Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ιστορικά Επίκαιρα

10 Οκτωβρίου 1935: Το τέλος της αβασίλευτης δημοκρατίας

Δημοσίευση: 15 Οκτ 2017 17:22
Ο Κονδύλης στα Ανάκτορα ως αντιβασιλέας (σε μία από τις ελάχιστες φορές που χρησιμοποίησε το ανακτορικό γραφείο) (βιβλ.2,σελ.69) Ο Κονδύλης στα Ανάκτορα ως αντιβασιλέας (σε μία από τις ελάχιστες φορές που χρησιμοποίησε το ανακτορικό γραφείο) (βιβλ.2,σελ.69)

Μετά το Κονδυλικό εξωφρενικό πραξικόπημα της 9ης Σεπτεμβρίου 1935 σε βάρος της κυβέρνησης του Παναγή Τσαλδάρη ήταν πλέον φανερό ότι οι βασιλόφρονες βουλευτές και υπουργοί μέσα στην κυβέρνηση και στο Λαϊκό κόμμα βάδιζαν ολοταχώς και ανεμπόδιστα στην επαναφορά του Γεωργίου Β΄ στην Ελλάδα.

Η κυριότερη παράμετρος για την επίτευξη του σκοπού αυτού ήταν ο στρατός στον οποίο οι Διοικητές όλων των Σωμάτων ήταν πλέον βασιλόφρονες.

Ο Τσαλδάρης πίστευε μετά και την απόφασή του υπέρ της βασιλείας ότι η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων όπως ο υποστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος – Διοικητής του Α΄ Σώματος στρατού στην Αθήνα, ο Γεώργιος Ρέππας – Αρχηγός της πολεμικής αεροπορίας και ο υποναύαρχος Δημήτριος Οικονόμου – Αρχηγός του πολεμικού ναυτικού, ήταν άνθρωποι δικοί του και σε κάθε περίπτωση θα στήριζαν αυτόν και την κυβέρνηση. Δυστυχώς όμως οι στρατιωτικοί αυτοί ήταν παράγοντες του αντιπροέδρου και υπουργού Στρατιωτικών Γεωργίου Κονδύλη και από τον διπρόσωπο και βασιλόφρονα αυτό υπουργό έπαιρναν διαταγές. Εξάλλου ο «Στρατιωτικός Σύνδεσμος» των ακραιφνών βασιλοφρόνων αξιωματικών, του Παπάγου και του υποστρατήγου Κων. Πλατή (αρχηγός του συνδέσμου), δεν έφυγαν από το σχέδιο για επαναφορά του Γεωργίου στην Ελλάδα όχι με δημοψήφισμα αλλά με πραξικόπημα και παρά τη θέληση του ελληνικού λαού. «Φοβόνταν ότι παρά τον φατριασμό του κράτους, ένα δημοψήφισμα θα απέβαινε εναντίον της βασιλείας, καθώς, σημαντική μερίδα του αντιβενιζελικού κόσμου και του αντιβενιζελικού τύπου (Καθημερινή, Ακρόπολη, Βραδινή) ήταν κηρυγμένες υπέρ της διατήρησης της αβασίλευτης δημοκρατίας. Επεδίωκαν την πραξικοπηματική ουσιαστικά αποκατάσταση της βασιλείας με πράξη της εθνοσυνέλευσης και με κυρωτικό «δημοψήφισμα» εκ των υστέρων» (βιβλ.1 , σελ.22)

