ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

«…την πόλιν την παρδαλήν, την μικράν και όμως μεγάλην»

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΦΕΔΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΙΣΑ ΤΟΥ 1897

Δημοσίευση: 27 Μαϊ 2020 16:30
Έλληνες στρατιώτες συγκεντρωμένοι έξω από το κτίριο των Δικαστηρίων στην Κεντρική πλατεία,  λίγες ημέρες πριν από την έναρξη του πολέμου. Δεξιά μέρος του ξενοδοχείου «Το Στέμμα». Απρίλιος 1897.  Από το βιβλίο «Going to war in Greece» του Frederic Palmer. Νέα Υόρκη, 1897. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας Έλληνες στρατιώτες συγκεντρωμένοι έξω από το κτίριο των Δικαστηρίων στην Κεντρική πλατεία, λίγες ημέρες πριν από την έναρξη του πολέμου. Δεξιά μέρος του ξενοδοχείου «Το Στέμμα». Απρίλιος 1897. Από το βιβλίο «Going to war in Greece» του Frederic Palmer. Νέα Υόρκη, 1897. Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας

Τον Μάρτιο του 1897 κάποιες συνοριακές αψιμαχίες εκατέρωθεν της ελληνοτουρκικής μεθορίου, δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα, η οποία προοιώνιζε ότι στα θεσσαλικά σύνορα θα συνέβαιναν πολύ σύντομα σοβαρά πολεμικά γεγονότα, παρά το γεγονός ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να τα αποσοβήσουν.

