Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Αφιέρωμα στον Ι. Καποδίστρια

Δημοσίευση: 23 Μαρ 2013 12:00 | Τελευταία ενημέρωση: 23 Σεπ 2015 15:04

Του Κώστα Γιαννούλα

 

Με αφορμή τον εορτασμό της επετείου της 25ης Μαρτίου αξίζει, πιστεύω, ν’ αφιερώσει κανείς λίγες γραμμές, προκειμένου να τιμήσει  για την προσφορά του στην Ελλάδα έναν έξοχο διπλωμάτη και, χωρίς καμιά αμφιβολία πλέον, μια εξαιρετική πολιτική φυσιογνωμία στον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία και δημιουργία του νέου Ελληνικού κράτους, τον Ι. Καποδίστρια.

Και για να αντιληφθούμε οι σημερινοί Έλληνες το μέγεθος αυτής της προσφοράς, πρέπει να ξέρουμε ότι στις αρχές Ιανουαρίου 1828, που ο Καποδίστριας ήλθε στην Ελλάδα εν μέσω αποθέωσης, για ν’ αναλάβει καθήκοντα Κυβερνήτη, η χώρα βρισκόταν σε τραγική κατάσταση.

Κατ’ αρχήν επισήμως δεν είχε αποκτήσει, ακόμα, ούτε ανεξαρτησία ούτε σύνορα κανένα κομμάτι της, η κυβερνητική εξουσία περιοριζόταν μόνο στο Ναύπλιο και σε μερικά νησιά, ενώ ο Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και ο Κιουταχής στη Στερεά Ελλάδα  έκαναν δύσκολη  τη ζωή των εξεγερμένων.

Είχαν προηγηθεί της άφιξής του, ωστόσο, 3 εμφύλιοι πόλεμοι μεταξύ στρατιωτικών και πολιτικών αξιωματούχων με μήλο της έριδος, ποιός θα πάρει το πάνω χέρι στο νέο δοβλέτι, και παράλληλα δρούσαν ανταγωνιστικά μεταξύ τους τρία πολιτικά κόμματα, το Αγγλικό, το Γαλλικό και το Ρωσικό, αναλόγων το καθένα συμφερόντων.

 Εκτός αυτών ο τόπος μας δε διέθετε, ακόμη, οργανωμένη διοίκηση ούτε οικονομικό σχεδιασμό. Και επειδή υπήρχε έλλειψη χρημάτων, το 1824 και το 1825 είχαν συναφθεί τα περίφημα εκείνα δάνεια της Αγγλίας, τα οποία, όμως, όχι μόνο διασπαθίστηκαν ασκόπως αλλά και εξ αιτίας τους υποθηκεύτηκαν για αρκετές δεκαετίες τα εθνικά κτήματα, οπότε δεν ήταν δυνατόν να αξιοποιηθούν και να δοθούν στους ακτήμονες.

Αυτή ήταν, περίπου, η κατάσταση, όταν ο Καποδίστριας ανέλαβε τα καθήκοντά του. Έπρεπε, γι’ αυτό, να παρέμβει με ταχύτητα και αποφασιστικότητα, προκειμένου να κάνει πράξη την επιθυμία του να οργανωθεί η Ελλάδα κατά το πρότυπο των χωρών της Δυτικής Ευρώπης.

Προς το σκοπό αυτό ζήτησε και έλαβε, προσωρινά τουλάχιστον, υπερεξουσίες. Η Βουλή π.χ. αυτοδιαλύθηκε, ανέλαβε να ασκεί ο ίδιος και τη νομοθετική εξουσία με τη βοήθεια πολιτικού οργάνου, του «Πανελληνίου», που το αποτελούσαν 27 μέλη της αρεσκείας του, και χώρισε την επικράτεια σε έξι τμήματα με επικεφαλής έκτακτους επιτρόπους.

Κατά τη διάρκεια της σύντομης θητείας του, μόλις τρία χρόνια, κατάφερε να βελτιώσει τα οικονομικά περιορίζοντας τις δαπάνες και αυξάνοντας τα έσοδα μέσω της φορολογίας και της δεκάτης. Εισήγαγε νέες μεθόδους καλλιέργειας και ίδρυσε στην Τίρυνθα αγροκήπιο και πρότυπη Γεωργική Σχολή, ενώ τον Ιανουάριο του 1828 ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστηριακή Τράπεζα.

Προσπάθησε, επίσης, να δημιουργήσει τακτικό στρατό συμπληρώνοντάς τον με μονάδες Ιππικού και τάγματα πυροβολικού και δημιούργησε το «Λόχο των Ευελπίδων», χωρίς να ξεχάσει ν’ αναδιοργανώσει το στόλο και να χτυπήσει την πειρατεία ελλήνων ναυτικών, που είχε δυσφημήσει τη χώρα.

Μεγάλη υπήρξε η φροντίδα του, ακόμα, για την αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης με πρώτη ενέργεια τη λειτουργία του «Ορφανοτροφείου της Αίγινας», όπου στεγάστηκαν 600 ορφανά του πολέμου με τρία αλληλοδιδακτικά σχολεία και τρία σχολεία «ελληνικών μαθημάτων και επαγγελματικά», ενώ αποστολή του «κεντρικού σχολείου» της Αίγινας ήταν να προετοιμάζει, όσους θα ακολουθούσαν αργότερα ανώτερες σπουδές.

Αλλά και τη Δικαιοσύνη οργάνωσε ο κυβερνήτης συγκροτώντας επιτροπή ειδικών νομομαθών, που είχαν σπουδάσει στο εξωτερικό, και ίδρυσε δικαστήρια, ενώ συντάχθηκε και ο «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας».

Το μεγαλύτερο, όμως, κομμάτι της προσφοράς του ήταν οι διπλωματικές του ενέργειες για τον καθορισμό των συνόρων του νέου Ελληνικού Κράτους. Χάρις στις δικές του προσπάθειες με το πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 στο ανεξάρτητο, πλέον, ελληνικό κράτος συμπεριλαμβάνονταν εκτός της Πελοποννήσου και ορισμένων νησιών και το μεγαλύτερο τμήμα της Στερεάς και η Εύβοια, ενώ το Σεπτέμβρη του 1831, σχεδόν ταυτόχρονα με τη δολοφονία του, πέτυχε να οριστεί ως βόρειο σύνορο της χώρας η γραμμή απ’ τον Παγασητικό ως το Αμβρακικό κόλπο.

Όλα αυτά και άλλα πολλά έγιναν επί Καποδίστρια. Εν τούτοις στις 27 Σεπτεμβρίου 1831 δολοφονήθηκε και μάλιστα από χέρια ελληνικά. Συνετέλεσαν σ’ αυτό, σίγουρα, τα διοικητικά και φορολογικά μέτρα, που έλαβε, αφού έθιγαν την οικονομικά και πολιτικά ισχυρή τάξη των προεστών, των ιδιοκτητών μεγάλων εκτάσεων γης και τους πλοιοκτήτες, κυρίως της Ύδρας.

Ο διορισμός, ακόμα, στις θέσεις «εκτάκτων επιτρόπων» ατόμων, που δεν προέρχονταν απ’ την παλιά «διοικητική αριστοκρατία», αποτελούσε πλήγμα για οικογένειες των επαρχιών, που κρατούσαν, συχνά από γενιά σε γενιά, την εξουσία.

Πέραν αυτών έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι ο Καποδίστριας λόγω άλλων προτεραιοτήτων δεν είχε κάνει πράξη την υπόσχεσή του για ανάδειξη νέας εθνοσυνέλευσης ως τον Απρίλη του  1828 και κυβερνώντας συγκεντρωτικά πήγε κόντρα στις επιθυμίες ενός λαού, που είχε ήδη  ψηφίσει τρία συντάγματα δημοκρατικά και φιλελεύθερα. Γι’ αυτό και στην αντιπολιτευτική παράταξη προστέθηκαν και αρκετοί διανοούμενοι, που απαιτούσαν πιο φιλελεύθερο καθεστώς, καθώς, επίσης, και οι διπλωματικοί αντιπρόσωποι της Γαλλίας και Αγγλίας, που θεωρούσαν τον Καποδίστρια όργανο της ρωσικής πολιτικής, αφού στο παρελθόν είχε χρηματίσει και Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας.

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες σημειώθηκαν εξεγέρσεις εναντίον του σε Μάνη, Ανατολική Στερεά και Ύδρα, κάηκαν απ’ το φίλο του Μιαούλη τα δύο μεγαλύτερα πλοία του στόλου και γράφονταν στην Ύδρα πύρινα άρθρα εναντίον του Κυβερνήτη.

Όλα αυτά τον έκαναν  καχύποπτο, θεώρησε τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη ως υπεύθυνο για την εξέγερση της Μάνης χωρίς, όμως, αποδείξεις και τον έκλεισε στη φυλακή, ενώ έλαβε παράλληλα σκληρά μέτρα εναντίον όλων των αντιπάλων του.

Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες η αντιπαράθεση οξύνθηκε ακόμη περισσότερο και  ο Γεώργιος και Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης, γιος και αδελφός του Πετρόμπεη, τον δολοφόνησαν αφήνοντας ορφανό ένα ολόκληρο έθνος, που εκείνη την ώρα τον χρειάζονταν τόσο πολύ.

Έτσι, άνοιξε, δυστυχώς, ο δρόμος της απόλυτης μοναρχίας και της βαυαροκρατίας στην Ελλάδα, μια που οι «προστάτριες δυνάμεις» με το πρόσχημα, ότι δήθεν ο λαός μας δεν είναι ώριμος και ικανός να αυτοδιοικηθεί, αφού «τρώει» και σκοτώνει ακόμα και τα άξια τέκνα του, μας επέβαλαν τον Όθωνα και την παρέα του χάνοντας τη μοναδική ευκαιρία να οργανώσουμε ελληνικά το κράτος μας και σε στέρεες βάσεις

Σήμερα, 182 χρόνια μετά το θάνατό του ακόμα το προσπαθούμε, αλλά, δυστυχώς, προκοπή δεν κάνουμε.