Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΕΠΙΚΑΙΡΑ

24 Απριλίου 1935: Η εκτέλεση του Αναστάσιου Παπούλα, Διοικητού Στρατιάς Μ. Ασίας

Δημοσίευση: 23 Απρ 2017 15:30

Η κατάρρευση του δημοκρατικού πολιτεύματος και του βενιζελισμού ξεκίνησε από το κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 που έκανε η βενιζελική παράταξη και που τελικά απέτυχε. Αρχίσει από τότε η επαναφορά της βασιλείας με τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ και εν συνεχεία της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου του Ιωάννη Μεταξά.

Στο κίνημα αυτό, έγιναν αδιανόητες ενέργειες ορισμένων υψηλόβαθμων αξιωματούχων βενιζελικών όπου άλλες εντολές είχαν πάρει από την Ε.Σ.Ο. (Ελληνική Στρατιωτική Οργάνωση) και άλλες έκαναν. Για παράδειγμα ο αντιναύαρχος Ιωάννης Δεμέστηχας, αρχηγός του επαναστατικού στόλου, που μετά την πετυχημένη επανάσταση, αντί να κατευθύνει το στόλο του ναυτικού (με πρωτοπόρο το θωρηκτό «Αβέρωφ») προς τη Βόρεια Ελλάδα - σύμφωνα με τις οδηγίες που πήρε -, τον οδήγησε στην Κρήτη όπου ήταν ο Βενιζέλος. Αλλά και ο αντιστράτηγος Δημήτρης Καμένος που ήταν διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού, ενώ επαναστάτησε δεν κινήθηκε προς τη Θεσσαλονίκη. Ο αξιωματικός και μέλος της τριμελούς επιτροπής της Ε.Σ.Ο. Στέφανος Σαράφης δεν αναχώρησε με τρένο την 28η Φεβρουαρίου για τη Θεσσαλονίκη όπου ήταν υπεύθυνος των στρατιωτικών μονάδων της Βόρειας Ελλάδας αλλά παρέμεινε στην Αθήνα.

Ο Βενιζέλος για την αρχηγία του κινήματος ήθελε έναν στρατιωτικό παράγοντα όπως τον Πλαστήρα. Αντέδρασε όμως ο Σαράφης στην επιλογή αυτή, ενώ ο Οθωναίος και ο Καμένος αρνήθηκαν την αρχηγία του κινήματος που τους πρότεινε ο Βενιζέλος. Μέσα σε αυτές τις αντιξοότητες και ενώ η τριμελής επιτροπή αποφάσισε το κίνημα να γίνει στην 1η Μαρτίου 1935, στις 27 Φεβρουαρίου ο Βενιζέλος από την Κρήτη στέλνει επιστολή προς την τριμελή επιτροπή με τον Σκουλά για ολιγοήμερη αναβολή του κινήματος, που όμως έφτασε την 1η Μαρτίου όταν το κίνημα είχε αρχίσει. Ο Πλαστήρας είχε ήδη φύγει από τη Νίκαια της Γαλλίας για την Ελλάδα αλλά τελικά οι Ιταλοί δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει με το ιδιωτικό ναυλωμένο αεροπλάνο που νοίκιασαν τα παιδιά του Βενιζέλου και δεν έφτασε ποτέ στην Ελλάδα.

Έτσι το κίνημα έμεινε χωρίς υπεύθυνο αρχηγό και η κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη έστειλε τον Γεώργιο Κονδύλη με το βαθμό του αρχιστράτηγου στη Θεσσαλονίκη να διαλύσει κάθε επαναστατική στρατιωτική δύναμη, όπως του αρχιστράτηγου Δημητρίου Καμένου του Δ΄ Σώματος Στρατού που όταν ο Κονδύλης έφτασε με το στρατό στη γραμμή του Στρυμόνα, ο Καμένος έκρινε ότι υστερούσε στρατιωτικά έναντι του Κονδύλη, υποχώρησε χωρίς μάχη και ο Κονδύλης είπε το περίφημο και αθέλητα προφητικό: «Εδώ σε αυτά τα θολά και παγωμένα νερά του Στρυμόνα, πέθανε η Δημοκρατία».

Οι συνέπειες του κινήματος αυτού για την δημοκρατική παράταξη ήταν τραγικές και ανεπανόρθωτες καθώς δύο χιλιάδες περίπου βενιζελικοί αξιωματικοί αποτάχθηκαν από τον στρατό. Επιπλέον, παρότι κάθε κίνδυνος του κινήματος είχε εξαλειφθεί, η κυβέρνηση του Τσαλδάρη και του Ιωάννη Μεταξά διατήρησαν παράνομα τον στρατιωτικό νόμο και άρχισαν να στήνουν στρατοδικεία καταδίκης όλων των συμμετεχόντων στο κίνημα.