Η Βουλή λόγω καλοκαιρινών διακοπών έκλεισε στις 10 Ιουλίου 1935 και θα άνοιγε στις 10 Οκτωβρίου 1935. Στο διάστημα των τριών μηνών έγιναν γεγονότα και πράγματα στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο που άλλαξαν τα πολιτικά και στρατιωτικά δεδομένα, όπως η απόφαση του πρωθυπουργού Παναγή Τσαλδάρη να ταχθεί υπέρ της Βασιλείας μετά το Κονδυλικό πραξικόπημα στις 09.09.1935 που εξαιτίας της απόφασής του αυτής αποχώρησαν από το Λαϊκό κόμμα 15 βουλευτές του, όπως ο Περικλής Ράλλης, ο Κων/νος Τσουκαλάς, ο Μιχαήλ Κύρκος και άλλοι. Παρέμειναν ως βασιλόφρονες οι υπόλοιποι πιστεύοντας ότι θα γινόταν ένα γνήσιο δημοψήφισμα για την επαναφορά του Γεωργίου. Επίσης πρόβλημα για την Ελλάδα προέκυψε και με την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας στην Αιθιοπία της Αφρικής, όπου τα πολεμικά πλοία της θα έπρεπε να περνούσαν από το αγγλοκρατούμενο Σουέζ και συνεπώς η γεωγραφική θέση της Ελλάδας ήταν σημαντικός παράγοντας για την Αγγλία που ήθελε ο Γεώργιος να έρχονταν στην Ελλάδα έστω και με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης της ελληνικής Βουλής.

Όμως τα γεγονότα και το πραξικόπημα της 10ης Οκτωβρίου άλλαξαν τα δεδομένα. Ο πρωθυπουργός Παναγής Τσαλδάρης με τη συνοδεία του ξεκίνησαν στις 10:30 το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1935 από την Κηφισιά όπου έμενε για την Αθήνα, πιστεύοντας ότι όλα τα προβλήματα που τον απασχολούσαν βαίνουν καλώς. Το πρωθυπουργικό αυτοκίνητο κατέβαινΕ τη λεωφόρο Κηφισίας και όταν έφτασε στο Ψυχικό ο οδηγός σταμάτησε απότομα γιατί από έναν κάθετο δρόμο έρχονταν κορνάροντας ένα αυτοκίνητο που σταμάτησε φρενάροντας μπροστά από το αυτοκίνητο του πρωθυπουργού. Από μέσα βγήκαν τρεις ανώτεροι αξιωματικοί με πλήρη στολή, χαιρέτησαν κανονικά και είπαν στον Τσαλδάρη ότι έπρεπε όλοι μαζί να επιστρέψουν πίσω στην Κηφισιά στο σπίτι του πρωθυπουργού διότι έχουν να του ανακοινώσουν ένα σοβαρό μήνυμα. Οι αξιωματικοί αυτοί ήταν ο Παπάγος, ο Οικονόμου και ο Ρέππας.

Ο Τσαλδάρης ανέβηκε στο αυτοκίνητό τους και στο δρόμο προς την Κηφισιά αναρωτιόνταν τι μπορούσε να είχε συμβεί. Η σκέψη του πήγε σε πιθανό βενιζελικό κίνημα αλλά το απέκλεισε γιατί στο στράτευμα δεν υπήρχε κανένας βενιζελικός αξιωματικός. Αναρωτήθηκε μήπως ξέσπασε κανένας πόλεμος στον οποίο εμπλέκεται και η Ελλάδα. Όταν τελικά έφτασαν στο σπίτι του οι τρεις αξιωματικοί του είπαν «οι ένοπλες δυνάμεις απαιτούν την άμεση – μέσα στην ίδια ημέρα – κατάργηση της αβασίλευτης δημοκρατίας και την επαναφορά της Βασιλείας με πράξη της Εθνοσυνέλευσης». Ο Τσαλδάρης έφερε ορισμένες αντιρρήσεις και τους είπε ότι υποσχέθηκε στο λαό πως η παλινόρθωση θα γινόταν μόνο με δημοψήφισμα. Οι τρεις πραξικοπηματίες του δήλωσαν ξερά «Σε αυτή την περίπτωση η κυβέρνησή σας καταργείται υπό των ενόπλων δυνάμεων οι οποίες και αναλαμβάνουν την διακυβέρνηση της χώρας» (βιβλ.1,σελ.25)