Η Λάρισα, λόγω θέσεως και γειτονίας με τα σύνορα, υπήρξε ο τόπος συγκεντρώσεως των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων και η έδρα του ελληνικού στρατηγείου. Χιλιάδες στρατιώτες, έφεδροι και εθελοντές με τους αξιωματικούς τους έφθασαν στην πόλη μας και κατέλυσαν στους στρατώνες και σε διάφορους πρόχειρους καταυλισμούς, μέχρις ότου να προωθηθούν στο μέτωπο.
Ένας από τους εφέδρους στρατιώτες, ο οποίος έλαβε μέρος στις πολεμικές συγκρούσεις, λίγες εβδομάδες μετά την ανακωχή που σήμανε το τέλος του πολέμου, άρχισε να γράφει τις εντυπώσεις του από τη δοκιμασία αυτή στην εφημερίδα των Αθηνών «Εμπρός» σε συνέχειες, με τίτλο: «ΤΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Σημειώσεις εφέδρου». Το κείμενο είναι ανώνυμο και έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Σήμερα θα δημοσιεύσουμε το απόσπασμα από τις εντυπώσεις του που έχει σχέση με την περιγραφή της Λάρισας τη συγκεκριμένη περίοδο. Ο συγγραφέας του φαίνεται να είναι μορφωμένος, έχει πλούσιο λεξιλόγιο, ως γλώσσα χρησιμοποιεί την απλή καθαρεύουσα[1], οι προτάσεις του είναι μικρές, οι αναφορές σύντομες αλλά περιεκτικές και η περιγραφή του καθαρή και πειστική.
Το συγκεκριμένο απόσπασμα δημοσιεύθηκε στο φύλλο της εφημερίδας που κυκλοφόρησε στις 6 Ιουνίου 1897[2]. Κατά την εξιστόρηση, το σώμα των εφέδρων έφθασε ατμοπλοϊκώς στον Βόλο και απ’ εκεί με τον θεσσαλικό σιδηρόδρομο προσέγγιζε τη Λάρισα. Ήταν αρχές Απριλίου και αφήνουμε τον συντάκτη να μας περιγράψει σχετικά:
«Δέκα λεπτά της ώρας μάς έμεναν ακόμη. Έξαφνα τα βαγόνια εσείσθησαν από την κραυγή:
- Η Λάρισσα, η Λάρισσα!... Και με βλέμματα λαίμαργα και με οφθαλμούς απλήστους, τα πρόσωπα όλων ευρέθησαν κολλημένα επάνω εις τους χονδρούς υαλοπίνακας των κλειστών θυρίδων του τραίνου.
- Ανοίξατε τα παράθυρα, ανοίξατε τα παράθυρα, εφώναζαν πολλοί.
Ευρισκόμεθα πλέον εις τα σύνορα. Η χαρά μας ήτο απερίγραπτος. Ούτε ζητωκραυγαί, ούτε φωνές και γέλια αυτή τη φορά. Αληθινή συγκίνησις. Σωστός ενθουσιασμός. Τα στόματα εκείνα τα φλύαρα, τα οποία προ ολίγου εσκόρπιζαν τόσην τρέλλαν, εκλείσθησαν τώρα διά μιας, όπως συμβαίνει εις όλας τας αιφνιδίας και μεγάλας δονήσεις της ψυχής. Και μόνον όταν η αμαξοστοιχία έστη (σταμάτησε) και απεβιβάσθημεν, ο υπερχειλίσας ενθουσιασμός εξερράγη εις ένα θούριον, υπό τον ήχον του οποίου εισήλθομεν εις την πόλιν.
Ο εκτελών χρέη σημαιοφόρου συνάδελφός μας προηγήθη και πάλιν, φέρων επ’ ώμου τον γυμνόν κορμόν ενός πελωρίου κλάδου, εις την άκραν του οποίου εκυμάτιζε υπόλευκον λείψανον…πετσέτας!... Η διά των οδών της πόλεως παρέλασις υπήρξε πανηγυρικωτάτη. Μερικά καταστήματα ήσαν σημαιοστόλιστα. Από τους δρόμους από τους οποίους διηρχόμεθα, το πλήθος εζητωκραύγαζε ως μαινόμενον. Πολλοί οπλιζόμενοι με μιαν σημαίαν μας ηκολούθουν. Τα παράθυρα των σπητιών ηνοίγοντο και επρόβαλαν γελαστά τα πρόσωπα των γυναικών. Μία, με δύο μαύρα λυγωμένα μάτια της ρωμαντικής σχολής, καταλαμβάνεται υπό αιφνιδίου πολεμικού μένους και κατασπαράσσει εντός των χειρών της μίαν πτωχήν ανθοδέσμην. Και το άκακο μπουκετάκι πέφτει σκόρπιο επάνω μας.
Εφθάσαμεν εις την πλατείαν όπου το νεόκτιστον Τουρκικόν τέμενος[3]. Εκεί είχε τόσος κόσμος συσσωρευθή, ώστε μόλις και μετά βίας κατωρθώθη να διέλθωμεν. Συνέβη όμως και κάτι άλλο. Ο συνωστισμός και η σύγχυσις διευκόλυναν πάλιν την… απόδρασιν του ενός τρίτου τουλάχιστον εξ ημών και ο δυστυχής ενωμοτάρχης απέμεινε και πάλιν «ανέραστος και άφιλος». Τοιουτοτρόπως τη ανελπίστω βοηθεία του συνωστισμού το εσκάσαμε δι’ εικοστήν φοράν. Άλλως τε η ώρα της παραδόσεώς μας εις τον λόχον εσήμανε και έπρεπε τέλος πάντων να πανηγυρίσωμεν τας τελευταίας στιγμάς.
