Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Το δόγμα των ιδιωτικοποιήσεων

Δημοσίευση: 01 Αυγ 2019 16:30

Η επιμονή της κυβέρνησης - όπως και των προηγούμενων κυβερνήσεων - στις ιδιωτικοποιήσεις κερδοφόρων επιχειρήσεων, δεν οφείλεται στην επιδίωξη καλύτερου εθνικού συμφέροντος, αλλά στην πίεση που ασκούν οι δανειστές στους ημετέρους, εντολοδόχους, αφού αυτή είναι η απαραίτητη προϋπόθεση της νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής, της οποίας οι ιδιωτικοποιήσεις αποτελούν «πιστεύω» και δόγμα.

Έχει ήδη σχεδιαστεί προ πολλού η πώληση των υποδομών για αποπληρωμή χρέους, θυσιάζεται δηλαδή μέρος της μελλοντικής παραγωγικής βάσης της Χώρας για να πληρωθούν οι τόκοι στους «ευεργέτες» μας. Οδηγούμεθα τελικά, έτσι, στην εκχώρηση Εθνικού πλούτου, με καταστροφικές συνέπειες για το μέλλον της Χώρας για να αποκομίσουν τεράστια οφέλη οι ιδιώτες επενδυτές. Η απερίγραπτη δυσλειτουργία των Δημόσιων και Δημοτικών επιχειρήσεων δεν είναι συστατικό στοιχείο του δημόσιου χαρακτήρα τους, όπως δείχνει η διεθνής εμπειρία. Είναι αποτέλεσμα της ποικιλότροπης διαφθοράς του ήθους της πολιτικής διακυβέρνησης της Πατρίδας μας και αυτό είναι που χρειάζεται «ολική» επαναφορά, μέσω άλλων προσώπων και πολιτικών στη Δημόσια ζωή. Θα ήθελα να επιμείνω λίγο στο θέμα της ιδιωτικοποίησης του νερού. Σύμφωνα με την οδηγία πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2000/60), η ύδρευση συνιστά υπηρεσία κοινής ωφελείας και το νερό δεν αποτελεί εμπορικό προϊόν, αλλά κληρονομιά που πρέπει να προστατεύεται. Στη δεκαετία του 1990, η οικονομική κρίση σε χώρες της πρώην Ανατολικής Ευρώπης αλλά και της Λατινικής Αμερικής, υπήρξε μία πρώτης τάξης ευκαιρία για άσκηση πίεσης από την πλευρά των δανειστών, με στόχο την πώληση κρατικής περιουσίας. Πολλές φορές ο δανεισμός των χωρών έχει ως αντάλλαγμα την ιδιωτικοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και των φυσικών πόρων τους, μεταξύ των οποίων είναι και το νερό. Είναι πολλοί οι κίνδυνοι για τη Δημόσια Υγεία, που προέκυψαν μετά την ιδιωτικοποίηση του νερού, σε χώρες όχι μόνο της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, αλλά και της Ευρώπης. Αποτέλεσμα των ανωτέρω είναι να έχει παγιωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο, η τάση της επιστροφής των δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης στον έλεγχο του Δημοσίου ή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αυτό που οδήγησε στην τάση αυτή δεν είναι μονάχα τα ανωτέρω φαινόμενα, ούτε απλά η λογική ότι ένα δημόσιο αγαθό το διαχειρίζεται μία Δημόσια ή Δημοτική Αρχή, αλλά το επιπλέον γεγονός, ότι μια τέτοια διαχείριση συμφέρει τους πολίτες για κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς, αλλά και για καθαρά οικονομικούς λόγους. Η αξιολόγηση αυτής, μιας δηλαδή αποδοτικής επένδυσης, ήταν αυτή που οδήγησε τον Δήμο του Παρισιού να αναλάβει και πάλι το δίκτυο ύδρευσης, το οποίο είχε ιδιωτικοποιηθεί από το 1985. Το οικονομικό αποτέλεσμα ήταν η μείωση των τιμολογίων και η εξοικονόμηση 35 εκατ. ευρώ τον χρόνο, χωρίς καθόλου να παραγνωρίζεται η εφαρμοζόμενη πολιτική της προστασίας των υδάτινων πόρων και της αντίστοιχης ευαισθητοποίησης των πολιτών. Το παράδειγμα του Παρισιού έχουν ακολουθήσει πάνω από 40 πόλεις μόνο στη Γαλλία! Στη Χώρα μας, παρά τη ριζικά αντίθετη τάση, που παγκοσμίως παρατηρείται, προγραμματίζεται η πώληση της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ, οι οποίες είναι και οι δύο κερδοφόρες επιχειρήσεις. Το Δημόσιο κατέχει το 61% της πρώτης και το 74% της δεύτερης. Στη Θεσσαλονίκη τον Αύγουστο του 2011 ιδρύθηκε από πολίτες η «κίνηση 136» με στόχο να πάρει το 40% και τη διαχείριση της ΕΥΑΘ με σκοπό τον κοινωνικό έλεγχο και την προστασία του περιβάλλοντος.

Ο Ελληνικός λαός πρέπει να αγρυπνεί και να αγωνιστεί για να περισώσει, όχι τα όποια υλικά αγαθά του έμαθαν να βλέπει σαν αναγκαία, αλλά αυτά που πράγματι του ανήκουν. Κι αυτά είναι τόσο ο πνευματικός πλούτος της Ελληνικής Φυλής, όσο και ο φυσικός πλούτος της Χώρας μας, οι υποδομές της και τα απαραίτητα υλικά αγαθά για μια ζωή με αξιοπρέπεια. Τις πνευματικές του Παραδόσεις πρέπει ο λαός μας να τις περισώσει και να τις καλλιεργήσει, γιατί είναι αυτές που του διδάσκουν το απαράμιλλο Ορθόδοξο ήθος, την αλληλεγγύη, τη λιτότητα και την ολιγάρκεια, σε αντίθεση με τον ατομικισμό, τον καταναλωτισμό και την απληστία, τα «ιδανικά» δηλαδή, της «πολιτισμένης» Δύσης που έχουν «εισβάλλει» εδώ και χρόνια στην Πατρίδα μας.

 

Από τον Γ. Ν. Ξενόφο, λογοτέχνη