Όταν έφυγαν οι τρεις αξιωματικοί ο Τσαλδάρης πήρε τηλέφωνο τον διπρόσωπο υπουργό Κονδύλη και τον πληροφόρησε για ό,τι είχε συμβεί. Του ζήτησε αν μπορεί το υπουργείο να κάνει κάτι και ο Κονδύλης του απάντησε ότι οι αξιωματικοί αυτοί είχαν τα 9/10 του στρατού στα χέρια τους και ότι κάθε ενδεχόμενη αντίσταση θα ήταν άσκοπη και επιζήμια για τη χώρα. Με αυτό το συμπέρασμα συμφώνησαν και η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων Δούσμανης και Νικολαΐδης στη σύσκεψη του υπουργικού συμβουλίου που συνήλθε στη 1μ.μ. Ο Τσαλδάρης στο τέλος της σύσκεψης εξέδωσε ανακοίνωση προς τον ελληνικό λαό αναφέροντας πρόσωπα και γεγονότα και κατέληγε με τα εξής λόγια : «κατόπιν τούτου η κυβέρνησην εθεώρησε αυτήν καταληθείσα βίαια». Αυτήν την τελευταία φράση οι πραξικοπηματίες πριν δοθεί το κείμενο στη δημοσιότητα την αντικατέστησαν με το «κατόπιν τούτο η κυβέρνηση παραιτήθηκε».

Η τριμελής «επαναστατική επιτροπή» στις 2 μ.μ. κάλεσε τον Κονδύλη να σχηματίσει κυβέρνηση. Στην νέα κυβέρνηση τα σημαντικότερα υπουργεία ανέλαβαν ως πρόεδρος και υπουργός Ναυτικών ο Κονδύλης, αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών ο Ιωάννης (Τζον) Θεοτόκης, υπουργός Στρατιωτικών ο Παπάγος, αεροπορίας ο Νικολαΐδης, υπουργός Οικονομίας ο Ν. Δερβένης, υπουργοί – γενικοί διοικητές Μακεδονίας: Μιλτιάδης Μαντάς, Θράκης: Γ. Αργυρόπουλος, Ηπείρου: Α. Σλίμαν, Κρήτης: Γ. Τσόντος- Βάρδας.

Η μη ορκισμένη κυβέρνηση των πραξικοπηματιών του Κονδύλη θα ορκιζόταν στη γενική συνέλευση και όχι στον κατηργημένο πρόεδρο της Δημοκρατίας Αλέξανδρο Ζαΐμη. Το πρώτο που έκανε ήταν η κήρυξη του στρατιωτικού νόμου. Στην εθνοσυνέλευση στις 6:30 το απόγευμα της 10ης Οκτωβρίου διαβάστηκε από τον αντιπρόεδρο της Βουλής ένα έγγραφο του Κονδύλη που πληροφορούσε τους βουλευτές για την κυβερνητική μεταβολή. Μεταξύ άλλων ανέφερε χαρακτηριστικά «…ο στρατός παρακολουθώντας την εξέλιξη του ζητήματος και έχοντας συναίσθηση της αποστολής του και των ευθυνών του έναντι του έθνους…» και «…με την παράκληση όπως λάβετε γνώση στην εθνική συνέλευση, διατελούμε με παντώς σεβασμού» Α. Παπάγος , Δ. Οικονόμου, Γ. Ρέππας.

Μετά την ανάγνωση των εγγράφων στην αίθουσα του κοινοβουλίου ακούστηκαν ζητωκραυγές υπέρ του Γεωργίου και άλλες κατά και η κατάσταση αυτή με τον πανζουρλισμό στην αίθουσα ανησύχησε τον Κονδύλη, ο οποίος πλησιάζοντας τον αρχιεπίσκοπο του φωνάζει «τον όρκο δέσποτα, λέγε τον όρκο!» . Ο όρκος που επαναλάμβαναν οι υπουργοί και υφυπουργοί δεν αναφερόταν στο Σύνταγμα και ήταν «Ορκίζομαι εις το όνομα της αγίας και ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος να φυλάξω πίστη στην Πατρίδα και να εκπληρώσω ευσυνειδήτως τα καθήκοντά μου». Αμέσως μετά την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης ο νέος πρόεδρος της συνέλευσης Σ. Μπαλάνος έδωσε τον λόγο στον Τσαλδάρη ο οποίος κατήγγειλε τις παράνομες ενέργειες των στρατιωτικών που με το πραξικόπημά τους κατήργησαν τη νόμιμη κυβέρνησή του και τελειώνει τον λόγο του με τα ακόλουθα «…αλλά το Λαϊκό κόμμα στηριζόμενο στη θέληση του λαού έχει την πεποίθηση ότι τάχιστα θα κληθεί να καταλάβει την Αρχή από την οποία εκδιώχθηκε … και δηλώνει ότι θα αποχωρήσει της αίθουσας αρνούμενο να γίνει μάρτυρας καταπατήσεως των λαϊκών δικαιωμάτων».

Μετά τον λόγο του ο Τσαλδάρης κατέβηκε από το βήμα και βγήκε έξω από την αίθουσα. Τον ακολούθησαν 165 βουλευτές η πλειοψηφία της εθνοσυνέλευσης και παρέμειναν μέσα μόνο 82. Από αυτούς οι 7 ήταν του Ιωάννη Μεταξά του κόμματος των βασιλοφρόνων, ο οποίος πήρε το λόγο μετά τον Τσαλδάρη και είπε ότι διαφωνεί με τα τελευταία γεγονότα αλλά θα στηρίξει την νέα κυβέρνηση. Ο Κονδύλης πήρε τελευταίος τον λόγο και είπε ψευδώς ότι δεν ήξερε για τις κινήσεις των στρατιωτικών αλλά δέχθηκε την πρότασή τους να αναλάβει τη νέα κυβέρνηση. Κατέθεσε δε ψήφισμα περί καταργήσεων του πολιτεύματος της αβασίλευτης δημοκρατίας αποτελούμενο από 4 άρθρα :

1.Κατάργηση του πολιτεύματος της αβασίλευτης δημοκρατίας

2.Διενέργεια του δημοψηφίσματος στις 3 Νοεμβρίου 1935

3.Εξουσιοδότηση στον πρόεδρο του υπουργικού συμβουλίου να ασκεί την βασιλική εξουσία μέχρι του δημοψηφίσματος

4.Επαναφορά προσωρινά εν ισχύ του Συντάγματος του 1911 μέχρι την ψήφιση του νέου συντάγματος.

Εν Αθήναις 10η Οκτωβρίου 1935, ο προεδρεύων αντιπρόεδρος της συνέλευσης, Σ. Μπαλάνος

Έτσι ο Κονδύλης για 47 ημέρες είχε τον τίτλο του αντιβασιλέα μέχρι την άφιξη του Γεωργίου. Την επόμενη μέρα 11 Οκτωβρίου τρεις αντιπρόσωποι της κυβέρνησης ήρθαν στο προεδρικό μέγαρο της οδού Ηρώδου του Αττικού και ευχαρίστησαν τον Ζαΐμη για τη μέχρι την προηγούμενη μέρα προσφορά του στην προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο 80χρονος Ζαΐμης χωρίς καν να τους μιλήσει πήρε την Βιεννέζα νοσοκόμα γυναίκα του (που πριν λίγα χρόνια είχε παντρευτεί) και έφυγαν με τα πόδια από το προεδρικό μέγαρο, για να τον αντικαταστήσει 40 χρόνια μετά (Ιούνιος 1975) ο καθηγητής νομικής του πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνος Τσάτσος.

Βιβλιογραφία :

1.«ΤΑ ΦΟΒΕΡΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ – Παλινόρθωση και 4η Αυγούστου», Κώστας Καλλιγάς, εκδόσεις Φυτράκη, Αθήνα, 1976

2.«4η Αυγούστου – Αλβανία, 1935-1941», Φοίβος Ν. Γρηγοριάδης, τόμος 4ος , εκδόσεις Κεδρηνός, Αθήνα, 1972

Από τον Στέφανο Παπαγεωργίου