Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Το παλιό νεοκλασικό κτίριο

Δημοσίευση: 16 Μαϊ 2018 15:50
Το προπολεμικό κτίριο του τοπικού υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας. Επιστολικό δελτάριο άγνωστου εκδότη. Δεκαετία του 1920. Αρχείο Αχιλλέα Καλτσά Το προπολεμικό κτίριο του τοπικού υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας. Επιστολικό δελτάριο άγνωστου εκδότη. Δεκαετία του 1920. Αρχείο Αχιλλέα Καλτσά

Προπολεμικά το ομορφότερο σημείο της Λάρισας ήταν η περιοχή της Κεντρικής πλατείας (Θέμιδος ονομαζόταν τότε). Οι φωτογραφίες και τα επιστολικά δελτάρια που έχουν διασωθεί το επιβεβαιώνουν.

Περιβαλλόταν από εντυπωσιακά κτήρια με σπουδαία αρχιτεκτονική, η οποία στα περισσότερα ήταν επηρεασμένη από το νεοκλασικό ρεύμα που είχε αναπτυχθεί στην ελληνική πρωτεύουσα από το 1850, με κύριο εκφραστή της τον Ernst Ziller[1]. Ένα από τα ομορφότερα κτίσματα αυτής της περιοχής ήταν και το Υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας. Ένα πραγματικό αρχιτεκτονικό στολίδι για την πόλη.

Η Εθνική ήταν η πρώτη από τις μεγάλες Τράπεζες που ίδρυσε υποκατάστημα στη Λάρισα. Λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας από τους Τούρκους το 1881 η Διοίκησή της στην Αθήνα αποφάσισε να ιδρύσει υποκατάστημα στη Θεσσαλική πρωτεύουσα. Την εποχή εκείνη κατάλληλα κτίσματα στην πόλη μας για να στεγασθούν μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν υπήρχαν. Για το λόγο αυτό ενοικιάσθηκε αρχικά η κατοικία του Αχιλλέα Λογιωτάτου[2]. Βρισκόταν στην οδό Μ. Αλεξάνδρου, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο «Άνεσις» και ήταν κατασκευή των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας. Ήταν μεγάλο και είχε δύο ορόφους με πολλά δωμάτια. Επειδή το οίκημα δεν παρείχε μεγάλη ασφάλεια για τα ταμεία της Τράπεζας, λέγεται ότι τα βράδια κατέβαζαν τις τεράστιες μπάρες πίσω από την πόρτα του ισογείου, ενώ ένας ένοπλος νυκτοφύλακας της Τράπεζας περιπολούσε στον χώρο. Μετά την αποχώρηση των Τούρκων από τη Θεσσαλία την άνοιξη του 1898 διευθυντής του υποκαταστήματος τοποθετήθηκε ο Γεώργιος Δεσύπρης[3]. Στο οίκημα Λογιωτάτου το υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας παρέμεινε μέχρι το 1907, δηλαδή επί 25 περίπου χρόνια

Ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα και με πρωτοβουλία του Γεωργίου Δεσύπρη, ευαισθητοποιήθηκε η Διοίκηση της Εθνικής Τράπεζας για την κατασκευή στη Λάρισα ιδιόκτητου κτιρίου για να στεγάσει το τοπικό της υποκατάστημα. Προς τούτο αγοράσθηκε από τους δερβίσηδες ο τεκές του Κουρά Εφέντη[4] και τα γύρω κτίσματα, τα οποία βρίσκονταν στη γωνία των οδών Αλεξάνδρας (Κύπρου) και Ακροπόλεως (Παπαναστασίου). Η Τράπεζα τα κατεδάφισε όλα για να ανεγείρει στη θέση αυτή το νέο της κτίριο. Η εφημερίδα "Μικρά" της Λάρισας σε δημοσίευμά της στις 23 Οκτωβρίου 1905 αναφέρει ότι ο μηχανικός των Αθηνών Μπαλάνος εκπόνησε τη μελέτη του έργου κατασκευής του νέου κτηρίου της Εθνικής Τράπεζας στη Λάρισα. Η ίδια εφημερίδα δύο περίπου χρόνια αργότερα (17 Ιουνίου 1907) γράφει ότι το κτίριο εγκαινιάσθηκε τον Ιούνιο του 1907 και συμπληρώνει: «Από της παρελθούσης εβδομάδος το ενταύθα Υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης εγκατεστάθη εις το όπισθεν των πυρποληθέντων Δικαστηρίων[3] λαμπρόν μέγαρον, το οποίον ιδίαις δαπάναις η Τράπεζα ωκοδόμησεν».