Το πρώτο έγινε στις 18 Μαρτίου 1935 με πρόεδρο του στρατοδικείου τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο και κατηγορούμενους τον Στέφανο Σαράφη, τον Χριστόδουλο Τσιγάντε, τον Ι. Τσιγάντε, τους Λ. Σπάη, Ι. Στεφανάκο, Μαρσέλο, Τριανταφυλλίδη, Μαλαγάρη κ.α. Ορισμένοι πολιτικοί και στρατιωτικοί παράγοντες συνέστησαν στον Τσαλδάρη να μην επιβληθεί καμιά θανατική καταδίκη, άποψη την οποία είχε και ο Μπακόπουλος αλλά και ο ίδιος ο Τσαλδάρης, ενώ καταδίκη σε θάνατο ήθελαν ο Μεταξάς, Ι. Ράλλης και Κονδύλης. Έτσι η απόφαση του στρατοδικείου ήταν ισόβια δεσμά για τον Σαράφη, τους αδελφούς Τσιγάντε και τον Σπάη και για τους άλλους μικρότερες ποινές.

Η απόφαση του στρατοδικείου δεν ικανοποίησε τον Μεταξά και τους βασιλόφρονες ομοϊδεάτες του, που αποκαλούνταν «Γίγαντες» (αυτούς που πριν 20 χρόνια τους έλεγαν «Επίστρατους»), και έτσι άρχισαν διαδηλώσεις σε μεγάλες πόλεις της Ελλάδας για θανατικές καταδίκες των υπόλοιπων κατηγορουμένων στο κίνημα. Τότε, ο Τσαλδάρης για να τους κατευνάσει εξέδωσε σε μία ημέρα, την 1η Απριλίου, τέσσερις συντακτικές πράξεις με τις οποίες θεσπίζονταν: α) κατάργηση της Γερουσίας, β) άρση της ισοβιότητας των δικαστών, γ) αναστολή της μονιμότητας των δημόσιων υπαλλήλων και δ) εκκαθάριση των οργανισμών δημόσιου δικαίου». (βιβλ. 1 σελ 118)

Τα στρατοδικεία όμως συνέχισαν το έργο τους και έτσι στις 5 Απριλίου το έκτακτο στρατοδικείο Θεσσαλονίκης που δίκαζε κινηματίες της μεραρχίας Σερρών που υπάγονταν στο Γ΄ Σώμα Στρατού του διοικητή Αλέξανδρου Παπάγου, καταδίκασε σε θάνατο τον Ίλαρχο Στυλιανό Βολάνη από τα Χανιά της Κρήτης και γιο του μακεδονομάχου Γιώργου Βολάνη. Οι υπόλοιποι δικάστηκαν σε ισόβια δεσμά. Ο Βολάνης στα δευτερόλεπτα της εκτέλεσής του ζητωκραύγασε: «Η Δημοκρατία θα νικήσει! Ζήτω η Δημοκρατία!» Η εκτέλεσή του έγινε στις 5 Απριλίου 1935 και όταν το έμαθε ο Τσαλδάρης έπαθε ισχυρό νευρικό κλονισμό και για πολλές μέρες δεν βγήκε από το σπίτι του.

Μέχρι τις 14 Μαΐου 1935 που δημοσιεύθηκε η άρση του στρατιωτικού νόμου πέρασαν από στρατοδικείο ανά τη χώρα 1130 ιδιώτες και στρατιωτικοί. Σε θάνατο καταδικάστηκαν 60 ερήμην και από αυτούς 55 ήταν εκτός Ελλάδας όπως ο Ελ. Βενιζέλος, Ν. Πλαστήρας, Δ. Καμένος, Ι. Κούνδουρος, Ε. Τσανακάκης κ.α. Τελικά, εκτελέστηκαν μόνο τρεις (Βολάνης, Παπούλας, Κοιμήσης).

