Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ανοιχτή Γραμμή για τα νερά, το περιβάλλον, τη Γεωργία στη Θεσσαλία

Δημοσίευση: 18 Οκτ 2021 18:47

Νέους παίκτες είδαμε, μείωση τιμών ενέργειας όχι

Το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού και η είσοδος «νέων παικτών», πολλοί εκτιμούσαν ότι θα επέφερε ανταγωνισμό στον κλάδο της ενέργειας και συνακόλουθα μειώσεις τιμών προς όφελος των καταναλωτών.

«Νέους παίκτες» είδαμε, μείωση τιμών όμως όχι, αναφέρουν στελέχη της Ε.Δ.Υ.Θ.Ε., απαντώντας σε σχετική ερώτηση της «ΕτΔ». Πιο συγκεκριμένα:

Ερώτηση της «ΕτΔ»:
Η Ε.Δ.Υ.ΘΕ. συνδέει ευθέως το υδατικό ζήτημα με την παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας στη Θεσσαλία.
Πόσο σημαντική θεωρείτε την παράμετρο αυτήν;

 

Απάντηση
Το νερό αποτελεί, μεταξύ άλλων, την πιο χρήσιμη Ανανεώσιμη Πηγή Ενέργειας (ΑΠΕ) και η ΥΗ Ενέργεια καθοριστικό παράγοντα στη σταθερότητα του ενεργειακού μας συστήματος.
Πιστεύουμε πως σήμερα, περισσότερο από ποτέ, η ανάγκη ενίσχυσης της ΥΗ παραγωγής στο ενεργειακό μείγμα, με αρκετά νέα έργα, είναι εκ των ουκ άνευ.
Η κατάλληλη μορφολογία της χώρας μας, η μεγαλύτερη από κάθε άλλη μορφή ενέργειας εγχώρια προστιθέμενη αξία των σχετικών έργων, το χαρακτηριστικό της «πράσινης» αυτής ενέργειας να καλύπτει με βέλτιστο τρόπο τις αιχμές ζήτησης (σαν τις μέρες που ζούμε…), η συνεισφορά της στην ενεργειακή ανεξαρτησία και ασφάλεια, η δυνατότητα «αποθήκευσης» ενέργειας μέσω του συστήματος άντλησης/ταμίευσης και η δυνατότητα πολλαπλής αξιοποίησης των υδάτων που συγκεντρώνουν οι αντίστοιχοι ταμιευτήρες των ΥΗ Σταθμών, είναι μερικά μόνο από τα βασικά πλεονεκτήματα της ΥΗ ενέργειας.
Η Μεσοχώρα αποτελεί ένα τυπικό ΥΗ έργο που διαμορφώνει νέες προοπτικές για τη Θεσσαλία. Συμβάλλει στην «αποκέντρωση» της ενεργειακής παραγωγής, στην «αυτονόμηση» της περιοχής μας ως προς την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών, θα συνεισφέρει δε σημαντικά στην αντιμετώπιση της αιχμής των καταναλώσεων, ειδικά τους θερινούς μήνες, με τη λειτουργία των γεωτρήσεων στον θεσσαλικό κάμπο, οι οποίες υπολογίζεται ότι ανέρχονται ετησίως περίπου στις 700 GWh, δηλαδή ισοδύναμες με το διπλάσιο της παραγωγής από τη Μεσοχώρα.
Ίσως αυτό το στοιχείο από μόνο του θα έπρεπε να είναι αρκετό, ώστε το ΥΗΕ Μεσοχώρας να αποτελεί βασική διεκδίκηση από τους αυτοδιοικητικούς και αγροτικούς φορείς της Ανατολικής Θεσσαλίας, αρκετοί από τους οποίους ουσιαστικά το θεωρούν ως έργο τοπικής σημασίας (Τρίκαλα).
Παρά τα προαναφερθέντα θετικά χαρακτηριστικά της ΥΗ ενέργειας, αναπτύσσονται διάφορες «θεωρίες» κατά των ΥΗ έργων, όπου και με την επίκληση του περιβάλλοντος, προσπαθούν να περιορίσουν τη διείσδυση της ΥΗ ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.
Ενδεχομένως όμως, οι πραγματικοί λόγοι της αντίθεσης απέναντι στην παραγωγή ΥΗ ενέργειας και των αντίστοιχων έργων να μην είναι μόνο «περιβαλλοντικοί» (σημείωση: όλα χωρίς εξαίρεση, τα ενεργειακά έργα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον).
Εάν ληφθεί υπόψη ότι από το 1999 κανένα νέο ΥΗ έργο δεν έχει ενταχθεί στο ενεργειακό μας σύστημα και ότι την ίδια περίοδο συμφωνήθηκε η αθρόα εισαγωγή ποσοτήτων φυσικού αερίου, εκτιμούμε ότι σε κάποιον βαθμό εξηγούνται και από την επίδραση επιχειρηματικών συμφερόντων, τα οποία δραστηριοποιούνται σε ανταγωνιστικές μορφές ενέργειας.
Είναι χαρακτηριστικό λ.χ. ότι τα τελευταία χρόνια η παραγωγή ενέργειας από (εισαγόμενο) φυσικό αέριο, που και αυτό είναι ορυκτό καύσιμο, προσεγγίζει πλέον το 25% της συνολικής παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας μέσα από μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν.
Είναι προφανές ότι ακόμη και η καθυστέρηση λειτουργίας των εν εξελίξει ΥΗ έργων, όπως Μεσοχώρας και Συκιάς, κατά μείζονα λόγο η ακύρωσή τους, αντικειμενικά, θα εξυπηρετούσε κάποια από αυτά τα συμφέροντα στην επιδίωξη της απόσβεσης και τη μεγιστοποίηση των κερδών από τις επενδύσεις τους.
Τέλος, ας μην αγνοούμε και το κόστος της ενέργειας στη χώρα μας. Υπήρξε μια φιλολογία κατά τη δεκαετία του ’90 ότι το άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού και η είσοδος «νέων παικτών» θα επέφερε ανταγωνισμό στον κλάδο ενέργειας και συνακόλουθα μείωση τιμών προς όφελος των καταναλωτών. «Νέους παίκτες» είδαμε, μείωση τιμών όμως όχι.
Από τα παραπάνω καθίσταται προφανής η σημασία της ΥΗ ενέργειας για την ανάπτυξη της χώρας, την ενεργειακή της αυτονομία (απεξάρτηση από εισαγόμενες πηγές), τη λιγνιτική απεξάρτηση, αλλά και τη μείωση του κόστους της ενέργειας στα νοικοκυριά, τη βιομηχανία και γενικά τον παραγωγικό τομέα.