Όπως φαίνεται και από τη φωτογραφία, η οποία χρονολογείται στη δεκαετία του 1920, ολόκληρο το οικοδόμημα ήταν μια τριώροφη οικοδομή με υπόγειο. Το ισόγειο φιλοξενούσε τα γραφεία και τις διάφορες υπηρεσίες της Τράπεζας, ενώ στον επάνω όροφο βρισκόταν η κατοικία του εκάστοτε διευθυντού. Κατά τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της Τράπεζας στα διαμερίσματα του ορόφου κατοίκησε η οικογένεια του επί σειρά ετών διευθυντού του τοπικού υποκαταστήματος της Τράπεζας Γεωργίου Δεσύπρη. Επίσης στους ίδιους χώρους έζησε αργότερα και ο Μ. Καραγάτσης, όταν διευθυντής ήταν ο πατέρας του Γεώργιος Ροδόπουλος. Για μικρά διαστήματα διέμεναν μέλη της βασιλικής οικογένειας και διάφοροι πολιτικοί όταν επισκέπτονταν τη Λάρισα. Ο τρίτος όροφος αποτελούνταν από επίμηκες υπερώο, με τριγωνική αετωματική πρόσοψη προς την πλευρά της πλατείας..

Όλη όμως η ομορφιά του κτίσματος επικεντρωνόταν στο νεοκλασικό προστώο που υπήρχε στην πρόσοψη του ισογείου και έβλεπε προς την πλατεία. Στην κεντρική είσοδο της Τράπεζας δύο ορθογώνιοι κίονες στο κέντρο διαμόρφωναν τριπλή τοξοστοιχία δια μέσου της οποίας, με τη βοήθεια χαμηλής μαρμάρινης σκάλας, εισέρχονταν οι συναλλασσόμενοι πολίτες στα ενδότερα του κτηρίου. Πάνω απ’ αυτήν υπήρχε o μακρόστενος εξώστης του πρώτου ορόφου, τον οποίο συγκρατούσαν τέσσερα μαρμάρινα φουρούσια. Στα μεταλλικά κιγκλιδώματα του εξώστη αυτού υπήρχε η επιγραφή ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ. Τα ανοίγματα του ισογείου (παράθυρα και πόρτες) ενισχύονταν με πυκνές και ισχυρές σιδεριές, ενώ των άλλων ορόφων ήταν ελεύθερα. Η προσπέλαση στον επάνω όροφο όπου βρισκόταν η κατοικία του διευθυντού γινόταν από ιδιαίτερη είσοδο η οποία βρισκόταν νότια του κυρίως κτηρίου και σε εσοχή. Ολόκληρο το κτίριο αντανακλούσε αισθητική ομορφιά και κομψότητα, ιδιαίτερα στην πρόσοψη. Νοτιότερα υπήρχε δενδροφυτευμένος χώρος, ο οποίος μέχρι το 1932 ανήκε στην Τράπεζα Λαρίσης, αλλά μετά την χρεωκοπία της περιήλθε στην ιδιοκτησία της Εθνικής. Σ' αυτό τον χώρο αργότερα διαμορφώθηκε ο θερινός κινηματογράφος "Τιτάνια" του Μιχαήλ Τζεζαϊρλίδη, ο οποίος άφησε τόσο ευχάριστες αναμνήσεις στους παλιούς Λαρισαίους.

Ο σεισμός του 1941 επέφερε στο κτίσμα αρκετές ζημιές, οι σοβαρότερες των οποίων εμφανίσθηκαν στο υπερώο του τρίτου ορόφου, το οποίο και κατεδαφίσθηκε. Γι' αυτό και οι κατοχικές δυνάμεις δεν το χρησιμοποίησαν, όπως το διπλανό κτήριο της Τράπεζας Ελλάδος. Από τα χρόνια της κατοχής και μέχρι την κατεδάφισή του αντίκριζε κανείς από την πλατεία πάνω στην ταράτσα τη σειρήνα η οποία ειδοποιούσε τους Λαρισαίους για τυχόν επικείμενες εχθρικές αεροπορικές επιδρομές και όχι μόνον. Μ’ αυτή τη μορφή λειτούργησε το υποκατάστημα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960 οπότε ή διοίκηση της Τράπεζας υποχρεώθηκε να το κατεδαφίσει ολόκληρο. Στη θέση ενός απολεσθέντος κομψοτεχνήματος οικοδομήθηκε ο αισθητικά αδιάφορος τεράστιος τσιμεντένιος κύβος που βλέπουμε σήμερα, επενδυμένος με μάρμαρα.

[1]. Ernst Ziller (1837-1923). Διάσημος Γερμανός αρχιτέκτονας, ο οποίος βρέθηκε στην Ελλάδα από το 1868, επί βασιλείας Γεωργίου Α΄. Σχεδίασε πάνω από 900 κτίρια. Στην κοινωνία της παλιάς Λάρισας ήταν πολύ διαδεδομένη η φήμη ότι το αρχοντικό του μεγαλοκτηματία Κωνσταντίνου Σκαλιώρα, το οποίο βρισκόταν στη γωνία των οδών Ρούζβελτ και Πατρόκλου, εκεί όπου μέχρι πρόσφατα υπήρχε το Στρατολογικό Γραφείο, είχε κτισθεί σε σχέδια του Ziller ή των μαθητών του.

[2]. Ο Αχιλλεύς Λογιωτάτου (1847-1896) σπούδασε ιατρική στο πανεπιστήμιο Αθηνών και ήταν εγγονός του λόγιου Ιωάννη Οικονόμου-Λογιωτάτου. Τον Σεπτέμβριο του 1895 εκλέχτηκε δήμαρχος Λαρίσης μέχρι τον θάνατό του το 1896 και για ένα μικρό διάστημα το 1888 διετέλεσε και βουλευτής. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Το αρχοντικό της οικογένειας Λογιωτάτου, εφ. Larissanet, φύλλο της 14ης Φεβρουαρίου 2014.

[3]. Ήταν μια πολυσχιδής προσωπικότητα που δραστηριοποιήθηκε σε πολλούς τομείς της κοινωνικής ζωής της Λάρισας (Πρόεδρος του αδελφάτου του Δημοτικού Νοσοκομείου, μέλος του Μουσικού Γυμναστικού Συλλόγου, μέλος οργανωτικής επιτροπής Ιππικών Αγώνων, κλπ). Έμεινε στη Λάρισα μέχρι τον θάνατό του το 1912. Μία από τις κόρες του, η Μαρία Δεσύπρη (Αθήνα 1892-Αθήνα 1976) τελείωσε το 1909 το Αρσάκειο της Λάρισας και το 1923 παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο Σβώλο, καθηγητή πανεπιστημίου και πολιτικό. Η ίδια εξελέγη μεταπολεμικά δύο φορές βουλευτής με την ΕΔΑ, το 1958 και το 1961. Από τον καιρό που ήταν ακόμη νέα και ζούσε στη Λάρισα, πρωτοστατούσε στο τοπικό φεμινιστικό κίνημα μαζί με άλλες πρωτοπόρες γυναίκες (Παπασταύρου-Χρυσοχόου Αμαλία, Ελένη Τέτση-Καρακίτη (Rebelle), Κική Πιπινοπούλου-Δημητριάδη, Μαρία Πίπιζα-Καρακάση, και άλλες).

[4].Παπαγιαννόπουλος Ιωάννης, Επαρχία Λαρίσης, Θεσσαλικά Χρονικά, έκτακτος έκδοσις επ’ ευκαιρία της πεντηκονταετηρίδος (1881-1931) από της απελευθερώσεως της Θεσσαλίας. Πανηγυρικός τόμος της Ιστορικής Λαογραφικής Εταιρείας Θεσσαλών, Αθήναι (1935) σ. 282 και Στεργιόπουλος Δημ., Μνημεία Μουσουλμανικής Ιστορίας και Τέχνης στο νομό Λάρισας, εφ. Λαρισαϊκή Ηχώ της 11ης Μαρτίου 1985. Βλέπε και : Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ο τεκές του Κουρά Εφέντη, εφ. "Ελευθερία", Λάρισα, φύλλο της 3ης Μαΐου 2015.

[5]. Στη ΒΔ γωνία επί της Πλατείας Θέμιδος, βρισκόταν από την περίοδο της τουρκοκρατίας το θαυμάσιο νεοκλασικό κτήριο του τουρκικού Διοικητηρίου, το οποίο μετά την απελευθέρωση στέγασε τις δικαστικές υπηρεσίες της Λάρισας (Θέμιδος Μέλαθρον). Το κτήριο αυτό αποτεφρώθηκε από πυρκαγιά στις 14 Ιανουαρίου 1905. Τον Οκτώβριο του 1907 κατεδαφίσθηκε και έτσι διαμορφώθηκε ο τεράστιος σημερινός χώρος της Κεντρικής πλατείας,

 

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

nikapap@hotmail.com