Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΛΑΡΙΣΑ ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ, ΧΙΛΙΕΣ ΛΕΞΕΙΣ...

Το Μέγαρο Κατσαούνη

Δημοσίευση: 24 Μαϊ 2020 17:29
Το Μέγαρο Κατσαούνη στη νότια πλευρά της Κεντρικής πλατείας, επί της οδού Κούμα.  Λεπτομέρεια φωτογραφίας του 1935. Αρχείο Αντωνίου Γαλερίδη Το Μέγαρο Κατσαούνη στη νότια πλευρά της Κεντρικής πλατείας, επί της οδού Κούμα. Λεπτομέρεια φωτογραφίας του 1935. Αρχείο Αντωνίου Γαλερίδη

Ο τίτλος του σημερινού κειμένου «Μέγαρο Κατσαούνη» ίσως να μην προσδιορίζει για τους περισσότερους τίποτε.

Όμως για την ιστορία του 20ού αιώνα της Λάρισας ήταν ένα κτίριο από το οποίο παρέλασαν πολλοί επαγγελματίες, ιδιωτικές, δημόσιες και στρατιωτικές υπηρεσίες. Το μέγαρο αποτυπώνεται στη δημοσιευόμενη φωτογραφία του 1935. Πρόκειται για λεπτομέρεια μεγαλύτερης εικόνας, εκτυπωμένης σε επιστολικό δελτάριο της εποχής, με τίτλο «Ο Εορτασμός της εκατοντ/ρίδος εν Λαρίσση». Ο εορτασμός αυτός έγινε με πρωτοβουλία της Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας των Θεσσαλών[1]. Ο καθυστερημένος εορτασμός της κατά τέσσερα έτη από τη συμπλήρωση της εκατονταετίας από την Επανάσταση του 1821, οφείλεται κυρίως στην ανώμαλη πολιτική κατάσταση που επικρατούσε κατά την περίοδο εκείνη. Από την ανάλυση της γραμματοσειράς του τίτλου του επιστολικού δελταρίου συμπεραίνεται ότι είναι έκδοση του Λαρισαίου Ιωάννη Κουμουνδούρου.
Μετά την απελευθέρωση του 1881 και πριν κτισθεί το κτίριο τη φωτογραφίας, υπήρχε κενός χώρος, μια μεγάλη μάντρα, στο βάθος της οποίας ήταν κτισμένο ισόγειο κτίσμα, το οποίο στα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης στέγαζε το φωτογραφείο του Περικλή Θεοδωρίδη. Αργότερα, στο ίδιο κτίριο λειτουργούσε από κάποιον ανδρεικελλοπαίκτη Καραγκιόζης. Ο χώρος αυτός ήταν ιδιοκτησία του δικηγόρου Αριστοτέλη Ιατρού και συνόρευε με την ιδιόκτητη κατοικία του[2]. Στα τέλη του 19ου αιώνα ο ελεύθερος χώρος με το μικρό κτίσμα περιήλθαν στην ιδιοκτησία των αδελφών Κατσαούνη[3], οι οποίοι το αξιοποίησαν και έκτισαν τη διώροφη νεοκλασική οικοδομή της φωτογραφίας. Ο επάνω όροφος αρχικά χρησιμοποιήθηκε για κατοικία τους, ενώ το ισόγειο ενοικιάσθηκε κατά διαστήματα σε διάφορες επιχειρήσεις και ιδιώτες. Το ισόγειο είχε τέσσερεις πόρτες και μία θύρα εισόδου για τον επάνω όροφο. Από τις πρώτες επιχειρήσεις είναι γνωστό ότι σ’ αυτό στεγάστηκε η Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας, η οποία είχε ενοικιάσει δύο πόρτες. Η διάρκεια της τράπεζας αυτής δεν ήταν μεγάλη. Το 1917, σε φωτογραφία των γαλλικών δυνάμεων της Αντάντ που κατέλαβαν τη Λάρισα κατά τη διάρκεια του εθνικού διχασμού, διακρίνουμε σε δύο πόρτες του ισογείου την επιγραφή «Ζαχαροπλαστείον Doree Δ. Α. Πάλτσου». Ο επάνω όροφος την περίοδο εκείνη είχε επιταχθεί από τους Γάλλους, οι οποίοι εγκατέστησαν το στρατηγείο τους, με επικεφαλής τον στρατηγό Venel και το επιτελείο του[4]. Το γεγονός αυτό ανάγκασε τις οικογένειες Κατσαούνη να εγκαταλείψουν τη Λάρισα και να εγκατασταθούν στην Αθήνα.
Με την αποχώρηση των Γάλλων δύο πόρτες στο ισόγειο ενοικιάστηκαν για να εγκατασταθεί η «Τράπεζα Θεσσαλίας» των αδελφών Στυλιανού Παπαγεωργίου, με διευθυντή τον Νικόλαο Φίλιο[5]. Σε μια άλλη πόρτα είχε Κουρείο πολυτελείας ο Αθανάσιος Κωτούλας. Μέχρι το 1941 από το ισόγειο πέρασαν διάφοροι επαγγελματίες. Στη δημοσιευόμενη φωτογραφία του 1935 διακρίνουμε τις εξής επιγραφές: αριστερά στεγάζεται ο «Εμποροράπτης Κυριακίδης», εν συνεχεία το «Κομμωτήριον η Αφροδίτη» και μαζί το «Κουρείον Αθανασίου Κωτούλα» και δεξιά το υποκατάστημα της «Λαϊκής Τράπεζας».
Ο επάνω όροφος ενοικιάστηκε από το Δημόσιο, παραχωρήθηκε στο Υπουργείο των Στρατιωτικών και σ’ αυτό εγκαταστάθηκε το Στρατηγείο της Ταξιαρχίας Ιππικού που είχε έδρα τη Λάρισα. Διοικητής του την περίοδο εκείνη ήταν ο συνταγματάρχης Γεώργιος Δελαγραμμάτης, γόνος αριστοκρατικής οικογένειας της Αθήνας. Όταν εγκαταστάθηκε στη Λάρισα έφερε μαζί και το ιδιωτικό του αυτοκίνητο, γεγονός το οποίο ενθουσίασε τους κατοίκους της πόλης, καθώς την περίοδο εκείνη ήταν ελάχιστα τα αυτοκίνητα, τα οποία κυκλοφορούσαν στους χωμάτινους δρόμους της. Ο Δελαγραμμάτης και η κομψή σύζυγός του με την παρουσία τους στη Λάρισα έδωσαν έναν ιδιαίτερο τόνο στην κοσμική και κοινωνική ζωή της πόλης. Ο συνταγματάρχης, όπως σχεδόν και όλοι οι αξιωματικοί, κυκλοφορούσε πάντοτε με τη στολή του, φορούσε στο αριστερό μάτι του μονόκλ και εντυπωσίαζε όσους τον έβλεπαν να κάνει περιπάτους ή να οδηγεί το αυτοκίνητό του.
Μετά την αποχώρηση του Δελαγραμμάτη, τη θέση του διοικητού της Ταξιαρχίας Ιππικού ανέλαβε ο συνταγματάρχης τότε Αλέξανδρος Παπάγος και όταν ο τελευταίος μετατέθηκε στην Αθήνα, τον διαδέχθηκε ο συνταγματάρχης Τσαγγαρίδης. Όταν τέλος η Ταξιαρχία έγινε Μεραρχία Ιππικού, η έδρα του μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη και η Λάρισα στερήθηκε μια ένδοξη και επίλεκτη μονάδα, γιατί ας μην ξεχνάμε ότι τα τέκνα των αριστοκρατικών οικογενειών την εποχή εκείνη κατατάσσονταν στο Ιππικό[6], όπως σήμερα συμβαίνει κυρίως με το ναυτικό, αλλά και την αεροπορία.
Το 1941 ο επάνω όροφος υπέστη ζημιές και κατέστη ακατοίκητος και περιήλθε στην ιδιοκτησία του Θεόδωρου Λεόντιου. Μεταπολεμικά ο κατεστραμμένος όροφος γκρεμίστηκε και το κτίσμα λειτούργησε ως ισόγειο. Στέγασε το καφενείο «Παλλάδιον», ξακουστό για την εποχή του και αργότερα το «Μικρό Ολύμπιον», σε αντιδιαστολή με το ζαχαροπλαστείο «Ολύμπιον» του Δήμου Γκουνταρούλη, το οποίο βρισκόταν στο ισόγειο του ομώνυμου ξενοδοχείου, επί της οδού Κύπρου (των Έξ τότε).
Κάποια στιγμή το κτίσμα του «Παλλάδιου» περιήλθε στην ιδιοκτησία της Εμπορικής Τράπεζας[7]. Το 1979 κατεδαφίστηκε και μαζί του κατεδαφίστηκε και το διπλανό κτίριο του υποκαταστήματος της Εμπορικής Τράπεζας για να κατασκευαστεί πολυώροφη οικοδομή, ενώ συγχρόνως δημιουργήθηκε και ο πεζόδρομος της οδού Μαρίνου Αντύπα.


[1]. Η Ιστορική και Λαογραφική Εταιρεία των Θεσσαλών της Αθήνας, ένα σωματείο Θεσσαλών επιστημόνων ιδρύθηκε το 1929. Ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας υπήρξαν διαπρεπείς πνευματικοί άνθρωποι, επιτυχημένοι επιχειρηματίες και ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί της εποχής. Πρώτος πρόεδρος της Εταιρείας εξελέγη ο Δημ. Τσοποτός, βαθύς γνώστης και μελετητής της ιστορίας της Θεσσαλίας.
[2]. Η κατοικία της οικογένειας Ιατρού κτίστηκε γύρω στα 1890 και βρισκόταν παραπλεύρως του κτιρίου του Γυμνασίου-Διδασκαλείου (των μετέπειτα Δικαστηρίων), από τα οποία χωριζόταν με μεσοτοιχία. Είχε πρόσοψη επί της οδού Παπακυριαζή (Μουσών τότε). Η κατοικία αυτή αγοράστηκε από τον Στέφανο Καζαντζή, ο οποίος το παραχώρησε ως προίκα στον σύζυγο της αδελφής του ιατρό ακτινολόγο Ριζόπουλο.
[3]. Οι αδελφοί Κατσαούνη ήταν σπουδαίοι επιχειρηματίες. Εκτός από μια σειρά αστικών κτισμάτων στην οδό Μακεδονίας (Βενιζέλου) και στην οδό Ανδρούτσου, είχαν δημιουργήσει το πρώτο παγοποιείο στη Λάρισα στα Ταμπάκικα και μια υδραντλία στον Βλαχομαχαλά για την άντληση πόσιμου νερού από την κοίτη του Πηνειού.
[4]. Είναι χαρακτηριστικές οι φωτογραφίες του Υπουργείου Πολιτισμού της Γαλλίας από την περίοδο εκείνη, οι οποίες μας αποκαλύπτουν το εσωτερικό του διαδρόμου και των γραφείων του επάνω ορόφου του Μεγάρου Κατσαούνη, καθώς και απόψεις από την ομιλία του στρατηγού Sarrail από τον εξώστη του κτιρίου προς το συγκεντρωμένο πλήθος στην Κεντρική πλατεία.
[5]. Ο Νικόλαος Φίλιος παρ’ ότι είχε σπουδάσει ιατρός, δεν εξάσκησε ποτέ του την ιατρική επιστήμη, γιατί προτίμησε να γίνει τραπεζίτης. Αργότερα τον συναντάμε και διευθυντή του υποκαταστήματος της Λαϊκής Τράπεζας στη Λάρισα. Από τις θέσεις του αυτές συνέβαλε αποτελεσματικά στην ανάπτυξη του εμπορίου της Λάρισας.
[6]. Ένας από τους γιους του Γεωργίου Α’ ο πρίγκιπας Ανδρέας (1882-1944) το 1905 μετατέθηκε για ένα διάστημα στην Ταξιαρχία Ιππικού στη Λάρισα και μαζί με τη σύζυγό του Αλίκη, αδελφή του λόρδου Μαουντμπάτεν, διέμεναν στο αρχοντικό του Σκαλιώρα.
[7]. Ο Δημήτριος Μάναγας, παλαιότερα διευθυντής της Εμπορικής Τράπεζας, αναφέρει σχετικά:
«Το 1972 αγόρασα το «Παλλάδιον» από τον Γεώργιο Λεόντιο, μετά τον θάνατο του πατέρα του Θεόδωρου… Αγοράσαμε λοιπόν αυτό το κτίριο και μάλιστα η τράπεζα έδωσε γύρω στα 2 ½ μέτρα και άλλα τόσα πήραν από τα δικαστήρια και έγινε ο πεζόδρομος - οδός Μαρίνου Αντύπα, ο οποίος δεν υπήρχε πριν».

 

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com