Όπως είναι γνωστό, τον Ιανουάριο του 1833 αποβιβάσθηκε με τιμές στην πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους που τότε ήταν το Ναύπλιο, ο νέος βασιλιάς των Ελλήνων, ο νεαρός Όθων. Μαζί του τον συνόδευε η τριανδρία των αντιβασιλέων (ο κόμης φον Αρμανσπέργκ, ο φον Μάουρερ και ο αντιστράτηγος φον Χάιντεκ), με μια ομάδα υψηλόβαθμων πολιτικών και στρατιωτικών από την πατρίδα του τη Βαυαρία και ένα ευάριθμο σώμα εθελοντών στρατιωτών από τη χώρα τους. Αργότερα προστέθηκαν και αρκετοί άνθρωποι των γραμμάτων, της τέχνης και των επιστημών. Ο προορισμός όλων αυτών ήταν να συμβουλεύουν τον ανήλικο ακόμα ηγεμόνα στα αρχικά του βήματα και να τον βοηθήσουν στην οργάνωση και λειτουργία του νεοελληνικού κράτους σε όλους τους τομείς.
Στη διαμόρφωση του στρατιωτικού τομέα από τους επιτελείς του Όθωνα, παράλληλα με τον τακτικό στρατό του ελληνικού κράτους, σπουδαίο ρόλο κατείχε για κάποιο διάστημα και το λεγόμενο Επικουρικό Βαυαρικό Εκστρατευτικό Σώμα που είχε φέρει μαζί του ο νεαρός εστεμμένος. Η στρατιωτική αυτή μονάδα αποτελούνταν από 5.400 ξένους εθελοντές, στην πλειοψηφία τους Βαυαροί, οι οποίοι ήταν πολύ καλά εκπαιδευμένοι και κατάλληλα εξοπλισμένοι και αποτέλεσαν το πρότυπο των Ενόπλων Δυνάμεων του νέου κράτους. Ανάμεσα στα τόσα πολλά άτομα που επάνδρωναν τις τάξεις του Σώματος αυτού, φυσικό ήταν να υπηρετούν και πρόσωπα ευαίσθητα και καλλιεργημένα, τα οποία παράλληλα με τα στρατιωτικά τους καθήκοντα, ξεδίπλωναν και την προσωπική τους εσωτερική παρόρμηση και ανησυχία για λογοτεχνικές, επιστημονικές και καλλιτεχνικές δημιουργίες. Τα προικισμένα αυτά άτομα όταν ήλθαν σε επαφή με τη νεοελληνική πραγματικότητα, εντυπωσιάσθηκαν από μερικά πρωτόγνωρα και πρωτόγονα γι’ αυτούς γεγονότα, ήθη, έθιμα, θρησκευτικές ιεροτελεστίες. Επιπλέον γοητεύθηκαν από το όμορφο φυσικό τοπίο της χώρας μας και προσπαθούσαν να ανιχνεύσουν τη διαφορετική προσωπικότητα των Νεοελλήνων. Επηρεασμένοι απ’ όλη αυτήν την καθημερινή διαφορετικότητα που συναντούσαν και με τις ευαίσθητες κεραίες τους αναπεπταμένες, ασχολήθηκαν αποκλειστικά για δική τους ευχαρίστηση και προσωπική αναψυχή, σε διάφορους τομείς. Μερικοί περιέγραφαν στα προσωπικά τους ημερολόγια κάθε πράγμα που τους εντυπωσίαζε. Άλλοι αποτύπωναν στο χαρτί με μολύβι ή πινέλο και σύμφωνα με τη δική τους εικαστική αντίληψη ο καθένας, σχέδια, τοπία, αρχαιολογικούς χώρους, διάφορα σημαντικά γεγονότα στα οποία συνέβαινε να είναι παρόντες. Υπήρχαν και διάφοροι που καταπιάστηκαν με γεωλογικές, γεωπονικές, μετεωρολογικές, αρχαιολογικές και άλλες επιστημονικές αναζητήσεις.
Την άνοιξη του 1834 τμήμα του Βαυαρικού Εκστρατευτικού Σώματος, με επικεφαλής τον στρατηγό Christian von Schmaltz, επικουρούμενο και από Έλληνες στρατιωτικούς, βρισκόταν στην περιοχή της Λαμίας, κοντά στα σύνορα με την τουρκοκρατούμενη τότε Θεσσαλία, για την τακτική επιθεώρηση των ελληνικών στρατιωτικών σχηματισμών. Και ενώ η επιθεώρηση ήταν σε εξέλιξη, ο στρατηγός von Schmaltz μαζί με το επιτελείο του διατάχθηκαν από την κρατική εξουσία να μεταβεί με μυστική αποστολή στη Λάρισα, για συνομιλίες με τον πασά της πόλης. Οι συνομιλίες αυτές περιστρέφονταν γύρω από άμεσα σημαντικά θέματα τα οποία αφορούσαν τις δύο χώρες και βρίσκονταν σε εκκρεμότητα από καιρό. Το κυριότερο πρόβλημα ήταν η πλημμελής φύλαξη των συνόρων εκ μέρους των Οθωμανών, με αποτέλεσμα ληστρικές συμμορίες από τη Θεσσαλία να εισέρχονται εύκολα στο ελληνικό έδαφος, να λυμαίνονται διάφορες περιοχές και να επιστρέφουν πάλι ανενόχλητοι στην τουρκική επικράτεια. Την ελληνική αντιπροσωπεία αποτελούσαν εκτός από τον στρατηγό von Schmaltz, ο υπασπιστής του λοχαγός Max von Abel, ο λοχαγός των Γενικών Επιτελών Σκαρλάτος Σούτσος [2], ο υπολοχαγός των ιππέων κόμης Taufkirchen, ένας στρατιωτικός ιατρός και τμήμα έφιππων λογχοφόρων, οι οποίοι φρόντιζαν για την προστασία της αποστολής κατά τη διαδρομή.
Τα μέλη της αποστολής αυτής μέσω Δομοκού έφθασαν στη Λάρισα και αφού διάβηκαν την πύλη Φαρσάλων, πέρασαν εν πομπή στο εσωτερικό της πόλης, όπου έγιναν δεκτά από τον τουρκικό στρατό με μεγάλη επισημότητα. Κατευθύνθηκαν στο Διοικητήριο της πόλης, όπου εκεί τους περίμεναν οι τουρκικές αρχές. Επικεφαλής των Οθωμανών στην υποδοχή τους ήταν ο Μουσταφά Νουρή πασάς. Αποκορύφωμα των εκδηλώσεων για την υποδοχή της στρατιωτικής αποστολής του βασιλιά Όθωνα αποτέλεσαν η στρατιωτική παρέλαση και οι ασκήσεις μάχης που έγιναν στην περιοχή μετά τη μεγάλη λίθινη γέφυρα του Πηνειού και ονομαζόταν «Μεριάς», εκεί όπου σήμερα βρίσκονται το άλσος του Αλκαζάρ και οι αθλητικές εγκαταστάσεις. Την περίοδο εκείνη ο χώρος αυτός ήταν ένας απέραντος χέρσος τόπος και χρησίμευε για στρατιωτικά γυμνάσια. Τις εκδηλώσεις αυτές παρακολούθησαν από κοινού οι Τούρκοι επίσημοι και οι φιλοξενούμενοι στη Λάρισα αξιωματικοί και οπλίτες της ελληνικής αποστολής και πλήθος κόσμου.
[Συνέχεια]
-----------------------------------------
[1]. Και οι πέντε υδατογραφίες, με τη σχετική ανάλυσή τους, έχουν δημοσιευθεί στο βιβλίο: Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Η ΛΑΡΙΣΑ στα χαρακτικά των Ευρωπαίων περιηγητών (16ος - 19ος αιώνας), εκδόσεις «Θετταλός», Λάρισα (2006) σελ. 96-104.
[2]. Να σημειωθεί ότι ο ίδιος, έπειτα από 47 χρόνια ως αρχιστράτηγος των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, έμπαινε πρώτος στη Λάρισα στις 31 Αυγούστου 1881 ως απελευθερωτής.