Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Επίκαιρα

Φιλική Εταιρεία: Οι «συνωμότες» του Αγώνα

Δημοσίευση: 25 Μαρ 2013 1:35 | Τελευταία ενημέρωση: 23 Σεπ 2015 15:05
Από τον Κων/νο Παπακωνσταντίνου
Γιορτάζουμε και πάλι την αίγλη ενός κοσμοϊστορικού γεγονότος. Την Επανάσταση του ’21. Τότε που μια δράκα ανθρώπων σήκωσε κεφάλι στην παντοδύναμη Οθωμανική αυτοκρατορία και πέτυχε την ανεξαρτησία της.
Το θαύμα όμως αυτό, που κατηύγασε τον κόσμο, δεν βρήκε το έθνος ανέτοιμο. Η προετοιμασία ήταν μακρόχρονη, επίμονη και προπαντός συστηματική.
Οι εναρμονισμένοι πλόκαμοι της Φιλικής Εταιρείας, έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο στο έργο της επανάστασης.
Τις χαλεπές εκείνες μέρες ήταν τρομερά δύσκολο να οργανωθούν και να δραστηριοποιηθούν, κάτω από τη μύτη του δυνάστη 600.000 μέλη, μυημένοι και εντολοδόχοι της Εταιρείας. Μένει έκθαμβος κανείς στη σκέψη, πώς ο συνωμοτικός οργανισμός μπόρεσε να συντονίσει με επιτυχία, τόσο δύσκολες δυναμικές. Να κάνει τα παιδιά ενός δούλου και απαίδευτου έθνους «Αδερφοποιτούς» και «Μπράτιμους» και «Αρκαντάσηδες». Να συνδυάσει, έξαλλες και διστακτικές πολλές φορές προθέσεις. Να κάνει ίδιο φορέα, τον πλούσιο και τον φτωχό, τον μορφωμένο και τον αγράμματο. Μέσα σε τρομερές δυσχέρειες να φέρει το θαυμαστό αποτέλεσμα.
Η Φιλική Εταιρεία, υπήρξε το τέλειο πρότυπο μιας συνωμοτικής επαναστατικής οργάνωσης. Η θρυλική της δράση έβαλε τη σφραγίδα στη νεο-ελληνική μνήμη. Γιατί πολλές φορές το Έθνος μας, αναζήτησε την ανασύσταση του οργανωτικού εκείνου θαύματος, για εθνικό σκοπό. Έγινε το ’97, το ’12 από Μακεδονομάχους, στην Αντίσταση κατά την κατοχή. Μνήμονες της Φιλικής Εταιρείας, αναζήτησαν τον ενωτικό θρύλο, για τη σωτηρία της Πατρίδας.
Αρχηγοί της ήταν οι ονομαστοί ιδρυτές της, γνωσθέντες αργότερα ως Αρχηγοί, Ξάνθος, Τσακάλωφ και Σκουφάς, με έδρα την Οδησσό. Η δεσπόζουσα γεωγραφική θέση της Οδησσού, έδινε στους ιδρυτές τη δυνατότητα άμεσης επικοινωνίας με τις ελληνικές παροικίες της Ρωσίας, Αυστρίας, Δυτικής Ευρώπης και του Ελληνισμού της διασποράς.
Η Εταιρεία, που συνεστήθη, είχε το παράξενο όνομα: «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο». Ο δε συνωμοτικός οργανισμός, περιείχε σύμβολα και τύπους από τον τεκτονισμό. Άκουγε ο Τούρκος για «Βλάμηδες» και «Αδερφοποιτούς» και δεν έβαζε κακό στο νου του. Έβλεπε να τρίβουν τα χέρια τους ή να ξύνουν το αυτί τους και δεν καταλάβαινε. «Έχεις τσιμπούκι;» ρωτούσε ο ένας. «Έχω τσαρούχι» έλεγε ο άλλος. Αυτά και πολλά άλλα, ήταν σημάδια αναγνώρισης των μεμυημένων.
«Μπήκες στον Ναό;» ή «Είδες τον ιερέα;». Μόνο, που ο ναός ήταν η μπαρουταποθήκη δηλ. η Φ.Ε. και ιερέας ο κατηχητής. Να πώς γινόταν η αναγνώριση. Έτριβε ο ένας τις παλάμες του. Τούτο σήμαινε δεσμό. Ο άλλος έπιανε το αυτί του και τα χείλη του, που σήμαινε ακοή και περιέργεια. Σιωπή και σκέψη. Κτυπούσε ο πρώτος με το δεξί τη γροθιά του αριστερού. Σήμαινε πρόκληση προσοχής. Τέλος πιάνονταν από τα χέρια. Κι έλεγαν και οι δύο: «Από καιρό το ήθελα». Στο τέλος πρόφεραν εναλλάξ, τα γράμματα της δίχως νόημα λέξης. ΛΑΝΤΟΝ. Ο πρώτος το Λ ο δεύτερος το Α κ.ο.κ.
Σημαντικά ωφέλησαν το έργο της Φ.Ε. η Εκκλησία, η παράδοση και το εμπόριο. Γνωστός ο ρόλος της Εκκλησίας στον αγώνα, και τα συνθηματικά Ιερεύς, Ναός, Ποιμήν κ.ά. ήταν κλειδιά κατήχησης και αναγνώρισης. Επίσης το εμπόριο, με το πήγαινε-έλα από τόπο σε τόπο και με τα συστατικά στο κόρφο διευκόλυνε την Οργάνωση. Και η Παράδοση; Άχ αυτή η παράδοση, το στήριγμα της φυλετικής μας διαιώνισης σιγοντάριζε το έργο της Φ.Ε. Τα «Μπρατίμια» και οι «Βλάμηδες» κραταίωναν όχι μόνον τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και την εθνική συνείδηση. Πού να μυριστεί ο Τούρκος όλα τούτα! Βιώματα της παράδοσης, που οι ευλογημένοι πρωτομάστοροι της Οδησσού, στέριωσαν γερά τη συνωμοτική οργάνωση του αγώνα. Να και μια σύνοψη του ΟΡΚΟΥ ΤΩΝ ΦΙΛΙΚΩΝ.
«Ορκίζομαι ενώπιον Θεού, ότι θέλω είμαι επί ζωής πιστός εις την Εταιρείαν και πάντα... Ότι θέλω τρέφει εις την καρδίαν μου, αδιάλλακτον μίσος κατά των τυράννων της πατρίδος μου. Πυρ και σίδηρος είναι τα μόνα μέσα συνδιαλλαγής... Να στρέχω τους συναδέλφους μου και να προσφέρω εις αυτούς σέβας. Να μην οφελούμαι και κατ’ ουδένα τρόπον τα χρήματα της Εταιρείας. Να προσέχω τη διαγωγήν μου. Να είμαι ενάρετος. Να ευλαβώμαι την Θρησκείαν χωρίς να περιφρονώ τας ξένας. Τέλος ορκίζομαι εις Σε ώ Ιερά και τρισαθλία πατρίς και ας δεχθώ όλους τους κεραυνούς επάνω μου, αν λησμονήσω το χρέος μου».