Αυτή του 1893 ήταν η τρίτη στη σειρά και εκδηλώθηκε επί ημερών Χαριλάου Τρικούπη και Θεόδωρου Δηλιγιάννη, που εναλλάσονταν στην εξουσία τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Πριν αυτή εκδηλωθεί και συγκεκριμένα απ' το 1878 οι ελληνικές κυβερνήσεις, ύστερα από πενήντα χρόνια αποκλεισμού από τις διεθνείς αγορές, απέκτησαν ξαφνικά τη δυνατότητα να δανειστούν ποσά πρωτοφανή για την εποχή, χωρίς ωστόσο να τα αξιοποιούν σωστά παρά μόνο με τον τρόπο, που πολύ καλά γνωρίζουν οι Έλληνες πολιτικοί. Γι' αυτό, ο υπερδανεισμός αυτός οδήγησε στην υπερχρέωση, με αποτέλεσμα έως το 1884 το χρέος της χώρας να έχει σχεδόν τριπλασιασθεί, το 1887 να έχει τετραπλασιασθεί και πριν τη πτώχευση του 1893 να έχει σχεδόν επταπλασιασθεί υπερβαίνοντας το 175% του ΑΕΠ.
Ο Τρικούπης και ο Δηλιγιάννης, που κυριαρχούσαν, όπως είπα, στην πολιτική σκηνή αυτά τα χρόνια, ακολουθούσαν δύο διαφορετικές πολιτικές. Κεντρικός άξονας του πρώτου ήταν να επενδύει ξοδεύοντας ποσά σε υποδομές, που δεν είχαν όμως άμεση απόδοση, όπως πχ σε σιδηροδρόμους, προσπαθώντας παράλληλα να μειώσει τις στρατιωτικές δαπάνες της χώρας. Αντίθετα, ο Δηλιγιάννης επένδυε στο λαϊκισμό και στη δημαγωγία με παράλληλη αύξηση των δαπανών για εξοπλιστικά προγράμματα, προκειμένου η χώρα να είναι ετοιμοπόλεμη, φέρνοντας, έτσι, σε δύσκολη θέση τον Τρικούπη, που για να τον αντιμετωπίζει νέρωνε κι αυτός το κρασί του νοθεύοντας την πολιτική του.
Η πτώχευση, τελικά, προέκυψε το Δεκέμβριο του 1893 επί πρωθυπουργίας Τρικούπη, ο οποίος, ένα χρόνο αργότερα έχασε τις εκλογές, δεν εκλέχθηκε καν στην πατρίδα του το Μεσολόγγι και λίγους μήνες αργότερα πέθανε. Τον Ιανουάριο του 1895 τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία ο Δηλιγιάννης, ο οποίος, παρά την πτώχευση, διπλασίασε τις στρατιωτικές δαπάνες προετοιμάζοντας τον ατυχή λεγόμενο ελληνοτουρικό πόλεμο του 1897 και φανατίζοντας την κοινή γνώμη. Προς το σκοπό αυτό στις αρχές του 1897 ελληνικό στρατιωτικό σώμα αποβιβάστηκε στην Κρήτη χωρίς την έγκριση των συμμάχων, για να στηρίξει την επανάσταση των Κρητών κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο πόλεμος, όμως, αυτός επεκτάθηκε στην Ελλάδα και σε λίγες μέρες τα Οθωμανικά στρατεύματα προήλασαν ως τα πρόθυρα της Αθήνας. Η επέμβαση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων έσωσε κυριολεκτικά την Ελλάδα, καθώς επέβαλλαν στο Σουλτάνο ν’ αποσύρει το στρατό του από την Βοιωτία.
Το Δηλιγιάννη παυόμενο διαδέχθηκε συμμαχική κυβέρνηση των Αλέξανδρου Ζαΐμη – Δημητρίου Ράλλη, που είχε να διαπραγματευτεί το μέλλον της Κρήτης, τη διευθέτηση του δημοσίου χρέους με τις Δυνάμεις ώστε να συμπεριλαμβάνει και τις πολεμικές αποζημιώσεις προς την Τουρκία και, τέλος, τη συνθήκη ειρήνης. Χρησιμοποιώντας σοβαρούς ανθρώπους, όπως τον Υπουργό Οικονομικών και Διοικητή της Εθνικής Τράπεζας Στέφανο Στρέϊτ, κατάφεραν να πείσουν τους εκπροσώπους των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων και του Διεθνούς Ελέγχου, προκειμένου να διαπραγματευτούν μαζί τους.
Μέσα σε ένδεκα μόλις μήνες, λοιπόν, η κυβέρνηση αυτή, παρότι αντιμετώπιζε χρέος της τάξης του 170% και πλέον του ΑΕΠ και άλλες δυσκολίες, κατάφερε να τακτοποιήσει εκκρεμείς υποθέσεις σχετικές με την αυτονομία της Κρήτης, διαπραγματεύτηκε και εφάρμοσε μεταρρυθμίσεις , που απαιτούσε ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος και ολοκλήρωσε την αναδιάρθρωση του χρέους συμπεριλαμβάνοντας και τις τεράστιες αποζημιώσεις, που απαιτούσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Λίγα χρόνια αργότερα, μάλιστα, η ελληνική οικονομία θα βρει το βηματισμό της και θα γνωρίσει μέρες ανάπτυξης μέχρις ότου κάνει την εμφάνισή της η επόμενη κρίση, αυτή του εθνικού διχασμού επί Βενιζέλου και της Μικρασιατικής καταστροφής. Κι όλα αυτά γιατί, έστω για λίγο, υπήρξε ειλικρινής εθνική συνεννόηση, κοινή προσπάθεια και αποφασιστικότητα της πολιτικής ηγεσίας του τόπου χωρίς σκόπιμες χρονοκαθυστερήσεις, ιδεοληψίες, δημιουργικές ασάφειες και λαϊκισμούς εσωτερικής κατανάλωσης.
Τα θύμησα όλα αυτά, γιατί, αντίθετα, για την κρίση που τώρα βιώνουμε οι Έλληνες, χρειάσθηκε να περάσουν πάνω από επτά χρόνια, να σχηματισθούν αλληλοδιαδόχως τέσσερες κυβερνήσεις και συγκυβερνήσεις με επικεφαλής τους Παπανδρέου, Παπαδήμα, Σαμαρά και Τσίπρα, και ακόμα να πετύχουμε την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης, την έξοδο στις αγορές και την επιστροφή στην κανονικότητα και στην ανάπτυξη στηριγμένοι στα δικά μας πόδια, εξ αιτίας των λόγων, που όλοι μας, πλέον, γνωρίζουμε.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, πώς να μην είμαστε μπουχτισμένοι και εξοργισμένοι οι Έλληνες με τη σημερινή κατάντια του πολιτικού μας συστήματος και την αδυναμία του ν’ αντιμετωπίσει
την κρίση, που το ίδιο δημιούργησε;
Πηγή πληροφοριών: Το βιβλίο του Γ.Β. Δερτιλή με τίτλο “ Επτά πόλεμοι,
τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις 1821 – 2016”
* Από τον Κώστα Γιαννούλα