Το τελευταίο στρατοδικείο με πρόεδρο τον υποπτέραρχο Γεώργιο Ρέππα άρχισε να δικάζει στις 13 Απριλίου τα στελέχη της «Δημοκρατικής Άμυνας» που πρόεδρος ήταν ο αντιστράτηγος ε.α. Αναστάσιος Παπούλας (1857-1935). Ο Παπούλας ήταν ο διοικητής της Στρατιάς Μικράς Ασίας από το 1920 έως 1922 αλλά και ο σημαντικότερος μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη των έξι, όπου καταδικάστηκαν σε θάνατο οι υπεύθυνοι της Μικρασιατικής Καταστροφής ως αποτέλεσμα των πολιτικών και στρατιωτικών λαθών τους. Τα λάθη αυτών στέρησαν από τον ελληνικό λαό τη δόξα και το μεγαλείο της Συνθήκης των Σεβρών με την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, γιατί επανέφεραν στην Ελλάδα τον γερμανόφιλο βασιλιά Κωνσταντίνο στην κυριότερη φάση και στιγμή της νεότερης ελληνικής Ιστορίας.

Ο Παπούλας λοιπόν, με τον υποστράτηγο Μιλτιάδη Κοιμήση (1878-1935) που ήταν και αυτός μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη των έξι, τους συνταγματάρχες Δημήτριο Βακκά, Σκανδάλη, Μπιτζάνη, Π. Κατσώτα, Β. Ντερτιλή και Σπύρο Παπούλα δικάστηκαν για συμμετοχή στο κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 με όχι σοβαρά πειστήρια συμμετοχής και όμως ο Κονδύλης ήθελε τον Παπούλα και τον Κοιμήση να δικαστούν με την εσχάτη των ποινών, σε θάνατο και το πέτυχε, ενώ οι υπόλοιποι καταδικάστηκαν σε διάφορες ποινές φυλάκισης.

Η εκτέλεσή τους έγινε στις 24 Απριλίου 1935 Μεγάλη Τετάρτη και οι δύο αντιστράτηγοι την ώρα της εκτέλεσης ζητωκραύγασαν και αυτοί υπέρ της Δημοκρατίας. Ο Παπούλας στους στρατιώτες του εκτελεστικού αποσπάσματος που είχαν παραταχθεί μπροστά του, με ολύμπια ψυχραιμία και με φωνή σταθερή και επιβλητική είπε τα εξής: «Παιδιά μου, δεν έχω κανένα παράπονο μαζί σας, διότι γνωρίζω ότι εκτελείτε διαταγές. Θέλω όμως να γνωρίζετε ποιους στρατηγούς έχετε απέναντί σας. Μπροστά σας είναι δύο στρατηγοί των οποίων την εθνική δράση γνωρίζουν καλά και ο ελληνικός λαός και ο ελληνικός στρατός και οι αξιωματικοί που παρευρίσκονται κατά τη στιγμή αυτή της εκτέλεσής μας, διότι έχουν υπηρετήσει υπό τις διαταγές μας. Τα όπλα αυτά που έχετε στρέψει εναντίον μου δεν με φοβίζουν! Τα γνωρίζω διότι τα έχω δοξάσει ! … Θέλω μόνο να διακηρύξω την τελευταία αυτή στιγμή της ζωής μου την πικρία και το παράπονο που αισθάνομαι, διότι το έκτακτο στρατοδικείο Αθηνών, παρασυρόμενο από κακή αντίληψη, εξέδωσε την λανθασμένη αυτή απόφαση που πρόκειται να εκτελέσετε. Με κατηγόρησαν ως προδότη της Πατρίδας! Η Ιστορία θα αποδείξει ότι δεν υπήρξα προδότης! Αν έπραξα κάτι στη ζωή μου, αυτό ήταν το καθήκον μου απέναντι στην πατρίδα και αγωνίσθηκα για την τιμή της. Ζήτω η Πατρίδα»! (βιβλ.2, σελ.471)

Αμέσως μετά οι σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος έθεσαν τέρμα στη ζωή του 78χρονου Αναστάσιο Παπούλα και του 57χρονου Μιλτιάδη Κοιμήση. Δύο αντιστράτηγοι ε.α. με πολλούς αγώνες και μεγάλη προσφορά στην Ελλάδα και την Δημοκρατία κατά τη διάρκεια της πολυτάραχης ζωής τους.

Βιβλιογραφία:

1. «Φοβερά Ντοκουμέντα – 1η Μαρτίου 1935» Κ.Π. ΚΑΛΛΙΓΑΣ, εκδ. Φυτράκη, Αθήνα 1974

2. Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «ΗΛΙΟΥ», τόμος 15, Αθήνα 1957

Από τον Στέφανο Παπαγεωργίου

* Ο Στέφανος Παπαγεωργίου είναι τεχνολόγος μηχανικός – ιστορικός μελετητής

Gallery άρθρου