Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ανάπα: Ο ήλιος της Ρωσίας

Δημοσίευση: 18 Δεκ 2016 16:32

Η πόλη Ανάπα της Ρωσίας, με την οποία αδελφοποιήθηκε η Λάρισα, βρίσκεται πολύ μακριά μας σε απόσταση, αλλά πολύ κοντά μας όσον αφορά τις ιστορικές μνήμες, τόσο από την αρχαιότητα όσο και από τα νεότερα χρόνια.

Συνδέεται με τη νεότερη αλλά και την αρχαία ελληνική ιστορία. Η αδελφοποίηση των δύο πόλεων εντάσσεται στο πλαίσιο του Έτους 2016 Ελλάδας-Ρωσίας.

Στην ανατολική ακτή του Εύξεινου Πόντου, στην Ανάπα, υπάρχουν απτά δείγματα των ιστορικών και πολιτιστικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών. Στο αρχαιολογικό μουσείο της αρχαίας ελληνικής Γοργιππίας, που βρίσκεται στη σημερινή πόλη Ανάπα, άναψε φέτος στα μέσα Μαΐου μια ιερή φλόγα, κατά την έναρξη του 1ο Διεθνούς Πολιτιστικού και Αθλητικού Φεστιβάλ «Ερμαία».

Η Ανάπα σήμερα είναι μια πόλη τουριστική στην επαρχία Κρασνοντάρ στη βόρεια ακτή της Μαύρης θάλασσας, που στο κέντρο της φέρνει έντονα τα σημάδια της ελληνικής αρχαιότητας. Είναι τα ερείπια της αρχαίας ελληνικής πόλης Γοργιππίας. Στο μουσείο της πόλης Κρασνοντάρ συναντά κανείς αρχαιολογικά ευρήματα που θυμίζουν τον ερχομό σ΄αυτή τη μακρυνή γη των Ελλήνων αποίκων. Όμως δίπλα στα μνημεία υπάρχει εκεί ένα κομμάτι του νεότερου ελληνισμού. Από τους 60.000 κατοίκους της πόλης οι 3.500 είναι Έλληνες, που εγκαταστάθηκαν σ΄αυτή το 19ο αι. Το 60% περίπου είναι Πόντιοι. Η Ελληνική Κοινότητα της Ανάπα είναι ιδιαίτερα δραστήρια και ενδιαφέρεται για την διατήρηση των παραδόσεων και την ισχυροποίηση των δεσμών με την Ελλάδα. Διαθέτει το ελληνικό λαϊκό θέατρο «Ελευθερία» , μοναδικό θέατρο στη Ρωσία στην ελληνική γλώσσα, το λαϊκό συγκρότημα ποντιακού ελληνικού χορού «Γοργιππία», το λαϊκό συγκρότημα ελληνικού χορού «Γκελειός» και την ποδοσφαιρική ομάδα «Πόντος». Ο κόσμος ασχολείται με τον τουρισμό και οινοποιία. Η παραλία του χωριού ονομάζεται σ’ όλες τις γλώσσες «ΠΑΡΑΛΙΑ» και πολλά ξενοδοχεία έχουν ελληνικά ονόματα.

Η ανασκαφή της αρχαίας Γοργιππίας ξεκίνησε το 1982 και ολοκληρώθηκε το 1989-91. Κατά τη διάρκεια σωστικών ανασκαφών στην περιοχή βρέθηκαν χρυσά κοσμήματα, νομίσματα, γυάλινα σκεύη που εκτίθενται στο κρατικό μουσείο Κρασνοντάρ. Τα υπόλοιπα αντικείμενα, αγάλματα και αναθηματικές στήλες εκτίθενται στο υπαίθριο μουσείο στην Ανάπα, στα ερείπια της αρχαίας Γοργιππίας.

Tα πρώτα ελληνικά ευρήματα χρονολογούνται το 10ο αι. π.Χ. Η συστηματικότερη όμως εγκατάσταση στην περιοχή ταυτίζεται με τον ελληνικό αποικισμό του 8ου αι. όταν οι Μιλήσιοι ίδρυσαν την Ηράκλεια και τη Σινώπη η οποία με τη σειρά της ίδρυσε την Τραπεζούντα, που θα αποτελέσει το κέντρο του ποντιακού ελληνισμού στα νεότερα χρόνια.

Η Γοργιππία ιδρύθηκε από το Γόργιππο, αδερφό του Λεύκωνα, τον 6ο αι. π.Χ., στη θέση των πρωιμότερων οικισμών των Σκυθών και του λαού των Σίνδων. Σύμφωνα με το Στράβωνα η πόλη αποτελούσε λιμένα με εμπορική και αγροτική δραστηριότητα. Οι αρχαίοι Έλληνες προτίμησαν την περιοχή, γιατί είχε εύφορη γη- είναι και σήμερα ο σιτοβολώνας της Ρωσίας- γιατί είχε ένα λιμάνι απ΄ όπου ξεκινούσαν καράβια φορτωμένα με σιτάρι και καρπούς για τους πολίτες της αρχαίας Αθήνας. Ένα χάλκινο άγαλμα του Γόργιππου κοσμούσε την αγορά των Αθηνών, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για την προμήθεια αγροτικών προιόντων στους Αθηναίους σε δύσκολους καιρούς.

Η πόλη γνώρισε μεγάλη άνθιση τον 2ο και 3ο αιώνα π.Χ., Η Γοργιππία έλεγχε το θαλάσσιο εμπόριο στο ανατολικό τμήμα της Μαύρης Θάλασσας.

Τον 480 π.Χ. η Γοργιππία ενώθηκε με τις ελληνικές αποικίες της περιοχής σε ένα κράτος, το Βασίλειο του Βοσπόρου, ένα κράτος με μικτό πληθυσμό, Έλληνες και ντόπιους, που υιοθέτησαν την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό και έζησε μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. Η Γοργιππία δέχτηκε επιδρομές από τους Οστρογότθους, τους Ούνους, τους Αβάρους, και τους Τσερκέζους ,οι οποίοι της έδωσαν και το σημερινό της όνομα Ανάπα. Ο Μιθριδάτης ο Ευπάτωρ προσάρτησε τότε το βασίλειο του Βοσπόρου στο Βασίλειο του Πόντου και έκτοτε η ιστορία τους είναι κοινή.

Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, η περιοχή που εκτείνεται από τη Σινώπη έως τη Γεωργία, φιλοξένησε τη Δυναστεία των Κομνηνών που ίδρυσε την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.

Το 1300 κατακτήθηκε από τους Γενουάτες και μετονομάστηκε σε Μάπα (Mapa). Η κατοχή των Γενοβέζων διήρκεσε μέχρι την οθωμανική κατάκτηση το 1475.

Οι Οθωμανοί οχύρωσαν την πόλη και κατασκεύασαν φρούριο για την υπεράσπιση της από τους Ρώσους το 1791. Tο φρούριο της άντεξε επανειλημμένα στις επιθέσεις των Ρώσων ως την πολιορκία του 1829 που καταλήφθηκε από τον Ρωσικό στρατό. Η πόλη πέρασε στη Ρωσία μετά τη Συνθήκη της Αδριανούπολης το 1829.

Μετοικεσίες Ελλήνων προς τη Ρωσία άρχισαν να εμφανίζονται μετά τον γάμο της Ζωής/Σοφίας Παλαιολόγου με τον τσάρο Ιβάν Γ’ (1492) .

Στα τέλη του 17ου αιώνα και τις αρχές του 18ου, δημιουργούνται ελληνικές εμπορικές εστίες σε αστικά κέντρα της περιοχής. Οι Έλληνες της Κριμαίας που είχαν αδιάλειπτη παρουσία στη χερσόνησο, διατηρούσαν πάντα επαφές με τη Ρωσία. Αυτή την εποχή παρατηρείται προσέλευση νέων εποίκων από τα απέναντι παράλια του Πόντου, εδραίωση στενών εμπορικών σχέσεων και επέκταση των εποικισμών στην περιοχή της Αζοφικής Θάλασσας, στη Μαριούπολη και στους γύρω αγροτικούς οικισμούς.

Μετά τους δύο ρωσο-τουρκικούς πολέμους, η εποικιστική πολιτική της Αικατερίνης Β’ είχε ως αποτέλεσμα την προσέλκυση κυρίως χριστιανικών πληθυσμών ακόμη και από περιοχές του ελλαδικού χώρου (Πελοπόννησο, νησιά του Αιγαίου) που κατέφυγαν στην νότια Ρωσία για να γλιτώσουν από τους Οθωμανούς. Με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή (1774) προσφέρονταν ειδικά προνόμια σ’ όσους επιθυμούσαν να μετοικίσουν στα νέα εδάφη.

Το αρχικό όνομα της πόλης Κρασνοντάρ ήταν Αικατερινοντάρ και σήμαινε το «Δώρο της Αικατερίνης». Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, τον Δεκέμβριο του 1920, το Αικατερινοντάρ μετονομάστηκε σε Κράσνονταρ.

Οι νεοεγκατεστημένοι, ενισχύθηκαν αργότερα και από πληθυσμούς προερχόμενους από τον Πόντο, τις παραδουνάβιες ηγεμονίες και διάφορα μέρη της επαναστατημένης ελληνικής Ανατολής. Οι περισσότεροι ήρθαν στη νότια Ρωσία κατά την περίοδο από το 1860 έως περίπου το 1920 , μετά την Ποντιακή Γενοκτονία.

Καταλυτική για την εξέλιξη του ελληνικού στοιχείου υπήρξε η ίδρυση της πόλης της Οδησσού, με διάταγμα της Αικατερίνης Β’, το 1794. Η ραγδαία ανάπτυξη της πόλης προσέλκυσε πολλούς Έλληνες εμπόρους. Στην Οδησσό, όπως είναι γνωστό, ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία. Οι ελληνικές κοινότητες της περιοχής της Μαύρης Θάλασσας είχαν σημαντική συμβολή τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και σε προσφορά υλικών μέσων στον ελληνικό εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο Ιωάννης Βαρβάκης υπήρξαν τρεις εμβληματικές προσωπικότητες, που συνέβαλαν στην ανάπτυξη του σύγχρονου ελληνικού κράτους και παράλληλα συνέδεσαν τον ελληνισμό με τον ρωσικό κόσμο.

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ρωσική Επανάσταση προκάλεσαν δημογραφικές αναταράξεις στις περιοχές όπου κατοικούσε το ελληνικό στοιχείο. Οι μετοικεσίες προς την Ελλάδα και αργότερα, μετά τη 10ετία του ‘40 προς τα ενδότερα(στην Τασκένδη και άλλες πόλεις του Ουζμπεκιστάν) άλλαξαν την κοινωνική και πολιτιστική πολυμορφία στην περιοχή. Ο αστικός ελληνικός πληθυσμός μειώθηκε σημαντικά έναντι του αγροτικού (80% επί του συνόλου)κι αυτό στέρησε τις ελληνικές κοινότητες από την παραδοσιακή κοινωνική και πνευματική ηγεσία.

Ένα από τα κύρια παραδοσιακά κέντρα διαμονής του ελληνικού πληθυσμού στη Νότια Ρωσία, είναι και η παρευξείνια ζώνη της περιφέρειας του Κρασνοντάρ όπου βρίσκεται η Ανάπα. Η Ανάπα αποκαλείται σ’ όλα τα τουριστικά φυλλάδια «ο πιο φωτεινός ήλιος της Ρωσίας».

Η πόλη είναι τουριστικό θέρετρο της Μαύρης θάλασσας, έχει ένα υπέροχο ηλιόλουστο κλίμα το καλοκαίρι και πολλές αμμώδεις παραλίες. Διαθέτει πολλά ξενοδοχεία και αεροδρόμιο, θέατρα, πολιτιστικό κέντρο, είκοσι εννέα (29) δημόσιες βιβλιοθήκες. Στην Ανάπα υπάρχουν το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, το Αρχαιολογικό Μουσείο της Γοργιππίας, το καταφύγιο άγριας ζωής της Bolshoy Utrish και το Οθωμανικό φρούριο της πόλης.

Βέβαια εμείς τώρα στην καρδιά του χειμώνα σκεφτόμαστε Ρωσία και παγώνουμε. Κι όμως η περιοχή αυτή αποτελεί εξαίρεση. Είναι μια μοναδική «νησίδα», η οποία βρίσκεται κοντά στις τροπικές ζώνες, όπου σπάνια πέφτει χιόνι και η θερμοκρασία διατηρείται σταθερά άνω του μηδενός και στα μέσα Φεβρουαρίου. Έχει ήλιο 280 μέρες τον χρόνο και είναι ένα από τα σπουδαιότερα παραθεριστικά κέντρα της χώρας. Εδώ υπάρχουν αμμουδιές ,η θάλασσα είναι ρηχή, θερμαίνεται γρήγορα και δεν έχει ισχυρά ρεύματα. Ευκαιρία λοιπόν τώρα με την αδελφοποίηση να γίνει η πόλη τουριστικός προορισμός και για τους Λαρισαίους.

* Από τον Αποστόλη Σουρλαντζή

Ο Αποστ. Σουρλαντζής είναι αντιδήμαρχος Περιβάλλοντος