Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

Ξενοδοχείον φαγητού "Η Αφθονία" του Γεωργίου Νατάκια

Δημοσίευση: 21 Φεβ 2018 17:00
Οδός Πανός στη Λάρισα. Οδοντιατρική μονάδα Γάλλων της Στρατιάς της Ανατολής παρέχει φροντίδα σε κατοίκους της πόλης. Στο βάθος ο τρούλος του Χαμάμ και από πάνω του ο πυργίσκος του παλιού τούρκικου ρολογιού. Φωτογραφία του 1917. Από το βιβλίο του Μάνου Ελευθερίου "Βλέμματα από την Ελλάδα", σελ. 179. Οδός Πανός στη Λάρισα. Οδοντιατρική μονάδα Γάλλων της Στρατιάς της Ανατολής παρέχει φροντίδα σε κατοίκους της πόλης. Στο βάθος ο τρούλος του Χαμάμ και από πάνω του ο πυργίσκος του παλιού τούρκικου ρολογιού. Φωτογραφία του 1917. Από το βιβλίο του Μάνου Ελευθερίου "Βλέμματα από την Ελλάδα", σελ. 179.

Λόγω της Αποκριάς και της Καθαρής Δευτέρας που πέρασαν, θα μεταφερθούμε σήμερα στην οδό Πανός[1], από τους παλιότερους δρόμους της Λάρισας, ο οποίος συγκέντρωνε πληθώρα καταστημάτων τα οποία είχαν σχέση αποκλειστικά με τη διατροφή.

Από τις αρχές του 20ου αιώνα συναντούσε κανείς εκεί κρεοπωλεία, ιχθυοπωλεία, οπωροπωλεία, παντοπωλεία, αρτοποιεία, ταβέρνες εστιατόρια και καφενεία.

Ανεβαίνοντας την Πανός από την Κύπρου, στα αριστερά μας, στο σημείο όπου μέχρι να υψωθούν τα σημερινά πολυώροφα κτίρια υπήρχαν ο φούρνος του Ασημακόπουλου, το παντοπωλείο του Μπαρμπούτη και η ταβέρνα του Αδάμου που υπάρχει μέχρι σήμερα, το 1915 είχε ανοίξει τις πύλες του το ξενοδοχείο φαγητού[2] «Η Αφθονία» του Γεωργίου Νατάκια.

Ο Γεώργιος Νατάκιας ήλθε από την Αθήνα στη Λάρισα κατά το 1914. Νοίκιασε ένα κατάστημα στην οδό Πανός, το ανακαίνισε, το επίπλωσε με μεράκι και το εφοδίασε με όλα τα απαραίτητα ώστε να λειτουργήσει σαν ένα ευπρεπές εστιατόριο. Η λειτουργία του καταστήματος άρχισε το 1915. Ήταν κάτι που έλλειπε την εποχή εκείνη από την Λάρισα. Του έδωσε την επωνυμία "Αφθονία" γιατί ό,τι παρασκεύαζε και ό,τι προσέφερε, ήταν άφθονο. Από την ώρα που άνοιξε το εστιατόριο του Νατάκια προσείλκυσε πολύ και εκλεκτό κόσμο. Στο πίσω μέρος του καταστήματος υπήρχε ανοικτός ακάλυπτος χώρος, τον οποίο μετάβαλε σε έναν δροσερό ανθόκηπο, όπου τα αρώματα των λουλουδιών αναμειγνύονταν με το άρωμα των εκλεκτών κρασιών που σερβίριζε. Τα καλοκαίρια τον χώρο αυτόν προτιμούσαν πολλές αστικές οικογένειες της Λάρισας για την βραδινή έξοδο.

Την εποχή που άρχισε να λειτουργεί το εστιατόριο ο Γεώργιος Νατάκιας, η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα ήταν πολύ ταραγμένη. Ήταν τα χρόνια του διχασμού, η Ελλάδα είχε αποκτήσει δύο κυβερνήσεις, μία στην Αθήνα σε συνεργασία με τον βασιλέα Κωνσταντίνο και μία στη Θεσσαλονίκη υπό τον Βενιζέλο. Η Λάρισα βρισκόταν στην περιοχή του Κωνσταντινικού κράτους, το οποίο άρχιζε από την Ελασσόνα και κάτω. Το κράτος αυτό βρισκόταν υπό στενό αποκλεισμό από τους Αγγλογάλλους της Θεσσαλονίκης, γι' αυτό και τα τρόφιμα σπάνιζαν, ιδιαίτερα το ψωμί. Όμως ο Νατάκιας φρόντισε να γνωρισθεί με τον διευθυντή της επισιτιστικής υπηρεσίας στη Λάρισα και έτσι το εστιατόριό του, εν αντιθέσει με τα άλλα της πόλης, είχε επάρκεια ψωμιού. Όταν κατά το 1917 τα γαλλικά στρατεύματα διέσπασαν την διαχωριστική γραμμή και έφθασαν στη Λάρισα, το εστιατόριό του έγινε στέκι των Γάλλων αξιωματούχων, γιατί είχε την ικανότητα να τους σερβίρει από γαλλικές σπεσιαλιτέ μέχρι και βατραχοπόδαρα από τον Πηνειό. Επί πλέον οι ξένοι είχαν ανακαλύψει ότι τα μαύρα κρασιά της Ραψάνης έμοιαζαν με το γαλλικό «μποζολέ» και φρόντισε να εφοδιασθεί με μεγάλες ποσότητες .

Εκτός όμως από τους Γάλλους και πολλοί Λαρισαίοι προτιμούσαν την "Αφθονία" για την περιποίηση και το καλό φαγητό που διέθετε. Ήταν το στέκι πολλών φιλόμουσων. Η παλιά Λάρισα διέθετε πολλούς και καλλίφωνους τραγουδιστές οι οποίοι συγκροτούσαν αυτοσχέδιες χορωδίες και τραγουδούσαν από ωραίες επτανησιακές καντάδες, μέχρι εύθυμα τραγουδάκια από θεατρικές επιθεωρήσεις. Όχι σπάνια άκουγε κανείς άριες και χορικά από όπερες, γιατί από πολύ νωρίς μετά την απελευθέρωση και χάρη στη συμβολή των φιλαρμονικών, αρχικά τη στρατιωτική μπάντα και αργότερα τη Δημοτική Φιλαρμονική, αναπτύχθηκε το μουσικό αισθητήριο των Λαρισαίων, καθώς στις υπαίθριες συναυλίες τους εκτελούσαν συχνά αποσπάσματα από μελοδράματα. Έχουν μείνει ιστορικά τα ονόματα δύο διευθυντών της Δημοτικής Φιλαρμονικής, του Ιταλού Ρουτζέρο και του Αυστριακού Καπελμάγιερ[3]. Τέτοιες συντροφιές τραγουδιστών σύχναζαν κάθε βράδυ στην «Αφθονία» και το γεγονός αυτό προσείλκυε πολλούς πελάτες.

Πριν ο Νατάκιας ανοίξει το μαγαζί του, οι πελάτες των εστιατορίων και των ταβερνών έπιναν μαύρα αρετσίνωτα κρασιά του Καζακλάρ (Αμπελώνα), Τυρνάβου, Αμπελακίων και Ραψάνης. Ο πρώτος που έφερε ρετσίνα από τη Χαλκίδα και τα Σπάτα ήταν αυτός. Το διάστημα όπου δούλεψε στην Αθήνα διαπίστωσε ότι ένα μεγάλο μέρος των Αθηναίων είχε αλλάξει συνήθειες και είχε αρχίσει να πίνει το ρετσινάτο κρασί. Έκανε μια δοκιμή και στη Λάρισα. Έφερε μια μικρή ποσότητα και είδε ότι είτε από περιέργεια, είτε από μιμητισμό, πολλοί φίλοι του κρασιού το δοκίμασαν, το προτίμησαν και άρχισαν να το καταναλώνουν.

Αργότερα ο Νατάκιας μετέφερε το εστιατόριο του από την οδό Πανός στην αρχή της οδού Φαρσάλων (Ρούσβελτ σήμερα)[4]. Στη νέα θέση του όχι μόνον διατήρησε την πελατεία που είχε στην άλλη, αλλά και την αύξησε. Δούλεψε πολύ καλά γιατί ήταν έξυπνος επαγγελματίας και ο πελάτης του δεν έφευγε ποτέ παραπονούμενος. Όταν μετά το 1930 εγκατέλειψε[5] και το δεύτερο στη σειρά εστιατόριο, άνοιξε κατάστημα αποικιακών ειδών. Ήταν από τα καλύτερα στην πόλη και έκανε καλή δουλειά.

Με τα χρήματα που συγκέντρωσε από τις επαγγελματικές του δραστηριότητες έκτισε, όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος Κώστας Περραιβός[6] τα δύο όμοια σπίτια (ο κόσμος τα ξέρει σαν δίδυμα)[7] που υπάρχουν ακόμη στη γωνία των οδών 31ης Αυγούστου και Λορέντζου Μαβίλη. Είχαν και τα δύο σπουδαία αρχιτεκτονική, η οποία θαυμάζεται ακόμη. Αν δεν κάνω λάθος, σήμερα το ένα είναι ιδιοκτησία της οικογένειας Γκαρανέ και το άλλο Στάμου Οικονόμου, αλλά έχουν παντελώς εγκαταλειφτεί. Ευτυχώς ότι τώρα τελευταία ακούγεται ότι ο Δήμος Λαρισαίων ενδιαφέρεται για την απόκτηση και την αξιοποίησή τους.

Εκτός αυτών είναι γνωστό ότι το 1918, όταν κατεδαφίσθηκαν τα βασιλικά ανάκτορα, το παρεκκλήσι του αγίου Βησσαρίωνος διατηρήθηκε. Την ίδια χρονιά ο εστιάτορας Γεωργιος Νατάκιας, με δαπάνες του ανακαίνισε το εκκλησάκι. Κάλυψε με επίχρισμα τους εξωτερικούς τοίχους, ολοκλήρωσε την αγιογράφησή του και έτσι ο ναός του αγίου αποδόθηκε στη χρήση των πιστών της περιοχής.

------------------------------------

[1]. Ο Παν ήταν αρχαία ελληνική θεότητα συνυφασμένη με την πανίδα της φύσης. Απεικονιζόταν με κέρατα και πόδια τράγου, εξ' ού και «Θεός τραγοπόδαρος». Η μόνιμη διαμονή του ήταν οι χώροι της φύσης (όρη, δάση, σπήλαια, κοιλάδες, κλπ), παίζοντας αυλό δικής του έμπνευσης. Ο παλιός δημοσιογράφος και εκδότης της "Μικράς" Θρασύβουλος Μακρής δεν μπορούσε να διανοηθεί ποια …σοφή κεφαλή σκέφθηκε να δώσει το όνομα του αρχαίου αυτού θεού σε μια κεντρική οδό της Λάρισας. Για αντιπερισπασμό και χαριτολογώντας την ονόμαζε αντί Πανός, οδό Παντός, επειδή εκεί εύρισκε να αγοράσει κανείς τα πάντα.

[2]. Προπολεμικά τα ξενοδοχεία ονομαζόταν ξενοδοχεία ύπνου, εν αντιθέσει με τα εστιατόρια τα οποία προσδιορίζονταν ως ξενοδοχεία φαγητού, επειδή και οι δύο κατηγορίες καταστημάτων προσέφεραν υπηρεσίες κυρίως σε ξένους επισκέπτες.

[3]. Ο Λουκάς Καπελμάγιερ κλήθηκε από την Αυστρία για να διοργανώσει την Φιλαρμονική του Δήμου στα τέλη του 19ου αιώνα. Έμεινε για αρκετό διάστημα στη Λάρισα και νυμφεύθηκε Λαρισαία κόρη. Από τον γάμο του απέκτησε δύο κόρες. Η μία, Ιφιγένεια στο όνομα, παντρεύτηκε τον Ιωάννη Γραμματίδη, πατέρα του δημοσιογράφου και πολιτικού Χρήστου Γραμματίδη. Βλέπε: Γραμματίδης Χρήστος, Παλιά Λάρισα. Μνήμες, Αθήνα (2007) σελ. 171-172.

[4]. Η προπολεμική οδός Φαρσάλων ξεκινούσε από την Κύπρου και κατέληγε στη σημερινή Γρηγορίου Ε΄. Μεταπολεμικά, για να τιμηθεί ο πρόεδρος Ρούσβελτ, πήρε το όνομά του. Φαρσάλων σήμερα είναι ο δρόμος που ξεκινά από την Πολυτεχνείου, ως προέκταση της Παναγούλη και εκτείνεται σε μεγάλη απόσταση, νότια της πόλης.

[5]. Αφήνοντας ο Νατάκιας το δεύτερο εστιατόριό του στη Φαρσάλων, τη λειτουργία του ανέλαβε ο Ζήσης Γκατζιρούλης, πατέρας του μακαριστού μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου.

[6]. Ολύμπιος [Κώστας Περραιβός], Η Λάρισα που χάθηκε, εφ. "Λάρισα", φύλλο της 18ης Μαρτίου 1974.

[7] Στην ουσία δεν ήταν δίδυμα τα κτίρια, αλλά τρίδυμα, γιατί υπήρχε μέχρι το 1994 και ένα τρίτο πίσω από τα δίδυμα, αρχιτεκτονικά πανομοιότυπο, στη συμβολή των οδών Λορέντζου Μαβίλη και Δροσίνη, το οποίο κατεδαφίσθηκε και στη θέση του κτίσθηκε νέα οικοδομή.

 

* Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

nikapap@hotmail.com

Σχετικά Άρθρα