 

Για την Ε.Δ.Υ.Θ.Ε.: Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕE/Κεντρικής Ελλάδας.
Μπαρμπούτης Τάσος, μέλος Δ.Σ. ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/Κ-Δ Θεσσαλίας.

 

Εγκυρότερη ενημέρωση πολιτών-αγροτών, διάλογος για αναδιάρθρωση καλλιεργειών

Σημαντική η πρόταση να αποφασίσει η Βουλή για την τύχη των έργων του Αχελώου

Γράφει ο Χρ. Τσαντήλας*

Καταρχάς θέλω να εκφράσω την ικανοποίησή μου για την ποιότητα του διαλόγου που αναπτύσσεται μέσω της «ΑΝΟΙΧΤΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ», η οποία αναδεικνύεται ανάγλυφα μέσα από το κείμενο του προέδρου του Γεωπονικού Συλλόγου Λάρισας (ΓΣΛ), συναδέλφου Κώστα Γιαννακού. Όταν ο δημόσιος διάλογος γίνεται με σοβαρό, τεκμηριωμένο και ειλικρινή λόγο, είναι πειστικός και συνεισφέρει όχι μόνο στην προώθηση λύσεων σημαντικών προβλημάτων, αλλά και στην ποιοτική αναβάθμιση της επικοινωνίας και πληροφόρησης του πολίτη, η οποία δυστυχώς δεν διανύει και την καλύτερη περίοδό της στα ΜΜΕ. Η διαπίστωση του συναδέλφου ότι οι απόψεις μας «συμβαδίζουν σε γενικές γραμμές», είναι σωστή και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφού ο στόχος (η λύση του σοβαρού υδατικού προβλήματος της Θεσσαλίας) και η μέθοδος της προσέγγισης (βασισμένη στα αντικειμενικά επιστημονικά δεδομένα) ταυτίζονται. Αυτό όμως πρέπει να ομολογήσουμε ότι δεν επικράτησε πλήρως μέχρι τώρα, φαίνεται ωστόσο ότι ενισχύεται τώρα μέσω του διαλόγου στο πλαίσιο της «ΑΝΟΙΧΤΗΣ ΓΡΑΜΜΗΣ».
Σε όλα τα σημεία που εστίασε ο πρόεδρος του ΓΣΛ συμφωνούμε. Θα πρότεινα όμως, να τονιστούν και να ξεκαθαριστούν περισσότερο τα παρακάτω θέματα:
α) Ότι τα μέχρι σήμερα διατιθέμενα στοιχεία που απαιτούνται για την ανάλυση του προβλήματος (πραγματικές διαθέσιμες ποσότητες νερού, πραγματικές ανάγκες σε νερό, πώς χρησιμοποιείται το νερό, ποια είναι η πραγματική περιβαλλοντική διάσταση) πρέπει να επαναπροσδιοριστούν με βάση τα νέα δεδομένα που αλλάζουν γρήγορα λόγω της κλιματικής αλλαγής. Το ότι τα σχέδια διαχείρισης είναι «δεσμευτικά κείμενα» (το πόσο βέβαια δεσμευτικά είναι, έχει φανεί στην πράξη από τη μη εφαρμογή τους), δεν σημαίνει ότι είναι αλάνθαστα, ατελή ή πλήρως αντικειμενικά, αφού, όπως είναι γνωστό, το πλαίσιό τους καθορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση (Ειδική Γραμματεία Υδάτων-ΕΓΥ). Για παράδειγμα τα ΣΔΥ του 2014 έδιναν τη δυνατότητα μεταφοράς νερού μεταξύ διαφορετικών διαμερισμάτων, οπότε