Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Ναι ή όχι στην αξιολόγηση;

Δημοσίευση: 13 Ιουλ 2020 17:45

Από τον Χάρη Ανδρεόπουλο*

Μια από τις πλέον «πονεμένες ιστορίες» στον χώρο της Εκπαίδευσης είναι κι αυτή της αξιολόγησης. Όχι των μαθητών -αυτοί αξιολογούνται κανονικώς και αδιαλείπτως- αλλά των εκπαιδευτικών (Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης) για τους οποίους το ρολόι

είναι σταματημένο τριάντα οκτώ (38) ολόκληρα χρόνια πίσω και συγκεκριμένα στο 1982 όταν με τον Ν. 1304/1982 (της Κυβερνήσεως της πασοκικής «Αλλαγής») καταργήθηκε ο θεσμός του Επιθεωρητή στην ελληνική εκπαίδευση. Ωστόσο, τότε, δεν καταργήθηκε μόνο ο Επιθεωρητής, υπό την έννοια ενός θεσμικού ρόλου, αλλά σταμάτησε, συλλήβδην, και η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί που διορίσθηκαν μετά το 1982 - μια ολόκληρη γενιά δασκάλων και καθηγητών - αξιολόγησαν δεκάδες χιλιάδες μαθητές, αυτοί όμως, μέχρι και τη συνταξιοδότησή τους (2015 και εντεύθεν - «χονδρικώς» με τη συμπλήρωση 30/35ετίας) δεν αξιολογήθηκαν ποτέ και από κανέναν! Πολλοί εξ αυτών –αυτοί που δεν καμώνονται τους αλαθήτους, δίκην Πάπα Ρώμης- το ‘χουν παράπονο, γιατί, όπως και να το κάνεις, έστω και για λόγους ψυχολογικούς μια (αξιολογική) επιβεβαίωση ότι κάνεις καλά τη δουλειά σου, ή μια (αξιολογική) παρατήρηση ότι σε τούτο και σ’ εκείνο το σημείο δεν την κάνεις και τόσο καλά και πρέπει να βελτιωθείς, αυτή την επιβράβευση ή και την παρατήρηση, όλοι την έχουμε ανάγκη. Αντιθέτως, άλλοι θεωρούν την ανυπαρξία αξιολόγησης και την πορεία με «αυτόματο πιλότο» ως «κατάχτηση» του κλάδου.
Μια τάξη σ’ όλη αυτή την αφασία έβαλε ο Ν. 4547/2018 (ΣΥΡΙΖΑ / Γαβρόγλου) δρομολογώντας (υπό την πίεση των Θεσμών, είναι η αλήθεια) την αξιολόγηση των στελεχών της Εκπαίδευσης (αρθ. 37 - 40), ήτοι Περιφερειακών Δ/ντών, Δ/ντων Εκπ/σης (Α/θμιας /ΔΠΕ και Β/θμιας/ΔΔΕ), Συντονιστών Εκπ/κού Έργου, Προϊσταμένων Εκπ/κών Θεμάτων (ΔΠΕ και ΔΔΕ), Διευθυντών και υποδιευθυντών σχολικών μονάδων, στο πλαίσιο της βασικής αρχής ότι κανείς δεν αξιολογεί (τους εκπαιδευτικούς της τάξεως) εάν δεν έχει αξιολογηθεί και ο ίδιος (ως στέλεχος της Εκπ/σης). Ο νόμος (που είχε ψηφισθεί χωρίς ιδιαίτερες πολιτικές ή συνδικαλιστικές αντιδράσεις) πρόκειται να εφαρμοσθεί την επόμενη σχολική χρονιά (2020-2021).
Με αφορμή, ωστόσο, την πρόσφατη (12.06.2020) ψήφιση του Ν. 4692/2020 (ΝΔ / Κεραμέως) και των διατάξεων που προβλέπουν (αρθ. 20 και 21) την ατομική αξιολόγηση εκπ/κών στα Πρότυπα και στα Πειραματικά Σχολεία από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο (με προαναγγελία εφαρμογής της για τους εκπαιδευτικούς όλων των σχολείων απ’ τον Σεπτέμβριο του 2021) καθώς και την εξωτερική αξιολόγηση των σχολείων (αρθ. 33), επίσης, από την επομένη σχολική χρονιά, άρχισαν να βαράνε ...»νταούλια». Oρισμένοι από τους τίτλους σ’ εκπαιδευτικά sites είναι ενδεικτικοί: «Η αξιολόγηση συνιστά χειραγώγηση (...)», «θα έχει τιμωρητικό χαρακτήρα (...)», «έρχονται απολύσεις» και άλλα τρομολαγνικά παρόμοια, απότοκα παλαιοαριστερών ιδεοληψιών και παλαιοδεξιών κρατικόφιλων αγκυλώσεων. «Νο pasaran!». Φυσικά, το τέμπο έδωσε η ΟΛΜΕ ομοφώνως και ανεξαρτήτως κομματικής προελεύσεως των μελών της. Τυχαίο; Δεν νομίζω...
Λυπάμαι που θα το πω -και αυτό που θα πω νομίζω ότι εκφράζει τη σιωπηλή πλειοψηφία του εκπαιδευτικού κόσμου- αλλά οι πάσης κομματικής αποχρώσεως ιδεοληψίες («χειραγωγούνται» οι εκπαιδευτικοί με την αξιολόγηση, «ξεπουλιέται» το σχολείο όταν συνεργάζεται με την αγορά, κ.λπ.) στη βάση των οποίων πορεύθηκε επί δεκαετίες η ΟΛΜΕ (ακόμη και σε περιόδους που τη διοικούσε -όπως και σήμερα- η φιλελεύθερη, υποτίθεται, ΔΑΚΕ), μας κούρασαν και (το χειρότερο!) μας απομόνωσαν από την κοινωνία. Δεν το λέγω αφοριστικά, την άποψή μου εκφράζω. Οι αγαπητοί συνάδελφοι που υποστηρίζουν το μοντέλο του κρατικού πατερναλισμού στην εκπαίδευση (και δυστυχώς υποστηρικτές αυτής της απόψεως βρίσκει κανείς όχι μόνο στη παράταξη του ΚΚΕ, ήτοι στο «ΠΑΜΕ» εκπαιδευτικών - όπου λόγω της σοβιετικής ιδεολογίας θα θεωρούσε κανείς ότι εδώ τούτη η άποψη είναι φυσική κι επόμενη - αλλά ακόμη και σε παρατάξεις φιλελευθέρου και σοσιαλδημοκρατικού προσανατολισμού, όπως της ΔΑΚΕ (ΝΔ) και της Προοδευτικής Ενότητας (ΚΙΝΑΛ, τέως ΠΑΣΟΚ…), όλοι αυτοί, ενδεχομένως, να δυσφορήσουν και διαφωνήσουν με αυτές τις σκέψεις μου, αλλά ας ησυχάσουν: κι εγώ διαφωνώ μαζί τους (ελπίζω να μου αναγνωρίζουν αυτό το δικαίωμα). Εξάλλου, τις απόψεις μου για το θέμα της αξιόλογησης τις έχω καταθέσει σε σειρά άρθρων στην «Ελευθερία» (11.01.2009, 09.10.2012, 15.02.2013, 21.03.2014, κ.α.) σε χρόνο ανύποπτο, όταν το θέμα δεν ήταν στον δημόσιο διάλογο και όταν στην εξουσία ήταν άλλες κυβερνήσεις. Για τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ που τα ίδια θα έκανε, αν παρέμενε στην κυβέρνηση, αφού όλα αυτά αποτελούν ανειλημμένες δεσμεύσεις της χώρας μας έναντι των Θεσμών, να μην χάνω τα λόγια μου...
Το σχολείο είναι ένας θεσμός στον οποίο διαρκώς, κάθε ώρα και λεπτό, εμείς οι εκπαιδευτικοί αξιολογούμε τους μαθητές του. Θεωρούμε τους εαυτούς μας ικανούς να το κάνουμε. Την ίδια στιγμή, όμως, υπάρχουν κάποιοι που θεωρούν ότι οι ίδιοι είναι πέραν και υπεράνω πάσης αξιολογήσεως, ότι δεν υπάρχει κανείς που να έχει τη δική τους αντικειμενικότητα και δικαιοκρισία για να τους κρίνει.
Οι περισσότερες από τις αντιρρήσεις τους είναι προφάσεις εν αμαρτίαις. Οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ως συνειδητοί λειτουργοί και συνεπείς επαγγελματίες εκτελούν με υπευθυνότητα τα καθήκοντά τους δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν. Αντιθέτως, πιστοποιώντας την ποιότητα του έργου και της προσφοράς τους μέσω της διαδικασίας της αξιολογήσεως, μπορούν από άλλη βάση, με ισχυρότερα και πειστικότερα επιχειρήματα να διεκδικήσουν τη μισθολογική τους αναβάθμιση, αλλά και σε επίπεδο γοήτρου να αποκτήσουν το χαμένο -εξαιτίας της ισοπεδώσεως- κύρος τους στην κοινωνία.
Το θέμα, όμως, τούτη τη στιγμή δεν είναι οι τεχνικές λεπτομέρειες της αξιολογήσεως, αλλά η αφετηριακή αποδοχή της σημασίας και της αναγκαιότητάς της, για να γίνουμε καλύτεροι οι ίδιοι, τα σχολεία μας και άρα, οι μαθητές μας.

* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι θεολόγος καθηγητής Β/θμιας, Δρ Εκκλησιαστικής Ιστορίας ΑΠΘ (xaan@theo.auth.gr).