Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Η «3η Σεπτεμβρη» και η φυγή προς τα μπρος του ΠΑΣΟΚ

Δημοσίευση: 03 Σεπ 2008 2:50 | Τελευταία ενημέρωση: 28 Σεπ 2015 14:33
Φαίνεται πως η πραγματικότητα ορίζει για το ΠΑ.ΣΟ.Κ. την ανάγκη για επαναδιατύπωση της ιδεολογικής, κοινωνικής και πολιτικής του φυσιογνωμίας. Γι΄ αυτό είναι ίσως επιβεβλημένη και χρήσιμη όσο ποτέ άλλοτε, μία όσο γίνεται βαθύτερη ανάγνωση της «Διακήρυξης της 3ης Σεπτέμβρη».
Ανάγνωση που πρέπει να γίνει με τον απαιτούμενο ιστορικό σεβασμό και με διαρκή αναγωγή στις κρατούσες τότε συνθήκες.
Η αλήθεια βέβαια είναι πως αν η ιδρυτική διακήρυξη ενός πολιτικού φορέα ήταν το 1974 εγχείρημα δύσκολο γιατί το ΠΑ.ΣΟ.Κ. τότε διεκδικούσε την πρώτη του κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, μία νέα διακήρυξη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. σήμερα είναι εγχείρημα απείρως δυσκολότερο. Και αυτό γιατί στο μεταξύ έχουν προηγηθεί τριάντα τέσσερα χρόνια διαδρομής, εκ των οποίων είκοσι περίπου χρόνια κυβερνητικής θητείας και άρα δεν υπάρχει πλέον το τεκμήριο της ιδεολογικής και πολιτικής αθωότητας. Δεν υπάρχει καν η δικαιολογία του «δεν γνωρίζω».
Αξίζει να θυμηθούμε ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. μέσα από τη Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη αυτοπαρουσιάσθηκε και τοποθετήθηκε ρητά ευθύς εξαρχής:
Πρώτων, ως κίνημα κατά των κοινωνικών, οικονομικών, αναπτυξιακών και πολιτικών ανισοτήτων.
Δεύτερον, ως κίνημα που αγκάλιασε όλους, όσοι αισθάνονταν παραγκωνισμένοι και αδικημένοι, τους λεγόμενους «μη προνομιούχους», μιλώντας για μία κοινωνία αλληλεγγύης και συνοχής.
Και τρίτον, ως κίνημα ριζοσπαστικό, ως κίνημα ανατροπής, ή ως κίνημα αλλαγής όπως επικράτησε να λέγεται.
Ίσως σήμερα οι «μη προνομιούχοι» του ΄74 να βρίσκονται σε άλλες κοινωνικές ή εισοδηματικές ομάδες. Η ουσία όμως του κοινωνικού ζητήματος είναι πάντα ίδια. Υπάρχουν ανισότητες παλιές, ανθεκτικές στο χρόνο ή ανισότητες νέες που προκύπτουν ως παρενέργειες διαφόρων πολιτικών.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. πρέπει αφενός μεν να απευθύνεται επίμονα στους «μη προνομιούχους» της σημερινής εποχής, δηλαδή σε αυτούς που βιώνουν τη σημερινή κοινωνία ως κοινωνία της ανασφάλειας, αλλά ταυτόχρονα και σε όλους εκείνους που αντιλαμβάνονται τη σημερινή κοινωνία ως πεδίο προόδου και ευκαιριών.
Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. με τα αντιεξαρτησιακά του συνθήματα δημιούργησε μία «εθνική σχολή σκέψης» που διαπερνά σήμερα όλους τους πολιτικούς χώρους. Πρόκειται αναμφίβολα για μία ανεκτίμητη θετική υπεραξία. Ακόμη και το σύνθημα «Η Ελλάδα στους Έλληνες» που δεν υποδήλωνε ρατσιστικές ή ξενοφοβικές τάσεις, υπήρξε σύνθημα πατριωτικό, διατυπώθηκε ως αίτημα για διασφάλιση της Εθνικής ανεξαρτησίας και λαϊκής κυριαρχίας και σφυρηλάτησε συνειδήσεις. Σήμερα λόγου χάρη δεν διανοείται κανείς Έλληνες στρατηγούς να παρουσιάζουν τα δικά μας στρατεύματα σε Αμερικανούς στρατιωτικούς παράγοντες με τη φράση: «Ιδού ο στρατός σας».
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. όμως επέδρασε και στην πολιτική σκέψη της συντηρητικής παράταξης, η οποία σήμερα ποιώντας την ανάγκη φιλοτιμία αποδέχεται τομές και μεταρρυθμίσεις του ΠΑ.ΣΟ.Κ. που πολεμούσε, όπως τον Καποδίστρια, τα ΚΕΠ, προγράμματα όπως το «Βοήθεια στο σπίτι» κ.ο.κ. Παρά την πολιτική αυτή ώσμωση όμως, στη βάση της ιδεολογίας της η Ν.Δ. παραμένει ένα βαθύ συντηρητικό κόμμα. Ευλογεί τα καρτέλ, ανέχεται την αισχροκέρδεια και ενισχύει την αναξιοκρατία στη δημόσια διοίκηση. Τα σκάνδαλα διαδέχονται το ένα το άλλο, οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και επισήμως δεν υπάρχει μέριμνα για την άσκηση μιας στοιχειώδους κοινωνικής πολιτικής. Αντιλαμβάνεται τον «μεσαίο χώρο» ως δήθεν κοινόχρηστο πολιτικό χώρο για αλίευση ψήφων και μόνο.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. όμως αυτοτοποθετήθηκε εξαρχής στο χώρο της αριστεράς – διαφοροποιούμενο από το χώρο της κομουνιστικής αριστεράς – και επιχείρησε να εκφράσει τη πολιτική παράδοση του Κέντρου (ιστορική έννοια με αντιδεξιά χαρακτηριστικά), να ταυτιστεί με την πιο προοδευτική εκδοχή του και να αναδείξει ταυτόχρονα τις κοινωνικές ευαισθησίες της αριστεράς. Και οι κυβερνητικές θητείες του ΠΑ.ΣΟ.Κ. απέδειξαν ότι είναι ένα ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κόμμα της ευρύτερης ελληνικής κεντροαριστεράς, γι΄ αυτό πρέπει να παραμείνει ριζοσπαστικό και ταυτόχρονα κόμμα κυβερνητικής ευθύνης. Έχει ένα βαρύ και θετικό ιστορικό κεκτημένο. Συνεπώς, η αναίτια αναφορά στη χαλαρή ψήφο εκπέμπει συγκεχυμένα μηνύματα και απονευρώνει τις πρωτοβουλίες του.
Γενικότερα όμως δεν απομένει παρά η νέα πολιτική του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να συνθέσει την κοινωνική ευαισθησία των χρόνων του Ανδρέα Παπανδρέου με την επίτευξη των μεγάλων και εθνικών στόχων της εποχής Σημίτη. Να γιατί είναι δικαιολογημένες οι φωνές εκείνες που μιλούν για επαναπροσέγγιση της σημερινής ηγεσίας με τον πρώην Πρωθυπουργό. Επίσης σ’ ένα κόμμα που αυτοπροσδιορίζεται ως ανοιχτό δεν αρμόζει η εικόνα των διοικητικών μέτρων. Δεν ταιριάζουν οι «τυμπανιστές» στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και ούτε η καταθλιπτική ομοφωνία μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη της ψυχής του.
Σήμερα όλος ο πολιτικός κόσμος απευθύνεται σ’ έναν δύσπιστο και απογοητευμένο πολίτη ο οποίος εν πολλοίς αμφισβητεί την πολιτική, τα κόμματα και τα πολιτικά πρόσωπα. Γι αυτό απαιτείται ειλικρίνεια, ευαισθησία και έμπρακτες απαντήσεις.
Και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. διατηρεί στη νέα του προσπάθεια ακέραιο το δικαίωμα της χρήσιμης αποστολής του.