πεύκα και ευκάλυπτοι. “Να αγαπάτε τα δέντρα”, επέμενε ο πατήρ Αμφιλόχιος. Δεν είχε δίκιο; Δεν μπορούμε να σώσουμε ό,τι δεν αγαπάμε!». Παλιό, αλλά αρκούντως διδακτικό και, ειδικά για τις μέρες μας, τραγικά επίκαιρο μάθημα για να επανέλθουμε, όσο είναι εφικτό, στην πορεία για το «καλώς λίαν» του Δημιουργού και να μην καρδιοκτυπούμε κάθε που ανεβαίνει ο υδράργυρος ή κάθε που πέφτει κάποια βροχούλα. Αμήν!
* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι καθηγητής Β/βάθμιας Eκπ/σης, κλ. ΠΕ01, (xaan@theo.auth.gr).