ΛΑΡΙΣΑ. Μια εικόνα, χίλιες λέξεις

Η "Βίλα Λαχτάρα": Το αρχοντικό Αναγνωστοπούλου

Δημοσίευση: 06 Οκτ 2019 16:32
Το αρχοντικό Αναγνωστοπούλου (Βίλα Λαχτάρα) όπως το αποτύπωσε ο χρωστήρας του συμπολίτη μας Αγήνορα Αστεριάδη. 1976 Το αρχοντικό Αναγνωστοπούλου (Βίλα Λαχτάρα) όπως το αποτύπωσε ο χρωστήρας του συμπολίτη μας Αγήνορα Αστεριάδη. 1976

Στη συνοικία του Αγίου Κωνσταντίνου (τουρκικά Καραγάτς μαχαλάς), στο ύψος της οδού Αδριανού 12, γωνία με την οδό Καλλιάρχου, βρισκόταν ένα όμορφο αρχοντικό της παλιάς Λάρισας από την περίοδο της τουρκοκρατίας, το οποίο διατηρούνταν περίπου μέχρι το 1980 ερειπωμένο και ακατοίκητο.

Το κτίριο αυτό ήταν επίσημα γνωστό ως κατοικία Αναγνωστοπούλου και αποτελούσε ένα χαρακτηριστικό δείγμα αστικής αρχιτεκτονικής των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας.

Υπάρχουν σήμερα πολλοί συμπολίτες μας κάποιας ηλικίας οι οποίοι θα τη θυμούνται με το όνομα «Βίλα Λαχτάρα». Ήταν μια μυστηριώδης και εγκαταλειμμένη κατοικία της Λάρισας, η οποία με την πάροδο του χρόνου είχε εμφανίσει στην εξωτερική της όψη έντονα τα σημάδια ερειπωμένου κτίσματος. Τις νυκτερινές ώρες ιδιαίτερα η όψη της έπαιρνε μια μορφή που φόβιζε όποιον την αντίκριζε, γι' αυτό και η λαϊκή προκατάληψη της έδωσε το όνομα "Βίλα Λαχτάρα". Στο σημερινό σημείωμά μας, με τη βοήθεια του έργου του Αγήνορα Αστεριάδη θα σκιαγραφήσουμε το κτίσμα με το κακόηχο αυτό όνομα.

Σύμφωνα με τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Σόλωνα Κυδωνιάτη, ο οποίος μελέτησε προσωπικά το αρχοντικό αυτό και δημοσίευσε μια σχετική μελέτη[1], οικοδομήθηκε τη δεκαετία 1830 από Ηπειρώτες μαστόρους, τους Κουδαραίους[2] όπως ονομάζονταν τότε, για να στεγάσει προφανώς κάποιον Οθωμανό μπέη της πόλης. Με τη χρονολογία αυτή όμως δεν συμφωνούν αρκετοί, οι οποίοι πιστεύουν ότι σύμφωνα με τα δομικά του στοιχεία, χρονολογικά η κατασκευή του κατατάσσεται δύο με τρεις δεκαετίες αργότερα. Ο Βάσος Καλογιάννης υποστηρίζει ότι το κονάκι αυτό κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας είχε χρησιμοποιηθεί σαν Δημαρχείο και εκεί είχε εγκατασταθεί ο Τούρκος δήμαρχος της πόλης. Μάλιστα ισχυρίζεται ότι το κτήριο αυτό επισκέφθηκε και ο Γάλλος περιηγητής Leon Heuzey[3] κατά την επίσκεψή του στη Λάρισα το καλοκαίρι του 1858, για να συναντήσει τον Τούρκο δήμαρχο. Πάντως στις αρχές του 20ού αιώνα είναι γνωστό από δημοσιεύσεις ότι η οικία αυτή ήταν ιδιοκτησία του μουσουλμάνου Ρεσάτ Ελμάς. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και την ανταλλαγή των πληθυσμών περιέπεσε στην κατηγορία των ανταλλαξίμων κτιρίων, περιήλθε στη δικαιοδοσία του ελληνικού δημοσίου και τη διαχείρισή του ανέλαβε η Εθνική Τράπεζα. Το 1932 το αγόρασε από την Τράπεζα η Όλγα χήρα του Κωνσταντίνου Αναγνωστοπούλου. Κληρονομήθηκε από τον γιο της Ευθύμιο Κωνσταντίνου Αναγνωστόπουλο, κάτοικο Τρικάλων, ο οποίος υπήρξε και ο τελευταίος ιδιοκτήτης του αρχοντικού πριν την κατεδάφισή του το 1980.

Ευτυχώς έχουμε πολλές αποτυπώσεις του αρχοντικού αυτού τόσο σε χαρακτικά, όσο και σε φωτογραφίες, ώστε να μπορέσει να διατηρηθεί τουλάχιστον απεικονιστικά η αρχιτεκτονική του μορφή. Η πρώτη και από τις καλλίτερες απεικονίσεις είναι η θαυμάσια ελαιογραφία του ζωγράφου της Λάρισας Αγήνορα Αστεριάδη(1976), ακολουθούν το αρχιτεκτονικό σχέδιο της πρόσοψης από τον καθηγητή Σόλωνα Κυδωνιάτη της ίδιας περιόδου, το ελεύθερο σχέδιο της ζωγράφου Ντιάνας Αντωνακάτου[4] η οποία το σχεδίασε επί τόπου τον Μάιο του 1973, οι πίνακες του συντοπίτη μας Απόστολου Μακρή και της Ελένης Τσικαντέρη του 1968 και μερικών άλλων. Από τις φωτογραφίες υπάρχουν πολλές αφού η κατεδάφισή του ήταν σχετικά πρόσφατη. Ξεχωρίζει όμως αυτή του Τάκη Τλούπα[5], ο οποίος τη φωτογράφισε με την απαράμιλλη τέχνη του.

Όπως γίνεται αντιληπτό και από τον πίνακα του Αγήνορα Αστεριάδη που δημοσιεύεται, το αρχοντικό Αναγνωστοπούλου, ήταν ένα κτίριο διώροφο, με υπόγειο. Οι τοίχοι και στους δύο ορόφους ήταν δομημένοι με σκελετό από ξύλο (ξυλοδεσιές) και παραγεμισμένοι με πλίθινο υλικό, τον γνωστό τσατμά. Όλη αυτή η κατασκευή στηριζόταν πάνω σε πέτρινη ισχυρή θεμελίωση. Η πρόσοψη είχε νοτιοανατολικό προσανατολισμό και έβλεπε λοξά στη γωνία των οδών Αδριανού και Καλλιάρχου, αποτελούσε δε την πιο πλούσια διακοσμημένη πλευρά του κτίσματος. Ήταν διάτρητη από πολλά ανοίγματα, κατανεμημένα συμμετρικά και στους δύο ορόφους. Εκείνο όμως το οποίο την χαρακτήριζε ήταν η προεξοχή του επάνω ορόφου, σαν ένα είδος σαχνισί, η οποία στηριζόταν σε τέσσερις παχείς ξύλινους δοκούς, όμορφα δουλεμένους. Και οι τρεις επιφάνειες της προεξοχής, καλύπτονταν εξ ολοκλήρου με παράθυρα. Στο ύψος της στέγης, υπήρχε χαμηλό τριγωνικό αέτωμα, στο κέντρο του οποίου είχε ζωγραφισθεί παλαιότερα κάποια διακοσμητική παράσταση ιπτάμενου ζώου. Κάτω από την προεξοχή της πρόσοψης του επάνω ορόφου, βρισκόταν η κύρια είσοδος της κατοικίας, η πόρτα της οποίας ήταν σκαλιστή και προστατευόταν από σιδεριές[6].

Στο εσωτερικό η διαρρύθμιση ήταν απλή. Στο κέντρο κάθε ορόφου υπήρχε ο χώρος υποδοχής και περιμετρικά αναπτύσσονταν διάφορα δωμάτια. Τα ταβάνια και στους δύο ορόφους έφεραν όμορφες σκαλιστές διακοσμήσεις και στο κέντρο απλές ροζέτες. Στις κρεβατοκάμαρες υπήρχαν χωνευτά στον τοίχο ερμάρια, τα γνωστά και ως μεσάνδρες.

Μορφολογικά όλο το οίκημα έφερε τα παραδοσιακά στοιχεία των αρχοντικών της Δυτικής Μακεδονίας, όμως διαφαίνονταν στην όλη κατασκευή του και κάποιες νεοκλασικές επιρροές, όπως το τριγωνικό αέτωμα πάνω από την προεξοχή της πρόσοψης, η τοξωτή κατάληξη των παραθύρων της προεξοχής και η μορφή και το χρώμα από τα τζάμια σε όλα τα παράθυρα (βιτρώ).

Το αρχοντικό αυτό με τον καιρό εγκαταλείφθηκε, ερημώθηκε και στοίχειωσε, γι’ αυτό και ονομάσθηκε από τους Λαρισαίους «Βίλα Λαχτάρα», αφού η θέα του ερειπωμένου αυτού κτιρίου προξενούσε τον φόβο και εξήπτε τη φαντασία των περιοίκων και των περαστικών. Η μελέτη και καταγραφή του που έγινε από τον καθηγητή Σόλωνα Κυδωνιάτη συνοδεύτηκε και από πρότασή του να συντηρηθεί και να χρησιμοποιηθεί ως Λαογραφικό Μουσείο, τελικά όμως η πρόταση αυτή δεν ευοδώθηκε. Ο αμείλικτος χρόνος, η εκούσια εγκατάλειψη από τους ιδιοκτήτες, το ευαίσθητο του δομικού υλικού του και η αδιαφορία από την πολιτεία για να το περισώσει και να το συντηρήσει, το οδήγησαν τελικά γύρω στα 1980 στην κατεδάφιση.

-------------------------

[1]. Κυδωνιάτης Σόλων, Ένα αρχοντικό στη Λάρισα, Αθήναι (1977). Ο Σόλων Κυδωνιάτης (1906-(2001) ήταν διαπρεπής αρχιτέκτονας, καθηγητής του Μετσοβείου Πολυτεχνείου και ακαδημαϊκός.

[2]. Οι Κουδαραίοι ήταν μάστοροι της πέτρας από την Ήπειρο, οργανωμένοι σε συντεχνίες, τα περίφημα «μπουλούκια» και πήραν την ονομασία αυτή από τη συνθηματική και μυστική γλώσσα που χρησιμοποιούσαν τα «κουδαρίτικα».

[3]. Leon Heuzey, Excursion dans la Thessalie en 1858, Paris (1922). O Heuzey (1831-1922) ήταν Γάλλος αρχαιολόγος και κατά το διάστημα 1854-1858 εργάσθηκε στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή των Αθηνών.

[4]. Η Ντιάνα Αντωνακάτου (1921-2011) ήταν ζωγράφος από το Ληξούρι της Κεφαλονιάς και φίλη του ζεύγους Γιώργου και Λένας Γουργιώτη και κατ’ επέκταση του Λαογραφικού Ιστορικού Μουσείου της Λάρισας

[5]. «Λάρισα. Εικόνες του χθες», κείμενα Νίκου Νάκου, φωτογραφίες Τάκη Τλούπα, έκδοση της Δημοτικής Πινακοθήκης, Μουσείο Γεωργίου Κατσίγρα, Λάρισα (1986).

[6]. Γουργιώτης Γιώργος, Ο Λαϊκός νεοκλασικισμός στη Λάρισα, εφ. Αυτό, (Μάρτης 1986) σ. 9.

Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

nikapap@hotmail.com

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

INTERCOMM FOODS
DEREE 2-4-24
Μείνε μαζί μας

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass