Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Το έπος του '40 και η Κύπρος

Δημοσίευση: 26 Οκτ 2019 17:00
Ελληνες Κύπριοι αποβιβάζονται στο λιμάνι του Πειραιά, Αθήνα, Δεκέμβριος του 1940 (πηγή: «Φιλελεύθερος», 28 Οκτωβρίου και Παγκύπριος Σύνδεσμος Πολεμιστών) Ελληνες Κύπριοι αποβιβάζονται στο λιμάνι του Πειραιά, Αθήνα, Δεκέμβριος του 1940 (πηγή: «Φιλελεύθερος», 28 Οκτωβρίου και Παγκύπριος Σύνδεσμος Πολεμιστών)

Εκείνο το πρωί της 28ης Οκτωβρίου οι σημαίες βγήκαν από τα σεντούκια. Και οι μηχανές γάζωναν γρήγορα ό,τι λευκό και γαλάζιο πανί βρέθηκε πρόχειρο.

Μέχρι το μεσημέρι σε κάθε σπίτι, σε κάθε σχολείο, σε κάθε καφενείο κυμάτιζε μια ελληνική σημαία, ενώ πολλές άλλες βρέθηκαν στα χέρια ενθουσιώντων νεαρών που διαδήλωναν στους δρόμους. Πού βρεθήκαν τόσες πολλές ελληνικές σημαίες; Αυτό το ερώτημα κυριάρχησε εκείνο το πρωινό ανάμεσα στους Άγγλους αξιωματούχους της αποικιακής κυβέρνησης, που μέχρι τότε ήσαν εντεταλμένοι με την εξαφάνισή της…

Η Κύπρος δέχτηκε με αισθήματα πίκρας και οργής την είδηση για την κήρυξη του πολέμου κατά της Ελλάδας. Τα αισθήματα αυτά διαδέχτηκαν εκείνα της συγκίνησης και της εθνικής περηφάνιας, όταν έγινε γνωστή η απάντηση στο εκβιαστικό τελεσίγραφο του Μουσολίνι. Η αντίδραση των Κυπρίων στο ιστορικό «ΟΧΙ» και τις πρώτες νίκες του Ελληνικού Στρατού εναντίον των Ιταλών, στα ελληνοαλβανικά σύνορα και τη Βόρειο Ήπειρο, πήρε τη μορφή εθνικού συναγερμού. Οι καμπάνες κτυπούσαν χαρμόσυνα και η γαλανόλευκη κυμάτιζε περήφανη ξανά παντού.

Να τι μετέδιδε ο ανταποκριτής του «Reuters» από τη Λευκωσία: «Εις ολόκληρον την Κύπρο επικρατεί αφάνταστος ενθουσιασμός αφ’ ής στιγμής ελήφθη η είδηση ότι η ΕΛΛΑΔΑ απεφάσισε ν’ αμυνθεί διά των όπλων εις την ιταλική επίθεση … Εις το Ελληνικό προξενείο της Λευκωσίας κατά πυκνάς μάζας προσέρχονται ευσταλείς Έλληνες Κύπριοι ζητούντες να αποσταλούν εις την Ελλάδα όπως υπηρετήσουν εις τας τάξεις του ελληνικού στρατού».

Χιλιάδες εθελοντές στοιβάζονται στις προκυμαίες έτοιμοι να αναχωρήσουν για τον Πειραιά, με παρεμβάσεις όμως των Άγγλων προς τον Μεταξά αποθαρρύνεται η κατάταξή τους στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις και παραπέμπονται στην κυπριακή μονάδα του αγγλικού στρατού... Μια κίνηση καθόλου τυχαία, αφού, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, είχε συγκεκριμένο σχέδιο και σκοπό.

Στην Αθήνα, ήδη, από τον Σεπτέμβριο του 1940, όταν οι απροκάλυπτες προκλήσεις της Ιταλίας έδειχναν το αναπόφευκτο του πολέμου, Κύπριοι φοιτητές θα παρουσιασθούν στην αγγλική Πρεσβεία της Αθήνας και θα γνωστοποιήσουν την πρόθεσή τους να καταταγούν στον στρατό. Τον Νοέμβριο θα συσταθεί στην Αθήνα ειδική κυπριακή επιτροπή για την αποστολή εθελοντών στον πόλεμο, ενώ τον Δεκέμβρη θα ορκισθούν οι 100 νέοι του Ιερού Λόχου των εν Αθήναις Κυπρίων.

Αργότερα, όταν οι Άγγλοι ενεπλάκησαν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα, σημαντικός αριθμός ανδρών του Κυπριακού Συντάγματος τους ακολούθησε στον πόλεμο κατά των Γερμανών. Στην Ελλάδα, το Κυπριακό Σύνταγμα έγραψε σελίδες τιμής και δόξας. Σε σύνολο το Κυπριακό Σύνταγμα, στις επιχειρήσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα και τη Μάχη της Κρήτης, έχασε 100 άνδρες, ενώ περισσότεροι από 2.000 αιχμαλωτίστηκαν. Οι περισσότεροι συνελήφθησαν από τους Γερμανοϊταλούς, σε λιμάνια της Πελοποννήσου κατά την οπισθοχώρηση, ενώ το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και στην Κρήτη.

