Άρα μόνη διέξοδος είναι οι ποιοτικές καλλιέργειες, η αύξηση των εσόδων μέσω της ιδιοτυποποίησης των πόρων της, οι κοινές συνεργατικές δράσεις και η μείωση του κόστους παραγωγής, τόσο με εξοικονόμηση, όσο και με ειδικές ενισχύσεις των ποιοτικών προϊόντων». Η Οικολογική Θεσσαλία παίρνει θέση γιατί η πρόταση που προχωρά στη διαχείριση των υδατικών πόρων αποτελεί μονόδρομο. Σε σχετικό δελτίο Τύπου αναφέρει τα εξής: «Περάσανε πάνω από δύο μήνες από τη στιγμή που ο πλανήτης μας εξήντλησε τους πόρους που διέθετε για την παρούσα χρονιά, ένα τεράστιο ζήτημα, το οποίο δεν έτυχε της αντίστοιχης προβολής, σε σχέση με τη σημασία του, και φάνηκε ότι, τελικά, ελάχιστα μας προβλημάτισε. Φαίνεται να μην ανησυχούμε ιδιαίτερα για το γεγονός ότι δανειζόμαστε συνεχώς πόρους, ακόμη και από τα μόνιμα αποθέματα, τα οποία δεν ανανεώνονται, και υποθηκεύουμε το μέλλον των επόμενων γενεών, κάτι που θα μας οδηγήσει κάποια στιγμή (όχι στο πολύ μακρινό μέλλον) σε ένα αδιέξοδο χωρίς επιστροφή. Αντί, λοιπόν, να στραφούμε σε πρακτικές βιωσιμότητας και αειφορίας, συνεχίζουμε ακάθεκτοι στον δρόμο της μεγέθυνσης, παίζοντας με τα όριά του. Μια ενδεικτική απόπειρα αντίστοιχης πρακτικής είναι αυτό που συζητείται αυτές τις ημέρες στη Θεσσαλία, αναφορικά με το θέμα της διαχείρισης των υδατικών πόρων, όπου πολλοί εκπρόσωποι των φορέων της περιοχής, έχουν ξεκινήσει ένα αγώνα κατά της πρότασης της Ε.Γ.Υ. και του ΥΠΕΝ, η οποία υιοθετεί, επιτέλους, την κατεύθυνση του σταδιακού νοικοκυρέματος της διαχείρισης των υδατικών πόρων της περιοχής, το οποίο πρόκειται να επέλθει από την εξοικονόμηση και τη μείωση της σπατάλης. Αντί αυτού, από τους εκπροσώπους των φορέων, με προεξάρχουσα την Περιφερειακή Αρχή, προτείνεται, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, η σύναψη ενός ακόμη δανείου, όπως αυτά που μας φέρανε στην κατάσταση που βιώνουμε. Να δανειστούμε, λοιπόν, νερά από μια άλλη υδρολογική λεκάνη και να εξαντλήσουμε και άλλους πόρους, χωρίς να κάνουμε τίποτα για την αναπλήρωσή τους και η σπατάλη να γίνει ακόμη μεγαλύτερη. Γιατί όμως, να γίνει η επιλογή ενός ανέφικτου έργου εκτροπής, το οποίο δεν πρόκειται να λάβει έγκριση, επειδή θα είχε τεράστιες, αρνητικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικοπολιτισμικές, συνέπειες, τη στιγμή που, σχεδόν, όλοι συμφωνούμε στην αναγκαιότητα μείωσης των ποσοτήτων στα 450 m3 ανά στέμμα, η οποία, σε συνδυασμό με τα προτεινόμενα έργα για ταμίευση υδάτων στη Θεσσαλία, μπορεί να επαναφέρει την κατάσταση σε επιθυμητό επίπεδο βιωσιμότητας σε βάθος 60 ετών, χωρίς να προκύπτουν προβλήματα για τις αρδευόμενες εκτάσεις, χωρίς καμία μείωσή τους; Από τους θιασώτες της εκτροπής προβάλλεται, παραπλανητικά, το επιχείρημα του υποτιθέμενου μειωμένου κόστους, κάτι που όμως δεν ισχύει, αφού τεχνηέντως αποκρύπτεται το κόστος των απαιτούμενων δικτύων μεταφοράς, κόστος των οποίων υπολογίζεται ότι θα είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτά των μικρών έργων ταμίευσης, τα οποία είναι και συγχρηματοδοτούμενα και άρα στο 1/5 της τιμής. Το ζήτημα του επιλεγόμενου παραγωγικού μοντέλου είναι, επίσης, καθοριστικό για το θέμα που μας απασχολεί. Η χώρα μας και η Θεσσαλία ειδικότερα δεν μπορεί να ακολουθήσει ένα εντατικό μοντέλο, αφού ούτε η διάρθρωση της έγγειας ιδιοκτησίας, ούτε το περιβάλλον ανταγωνιστικότητας το επιτρέπουν, άρα η μόνη διέξοδος είναι οι ποιοτικές καλλιέργειες, η αύξηση των εσόδων μέσω της ιδιοτυποποίησης των πόρων της, οι κοινές συνεργατικές δράσεις και η μείωση του κόστους παραγωγής, τόσο με εξοικονόμηση, όσο και με ειδικές ενισχύσεις των ποιοτικών προϊόντων. Και βεβαίως όλα τα παραπάνω σχετίζονται με τη βιωσιμότητα και την αειφορία ως στρατηγική της κοινωνικής και οικονομικής ευημερίας. Άλλωστε, στο μέλλον (αρκετά σύντομα) οι χρησιμοποιούμενες ποσότητες νερού για τα παραγόμενα αγροτικά προϊόντα θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της τιμής τους, τόσο μέσω ειδικών ρυθμίσεων, όσο και μέσω των καταναλωτικών αιτημάτων για τη διασφάλιση της περιβαλλοντικής υπευθυνότητας κατά την παραγωγή. Η αγροδιατροφική μετάβαση θα γίνει με τέτοιους όρους και όσοι δεν μεριμνήσουν έγκαιρα για την τήρησή τους θα αντιμετωπίσουν πολλαπλά προβλήματα. Επιπλέον το νέο πλαίσιο των κοινοτικών ενισχύσεων πρόκειται να έχει άλλον προσανατολισμό και να κατευθύνεται σε περιοχές Υψηλής Φυσικής Αξίας, που σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συνδυαστούν με κανενός είδους περιβαλλοντική επιβάρυνση. Άρα τι πρέπει να γίνει στην περίπτωση της επικείμενης αναθεώρησης των σχεδίων διαχείρισης; Είναι επιτακτική ανάγκη να δούμε το θέμα ως μια ευκαιρία να δημιουργήσουμε, επιτέλους, τις προϋποθέσεις για τη σταδιακή επίλυση του υδατικού προβλήματος στη Θεσσαλία, μέσω εξοικονόμησης, με την εκτέλεση των απαιτούμενων έργων ταμίευσης και μείωσης των απωλειών, με την παροχή ισχυρών κινήτρων στους Θεσσαλούς αγρότες σε πολλά επίπεδα, όπως επιδοτήσεις συστημάτων ορθολογικής άρδευσης, μείωση ενεργειακού κόστους, ελκυστικές ενισχύσεις μη υδροβόρων καλλιεργειών, την αξιοποίηση της κυκλικής οικονομίας κ.ο.κ. Έχουμε τώρα μια μεγάλη ευκαιρία να νοικοκυρευτούμε και να σταματήσουμε τον φαύλο κύκλο του δανεισμού πόρων. Είδαμε τόσες δεκαετίες να περνούν, χωρίς ουσιαστική δραστηριοποίηση, περιμένοντας την απατηλή εκτροπή. Ας πάψουμε να μένουμε αδρανείς, ας ξεκινήσουμε τώρα να ωριμάζουμε τα έργα, να αναπληρώνουμε τις απώλειες, και να εξοικονομούμε, οδεύοντας προς τη βιωσιμότητα και την αειφορία, με παραγωγή πλούτου για τους Θεσσαλούς αγρότες και με δίκαιη αναδιανομή του».
Οικολογική Θεσσαλία