μπορούσε να χρησιμοποιηθεί η λύση της μεταφοράς νερού από το υδατικό διαμέρισμα του Αχελώου, ενώ του 2017 περιόριζε τη διαχείριση του νερού εντός του ΥΔ της Θεσσαλίας. Τα ΣΔΥ βασίζονται εν πολλοίς σε εκτιμήσεις και όχι σε ικανοποιητικό αριθμό μετρήσεων, οι οποίες είναι τελείως απαραίτητες για να ληφθούν σοβαρές αποφάσεις. Επίσης σε όλες τις προσεγγίσεις θεωρείται ότι οι δυνατότητες του Αχελώου να προσφέρει νερό είναι σταθερές. Ισχύει όμως αυτό, αφού η κλιματική αλλαγή αλλάζει δραματικά το ύψος των κατακρημνισμάτων (βροχή, χιόνι); (βλ. Skoulikidisetal. Eds. 2018, The Rivers of Greece).
β) Η βάση υπολογισμού των αναγκών σε νερό είναι η άρδευση 2,5 εκατ. στρ. με 450 mm στο στρέμμα νερού. Η Ε.Δ.Υ.Θ.Ε. συμφωνεί με αυτό χωρίς να θέτει ως προϋπόθεση την εξέταση της δυνατότητας αυτής με τα σημερινά δεδομένα λόγω της κλιματικής αλλαγής. Αυτό θεωρώ ότι δείχνει διάθεση απομάκρυνσης από την αντικειμενική προσέγγιση και υιοθέτησης μιας «ευχάριστης» επιλογής για το ακροατήριο, κάτι που συνήθως κάνουν πολλές φορές οι πολιτικοί. Νομίζω ότι το θέμα της αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών πρέπει να τεθεί ως θέμα προτεραιότητας σε στενή συσχέτιση με το υδατικό πρόβλημα.
γ) Θεωρώ ότι η πρόταση να συζητηθεί στη Βουλή το θέμα της τύχης των έργων του Αχελώου και να ληφθεί οριστική απόφαση, θέτοντας επιτέλους ένα τέρμα στο σίριαλ αυτό, είναι απόλυτα σωστή και θα δώσει την ευκαιρία να αποκαλυφθούν οριστικά οι πραγματικές θέσεις και επιδιώξεις όλων των ασχολούμενων με το θέμα αυτό.
δ) Επειδή όμως πρέπει να δοθεί το βήμα, όχι μόνο στους πολιτικούς, που ναι μεν με βάση το πολίτευμά μας είναι καθ’ ύλην αρμόδιοι να αποφασίσουν, αλλά επί δεκαετίες δεν κατάφεραν να δώσουν λύση, αλλά και στους κύριους ενδιαφερόμενους που είναι οι πολίτες και των δύο υδατικών διαμερισμάτων (EL04 στο οποίο ανήκει ο Αχελώος και EL06 της Θεσσαλίας) και ιδιαίτερα οι αγρότες, προτείνω να εξεταστεί παράλληλα η δυνατότητα διοργάνωσης εκδήλωσης (η μορφή της μπορεί να εξεταστεί), στην οποία θα αναλυθεί το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας με βάση τα νέα δεδομένα και θα δοθεί η ευκαιρία να κατανοηθεί το πρόβλημα σε όλη του την έκταση. Σε μια τέτοια περίπτωση, προσωπικά θα συνέβαλα στο μέτρο των δυνατοτήτων μου.

 

* Ο Χρίστος Τσαντήλας είναι γεωπόνος, ερευνητής, πρ. διευθυντής Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ (e-mail: christotsadilas@gmail.com).