Μεταξύ των ανδρών του Κυπριακού Συντάγματος ήταν ο γιατρός Μαρσέλλος Θεόδωρος, που υπηρέτησε αργότερα ως εθελοντής γιατρός στο αντάρτικο στην περιοχή του Πηλίου, ο Λουκής και Λιάσος Λιασίδης, ο Σωκράτης Λοϊζίδης, ο Κωνσταντίνος Γιαλλουρίδης και πολλοί άλλοι του 36ου Συντάγματος Ευζώνων, οι οποίοι έδωσαν σκληρές μάχες με τους κατακτητές στη Βόρειο Ήπειρο, το Τεπελένι και όπου αλλού το έθνος έδινε τον υπέρ πάντων αγώνα.

Εκτός από τις πολύτιμες υπηρεσίες, τις οποίες προσέφερε το Κυπριακό Σύνταγμα των ανδρών, σημαντική ήταν και η συμβολή των Κυπρίων γυναικών. Η κατάταξή τους χαρακτηρίστηκε πρωτοποριακή, δεδομένων μάλιστα των αντιλήψεων της Κοινωνίας του 1939. Η Κύπρος ήταν 3η σε αριθμό-δύναμη στη Βοηθητική Στρατιωτική Υπηρεσία. Σε σύνολο, 800 Κύπριες υπηρέτησαν σε διάφορες θέσεις, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες. Στη Γυναικεία Βοηθητική Αεροπορία υπηρέτησαν 25 Κύπριες, μεταξύ των οποίων και η Στέλλα Κακογιάννη-Σουλιώτη (μετέπειτα Υπουργός Δικαιοσύνης και Γενική Εισαγγελέας της Κυπριακής Δημοκρατίας), ενώ η Ερμιόνη Πετρή ήταν τεχνική εμπειρογνώμονας σε εξαρτήματα αεροσκαφών. Επίσης μεγάλη υπήρξε η συμμετοχή Κυπρίων γυναικών στις τάξεις του Ερυθρού Σταυρού στην Ελλάδα, την Αγγλία και σε όλη την Ευρώπη.

Σύμφωνα με τον Νίκο Μπατσικανή, συγγραφέα του βιβλίου «Η προσφορά της Κύπρου στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», πάνω από 600 Κύπριοι έπεσαν στα πεδία των μαχών και βρίσκονται θαμμένοι σε 56 στρατιωτικά κοιμητήρια 17 χωρών σε: Μέση Ανατολή, Αφρική, Ελλάδα και Ευρώπη. Ακόμη 2.500 Κύπριοι αιχμαλωτίστηκαν, οι περισσότεροι στην Ελλάδα, και κρατήθηκαν σε διάφορα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

«Η μικρή Κύπρος», γράφει ο Νίκος Μπατσικανής, «λογίζεται ως η χώρα που είχε, κατ' αναλογία με τον πληθυσμό της, τη μεγαλύτερη ανθρώπινη συμμετοχή στον Β΄ Π. Π. καθώς 30-32 χιλιάδες Κύπριοι κατετάγησαν στον Αγγλικό Στρατό την περίοδο του Πολέμου».

Ο Πέτρος Παπαπολυβίου στο βιβλίο του «Οι Κύπριοι εθελοντές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: Τα Μητρώα, οι Κατάλογοι και ο Φόρος του Αίματος», αναφέρεται ονοματικά στους 16.624 Κύπριους στρατιώτες, που εντάχθηκαν στο «Κυπριακό Σύνταγμα» και την «Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη» μέχρι και τον Αύγουστο του 1945 (με ονόματα, γεωγραφική καταγωγή και ημερομηνία κατάταξης. Ο μήνας με τη μεγαλύτερη κατάταξη ήταν ο Νοέμβριος του 1940, γεγονός που οφείλεται στον πρωτοφανή ενθουσιασμό που προκάλεσε στην Κύπρο η ελληνική αντίσταση και το «ΟΧΙ» στην ιταλική επίθεση.

Σημαντική προσφορά προς την αγωνιζόμενη Ελλάδα ήταν και η υλική βοήθεια κάθε είδους που έφτανε συνεχώς από τη Μεγαλόνησο. Οι χρηματικές εισφορές ξεπέρασαν το αστρονομικό για εκείνη την εποχή ποσό του ενός εκατομμυρίου λιρών. Όσοι δεν είχαν χρήματα έδιναν ζώα και προϊόντα. Οι γυναίκες προσέφεραν τα δακτυλίδια και τα σκουλαρίκια τους. Στις εφημερίδες της εποχής καταγράφεται το εξής συγκλονιστικό περιστατικό: Στο χωριό Βουνί της επαρχίας Λεμεσού, μια γυναίκα ετοιμοθάνατη πριν ξεψυχήσει άνοιξε σε μια στιγμή τα μάτια της και είπε: «Να δώσετε τον ασημένιο μου σταυρό για τον αγώνα της Ελλάδας μας». Από έρανο της Μητρόπολης Κερύνειας αγοράστηκε ένα πολεμικό αεροπλάνο (το Κερύνεια) δώρο προς τη μαχόμενη Ελλάδα. Τον Φεβρουάριο του 1941 ο Δ.Ν. Δημητρίου εισέφερε 3.000 λίρες για την αγορά ενός άλλου αεροπλάνου, στο οποίο δόθηκε το όνομα «Λάρναξ Κύπρου». Προσφέρθηκαν ακόμη πολλά χρήματα και χρυσαφικά στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και για τη φανέλα του στρατιώτη.

Από τον δρα Αυγουστίνο (Ντίνο) Αυγουστή, αναπλ. καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας