Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ανοιχτή γραμμή για τα νερά, το περιβάλλον, τη Γεωργία στη Θεσσαλία

Δημοσίευση: 09 Οκτ 2023 10:20

Πέντε χρόνια από τα επίσημα εγκαίνια του νέου Ταμιευτήρα (τεχνητή λίμνη) Κάρλας

* Κώστας Γκούμας – Τάσος Μπαρμπούτης

Αυτές τις ημέρες συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια από την έναρξη λειτουργίας του Ταμιευτήρα (τεχνητής λίμνης) Κάρλας και από τα εγκαίνια του σημαντικού αυτού έργου, που πραγματοποιήθηκαν με κάθε επισημότητα (παρουσία Ευρωπαίας επιτρόπου, υπουργών, τοπικών παραγόντων κ.λπ.) στις 5 Οκτωβρίου του 2018.
Να, όμως, που ο φουρτουνιασμένος Πηνειός, σε συνδυασμό με την αμέλεια (επιεικώς…) όσων μας διοικούν και φέρουν την ευθύνη για την προστασία μας από παρόμοια φαινόμενα, δεν επέτρεψε να ξαναθυμηθούμε με ευχαρίστηση την ξεχωριστή αυτήν ημέρα για τη Θεσσαλία.
Το αντίθετο, όσα βιώνουμε σήμερα στην πλημμυρισμένη λεκάνη της Κάρλας έχουν φέρει σε απόγνωση τους ανθρώπους της περιοχής και γεμίζουν οργή όλους όσοι βλέπουμε τον τόπο μας να γυρίζει πολλά χρόνια πίσω.
Τι συνέβη στην Κάρλα με τον μεσογειακό κυκλώνα «Ντάνιελ»;
Με μια φράση: Κατέρρευσε το αμυντικό σύστημα (με αναχώματα) προστασίας της ευρύτερης περιοχής Κάρλας από τις υπερχειλίσεις του Πηνειού (στο ύψος της Γυρτώνης), το οποίο είχε σχεδιαστεί πριν πολλές δεκαετίες και λειτουργούσε έως τώρα με επιτυχία.
Και αυτή η προστασία, με βάση τον σχεδιασμό, θα έπρεπε κατ’ αρχάς να είναι ένα διαχειρίσιμο ζήτημα, ανεξάρτητα από τον όγκο υδάτων που «κατέβασε» ο Πηνειός και το πόσο «ακραία» υπήρξαν τα πλημμυρικά φαινόμενα (ή «θεομηνία», όπως, για ευνόητους λόγους, κάποιοι τα ονομάζουν...).
[Στο παρόν σημείωμα δεν αναζητούνται ευθύνες, ούτε θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε πώς λειτούργησε ο διοικητικός μηχανισμός, ποιοι ήταν οι αρμόδιοι για τον έλεγχο της κατάστασης των υποδομών «άμυνας» δίπλα στο ποτάμι, για τη λειτουργία τους, για τη συντήρησή τους κ.λπ.
Εξάλλου, μέχρι τώρα δεν υπάρχουν διαθέσιμα όλα τα απαραίτητα στοιχεία. Όμως, η καταστροφή που προκλήθηκε υπήρξε τόσο μεγάλη, αφενός σε δημόσιες υποδομές, αλλά αφετέρου και σε περιουσίες πολλών ανθρώπων που η ζωή τους «βούλιαξε» μέσα στα νερά.
Ας μην ξεχνάμε, επίσης, τους τεράστιους οικονομικούς πόρους που θα διατεθούν για αποζημιώσεις και για έργα αποκατάστασης, στέλνοντας σε όλους μας τον «λογαριασμό» και σπρώχνοντας έμμεσα και τη δική μας ζωή «προς τα πίσω», άσχετα εάν δεν μας κατέκλυσαν όλους τα νερά των πλημμυρών.
Συνεπώς, στις επόμενες εβδομάδες οφείλουν ΟΛΟΙ οι εμπλεκόμενοι, με επικεφαλής τους αρμόδιους υπουργούς και τους αυτοδιοικητικούς μας παράγοντες, χωρίς επικοινωνιακά τερτίπια, να δώσουν στη δημοσιότητα το πόρισμά τους για το τι συνέβη, τι δεν πήγε καλά στο αμυντικό σύστημα της Κάρλας που τόσα χρόνια λειτουργούσε χωρίς προβλήματα και αστοχίες, καθώς και τι σκοπεύουν να βελτιώσουν, ώστε να μη ζήσουμε ξανά άλλη τέτοια συμφορά.
Και εκεί θα δούμε την ειλικρίνεια των προθέσεών τους για τη δήθεν «αξιολόγηση» σε όλα τα επίπεδα, που εύκολα την απαιτούν όταν αφορά τους «άλλους», δύσκολα, όμως, την εφαρμόζουν για τον εαυτό τους….].
Όμως, όλη αυτήν την περίοδο δεν μας κατέκλυσαν μόνο τα νερά του Πηνειού, αλλά και ένα πλήθος ιστορικών ανακριβειών, λανθασμένων στοιχείων και σε κάποιες περιπτώσεις συνειδητής παραπληροφόρησης των πολιτών γύρω από την πρώην λίμνη Κάρλα.
Και όλα αυτά ανακατεμένα με μπόλικη νοσταλγία (η λίμνη που «δεν υπάρχει», οι ψαράδες κ.ά.), με επιτηδευμένη από ορισμένους προβολή ψευτοοικολογικής ευαισθησίας και άλλα πολλά, που προκαλούν σύγχυση στον κόσμο και περνάνε λανθασμένα μηνύματα στις επόμενες γενιές σχετικά με τις επιλογές των προγόνων μας.
Και το θέμα γίνεται ακόμα πιο σοβαρό, όταν «έγκυρα» ΜΜΕ των Αθηνών κινούνται σε ανάλογο μήκος κύματος, μέσα από ρεπορτάζ που παρουσιάζουν κάποιοι απληροφόρητοι ή ημιμαθείς δημοσιογράφοι.
Ας δούμε, λοιπόν, τι συνέβη πριν από πολλές δεκαετίες στην πρώην λίμνη Κάρλα.
Ως γνωστόν, η τροφοδοσία της τότε φυσικής λίμνης πραγματοποιούνταν από τα πλημμυρικά νερά του Πηνειού που κάθε τόσο στην περίοδο των βροχών υπερχείλιζαν ανεξέλεγκτα στο ύψος της Κουλούρας και Γυρτώνης, κατηφόριζαν (μέσω του Ασμακίου) προς την Κάρλα και στη συνέχεια, μαζί με τα τοπικά νερά (Μαυροβούνι, περιοχή Αγιάς κ.λπ.), μη έχοντας διέξοδο, κατέκλυζαν μια έκταση 100 έως 200.000 στρεμμάτων, ανάλογα με τον όγκο του πλημμυρικού νερού της κάθε χρονιάς.
Με άλλα λόγια, στην τεράστια αυτή έκταση συνυπήρχαν ταυτόχρονα ένα λιμναίο σύστημα περίπου 50.000 και πλέον στρ. (στη θέση του σημερινού ταμιευτήρα) και βορειότερα ένα άλλο με έκταση περίπου 150.000 στρ., που ανάλογα με την υδρολογική χρόνια είχε περισσότερα κατακλυσμένα τμήματα και λιγότερη καλλιεργήσιμη γη ή/και το αντίστροφο, μια σχέση που «αυθαίρετα» την καθόριζε η φύση.
Αυτή η κατάσταση, όπως ο καθένας μπορεί να σκεφθεί, είχε και τα καλά της (π.χ. ύπαρξη ενός υδάτινου οικοσυστήματος, αλιεία, διατροφικά οφέλη σε δύσκολες για τον λαό περιόδους), είχε, όμως, και τα προβλήματα της (υγειονομική απειλή - ελονοσία κ.λπ., έλλειψη σταθερότητας σε καλλιεργητές που περιστασιακά καλλιεργούσαν μέρος των κατακλυζόμενων εκτάσεων, αβεβαιότητα για τις ιδιοκτησίες και για το μέλλον τους κ.ο.κ.).
Για την υπέρβαση αυτής της κατάστασης είχαν διατυπωθεί προτάσεις εξυγίανσης από έγκυρους επιστήμονες και τεχνικούς προς τις Ελληνικές κυβερνήσεις ήδη από το 1913 (!), που, όμως, για διάφορους λόγους (πόλεμοι, κατοχή, εμφύλιος, έλλειψη οικονομικών πόρων κ.λπ.) δεν βρήκαν περιθώριο εφαρμογής.
Μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σε μια φάση ανασυγκρότησης της χώρας μας, οι πρόγονοί μας και οι κυβερνήσεις που τους εκπροσωπούσαν έμελε να αντιμετωπίσουν οριστικά το μεγάλο δίλημμα:
Στη διάθεση τους υπήρχαν δύο εναλλακτικές:
Η πρώτη ήταν να στηρίξουν το μέλλον τους και τη ζωή των επόμενων γενεών στη λειτουργία ενός δύσκολα διαχειρίσιμου οικοσυστήματος όπως τους το παρέδωσε η φύση.
Η δεύτερη ήταν πρωτίστως να παρέμβουν με τεχνικά έργα (σημ.: αυτά που στην πρόσφατη πλημμύρα κατέρρευσαν) για την προστασία της υπολεκάνης της Κάρλας από τις ανεξέλεγκτες πλημμύρες του Πηνειού και στη συνέχεια να επανακαθοριστούν οι χρήσεις, ώστε να γίνεται με απόλυτη ασφάλεια η αξιοποίηση των γαιών στην περιοχή, προσδιορίζοντας για πάντα και με ακρίβεια ποιο θα είναι το λιμναίο τμήμα της Κάρλας και ποιες εκτάσεις θα διατίθενται για καλλιέργειες. Έτσι, «αφαιρούσαν» από τη φύση τη δυνατότητα να δημιουργεί τις ανεπιθύμητες κατακλύσεις (έλη) και τις αντίστοιχες αβεβαιότητες στη γεωργοκτηνοτροφική τους δραστηριότητα.
Όπως όλοι γνωρίζουν, αφού «ζύγισαν» τα υπέρ και τα κατά της κάθε λύσης, επέλεξαν τη δεύτερη εναλλακτική λύση με έργα προστασίας παραπλεύρως του ποταμού (αναχώματα στην περιοχή Λάρισας - Γυρτώνης) και την οριστική διακοπή της τροφοδοσίας της λεκάνης Κάρλας με ανεξέλεγκτες ροές από τον Πηνειό.
Και όπως ήταν φυσικό, με απόλυτη αίσθηση ευθύνης και οικολογικής ευαισθησίας, ακλούθησαν την ήδη διατυπωμένη πριν αρκετά χρόνια και απόλυτα τεκμηριωμένη πρόταση δημιουργίας μιας νέας τεχνητής λίμνης (ταμιευτήρα), αυτήν τη φορά περιγεγραμμένης, προστατευμένης από υψηλά αναχώματα, με απόλυτα προκαθορισμένη επιφάνεια και χωρητικότητα και με έλεγχο της ποιότητας των υδάτων, των ροών και των εκροών της, δηλαδή τον Ταμιευτήρα (τεχνητή λίμνη) που με καθυστέρηση τριάντα ετών κατασκευάστηκε και πλέον λειτουργεί εδώ και πέντε χρόνια.
Μετά τα έργα προστασίας δίπλα στον Πηνειό, όπως ήταν επιβεβλημένο, συντελέστηκε η εκκένωση όλων των επιβλαβών (αλατούχων) υδάτων της παλαιάς λίμνης, που λίμναζαν επί χρόνια και δεν επέτρεπαν την εξυγίανση των εδαφών. Όταν οι δύο αυτοί παράγοντες εξέλειπαν, τότε ολοκληρώθηκε ο σχεδιασμός με την κατασκευή της νέας τεχνητής λίμνης που περιγράψαμε.
Τώρα κάποιοι, αντί του όρου «εκκένωση και απομάκρυνση αλατούχων υδάτων», επιλέγουν τον όρο «αποξήρανση» και αφήνουν υπονοούμενα για έλλειψη ενσυναίσθησης και ευαισθησίας στους προγόνους μας που έκαναν αυτές τις επιλογές, υπονοώντας πως όσα συνέβησαν έγιναν αλόγιστα, μόνο και μόνο για να μοιραστούν τα χωράφια, αδιαφορώντας για τις όποιες οικολογικές επιπτώσεις.
Οι ίδιοι άνθρωποι παραλείπουν να αναφέρουν πως οι τεχνικές επιλογές είχαν απόλυτη τεκμηρίωση από ειδικούς επιστήμονες, Έλληνες και ξένους, και επί της ουσίας είχαν την πλήρη στήριξη από κυβέρνηση, αυτοδιοίκηση και κατοίκους, με την προσδοκία, βεβαίως, μιας δίκαιης επίλυσης του ιδιοκτησιακού των γαιών, κάτι που αποτελούσε και τη βάση για την επιτυχία του συνολικού αναπτυξιακού εγχειρήματος.
Δυστυχώς, στο ιδιοκτησιακό ζήτημα το σχέδιο (εάν φυσικά υπήρχε...) απέτυχε παταγωδώς.
Χωρίς την ανάλογη πρόβλεψη και προετοιμασία, χωρίς από πριν συμφωνημένες λύσεις, το ιδιοκτησιακό έγινε αντικείμενο δικαστικών διαμαχών για 25 τουλάχιστον χρόνια και έχει, ακόμη και σήμερα, αφήσει άλυτα κάποια ζητήματα.
Όσο δε αφορά τη διαχείριση των χωραφιών από ακτήμονες κατά τη διάρκεια της παρατεταμένης μεταβατικής περιόδου από την εκκένωση των υδάτων (1962) και μετά, αυτή χαρακτηρίστηκε από τις συνήθεις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού και είχε τα γνωστά σε όλους, πελατειακά χαρακτηριστικά του ελληνικού κράτους και των πολιτικών εκπροσώπων εκείνης της εποχής.
Παρόλα αυτά, το να ισχυρίζεται κάποιος σήμερα ότι είναι αντίθετος στην «αποξήρανση» συνιστά παραλογισμό και υποκρισία.
Και τέλος πάντων, αυτοί που «κλαίνε» για τη λεγόμενη αποξήρανση, γιατί δεν αντέδρασαν όταν η χώρα μας ενέταξε τον περιγεγραμμένο με αναχώματα νέο ταμιευτήρα της Κάρλας (που δεν έχει σχέση με την πρώην λίμνη Κάρλα) σε πρόγραμμα υλοποίησης της Ε.Ε. και ξοδεύτηκαν σχεδόν 250 εκατ. ευρώ για την κατασκευή του;
Γιατί υπερθεμάτιζαν στην κατασκευή του νέου έργου;
Γιατί δεν απαίτησαν μαχητικά να καθαιρεθούν άμεσα τα αναχώματα που είχαν κατασκευαστεί στη Γυρτώνη (για την προστασία από τον Πηνειό) και παράλληλα να «ταπωθεί» η έξοδος προς τον Παγασητικό, έτσι ώστε να επανέλθουμε (και μάλιστα με ελάχιστο κόστος) στην προηγούμενη κατάσταση;
Γιατί δεν αγωνίστηκαν ώστε ο Πηνειός, μετά από αρκετές δεκαετίες, να διαθέτει και πάλι ανεξέλεγκτα τις πλημμυρικές του ροές προς τη λεκάνη Κάρλας και να λειτουργήσει όπως πριν η πρώην λίμνη με τα στάσιμα νερά στην περιοχή, με τα ψάρια του και τους αλιείς τους;
Προφανώς όλοι οι αντίθετοι προς την «αποξήρανση» δεν είναι σε θέση να εξηγήσουν στην κοινή γνώμη, γιατί το σύνολο των οργανώσεων (επιστημονικές, αυτοδιοικητικές, οικολογικές κ.λπ.) ΟΜΟΦΩΝΑ συμφώνησαν όταν στο πλαίσιο της προβλεπόμενης διαβούλευσης παρουσιάστηκε το σχέδιο της νέας τεχνητής λίμνης (έτος 1999, Βόλος, αίθουσα ΤΕΕ Μαγνησίας, παρουσία πλήθους φορέων της Θεσσαλίας, παρουσία εκπροσώπου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και με την παρουσία ενός από τους υπογράφοντες το σημερινό άρθρο).
Άραγε, όλοι αυτοί οι όψιμα διαφωνούντες θα προτιμούσαν την ύπαρξη της παλιάς παθογενούς λίμνης που δεν προσέφερε δυνατότητα διεξόδου και ανανέωσης των υδάτων της ή θα προτιμούσαν τη νέα τεχνητή λίμνη που λειτουργεί υγιώς, που πλέον τα ύδατά της ανανεώνονται συστηματικά και συντεταγμένα, καθώς διατίθενται για αρδεύσεις στα πάνω από 100.000 στρ. γύρω από τον ταμιευτήρα, προσφέροντας επιπλέον εισόδημα σε εκατοντάδες οικογένειες και πάμπολλα αγροτικά αγαθά τον τόπο μας;
Κατά την άποψή μας αυτά ακριβώς τα στοιχεία σφραγίζουν την οικολογική – περιβαλλοντική, αλλά και την αναπτυξιακή διάσταση αυτού του έργου, αφαιρώντας οριστικά τη δυνατότητα στους διάφορους ψευτοοικολόγους να ψαρεύουν στα θολά νερά, κάτι που τους το επιτρέπει, δυστυχώς, η έλλειψη τεχνικής πληροφόρησης και ιστορικής γνώσης σε ένα σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού.
[Θα επανέλθουμε σε επόμενο σημείωμα με παρατηρήσεις για την αντιμετώπιση της κατάστασης που έχει σήμερα διαμορφωθεί στις κατακλυσμένες περιοχές, τις αντιδράσεις που προκαλεί η απομάκρυνση των νερών προς τον Παγασητικό, καθώς και στις σοβαρές τεχνικές και διοικητικές εκκρεμότητες ως προς τη λειτουργία του ταμιευτήρα της Κάρλας].

 

*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ.
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος Δ.Σ. ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ.

Gallery άρθρου