Διά τους πολλούς σημεία κατευθύνσεως είχον ορισθεί τα διάφορα ξενοδοχεία. Η ιδική όρεξις ανέβηκε εις τα μάτια, και τα βλέμματά μου ανήσυχα περιεστρέφοντο ζητούντα να χορτάσουν απ’ όλα. Μετά τον Βόλον, ήτο η δευτέρα πόλις η Λάρισα, όπου επί τρεις ώρας η κεφαλή μου εστρέφετο επί των ώμων μου με το στόμα χάσκων διαρκώς. Την πρώτην εντύπωσιν μου έκαμαν οι πανύψηλοι μιναρέδες με την μυτερή κορυφή τους, άνωθεν της οποίας κίτρινον μέταλλον εικόνιζε του Ενδυμίωνος[4] το προσφιλές ήμισυ… Έπειτα η ποικιλία των μορφών, αι καλλοναί και τα ασχημόμουτρα, τα κυρτά σώματα και οι στερεότυπες φάτσες των Εβραίων, ο Ιμάμης ο χωμένος μέσα στα φαρδιά αντηριά του[5], το πωλούμενον ύδωρ εντός των δερματίνων σάκκων, οι χανούμισες με τα φασκιωμένα μουτράκια τους και τόσα άλλα. Μωσαϊκόν ανθρώπων και οικοδομών και δρόμων. Χωριό και πόλις και επαρχία και πρωτεύουσα. Τζαμιά και ναοί χριστιανικοί και συναγωγαί και ονόματα συνοικιών τουρκικά. Καλπάκια[6] και ρεπούμπλικες και σκούφιες και φεσάκια κόκκινα και ημίψηλα. Παράθυρα κλειστά και κόσμος φοβισμένος και κόσμος δίχως ελευθερίαν και δίχως πολιτισμόν.
Εις δύο ώρας διέτρεξα όλην την πόλιν σχεδόν. Διήλθον τα δύσβατα καλντερίμια της, εισεχώρησα και εις τα μάλλον αφανή και απρόσιτα στενοσόκακα, έκαμψα όλας τας ομαλάς και ανωμάλους γωνίας της και ηφανίσθην εντός του βρωμερού λασπώδους απείρου της… Εδώ ερείπια τουρκικού τεμένους, σωροί νεκράς ισχύος και δόξης, σκοτεινά, μαύρα, άμορφα σαν ξεθαμμένα οστά κάποιου μεγάλου νεκρού… Πάρα κάτω ερημία και γύμνια και έπειτα ένα σπίτι ξεβαμμένο, σαθρόν, κινδυνεύον να καταρρεύση με το πρώτον φτέρνισμα του κυρίου του και πάλιν ερημία και έπειτα ένας δρόμος πλωτός… από την λάσπην ή μία παράγκα μη αντιπροσωπεύουσα τίποτε. Καλλοναί επί ερειπίων και ερείπια επί καλλονών.
Όπλα ανακατωμένα εις αυτήν την πόλιν την παρδαλήν, την μικράν και όμως μεγάλην διά τα παράξενά της. Μία περίπτυξις του ωραίου και της αηδίας. Η συνοικία των Εβραίων και ο τουρκικός μαχαλάς και έξαφνα η πλατεία με την φιλαρμονικήν και δίπλα η αγορά με τα… βρωμοπωλεία[7] της και εις το μέσον το νοσοκομείον…! [8] και απέναντι τα Δικαστήρια και στο πλάϊ αι φυλακαί και κολλητά το ταχυδρομείον[9] και αριστερά η διεύθυνσις της αστυνομίας και δεξιά τα πατσατζίδικα. Αέναος συμπλοκή οδών και διεθύνσεων και συγκρούσεις οικιών και δημοσίων καταστημάτων. Και εις τα τελευταία ο Πηνειός, θολωμένος κι’ αυτός, περνάει ήσυχα-ήσυχα δίπλα της, με μίαν ύπουλον γαλήνην και με όλην την γοητείαν γυναικείας υποκρισίας. Σιγά-σιγά, σαν να μην έχη διόλου δύναμιν, της χαϊδεύει το πλευρόν έως ότου την ξεγελάση και το ποταμάκι το άρρωστο και αδύνατο ξεσπάση σε καμμία φοβερή πλημμύρα και την καταβροχθίση με λαιμαργίαν λυσσασμένου θηρίου.
Πέντε ώρες επέρασαν. Είχα σχεδόν λησμονήσει τον λόγον διά τον οποίον ευρισκόμην εκεί και εδόθην με ηλιθιότητα ρωμαντικού εραστού εις την ρέμβην την λικνιστικήν και την γοητείαν την οποίαν εδοκίμαζα από την συχνήν αλλαγήν των εντυπώσεων, όταν ένα οξύ σάλπισμα...».
———————
[1]. Η γλώσσα διατηρείται ως έχει, καθώς νομίζουμε ότι αποδίδει καλύτερα το κλίμα της εποχής. Όσες λέξεις είναι δυσνόητες θα επεξηγούνται άμεσα εντός παρενθέσεως. Σε ορισμένα δε σημεία θα γίνεται σχολιασμός στις υποσημειώσεις για ευχερέστερη κατανόηση.
[2]. Η εντόπιση του δημοσιεύματος έγινε από τον Αχιλλέα Καλτσά, μέλος της Φωτοθήκης Λάρισας του Ομίλου Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας, τον οποίον και ευχαριστώ για την παραχώρηση.
[3]. Πρόκειται για την πλατεία Ανακτόρων, σημερινή πλατεία Μπλάνα ή Λαού, ανατολικά της οποίας υψωνόταν το Γενί τζαμί, αυτό που διασώζεται μέχρι σήμερα και είχε κτισθεί πρόσφατα (1891). Στην Κεντρική πλατεία είχε συγκεντρωθεί ο τακτικός στρατός.
[4]. Κατά τη μυθολογία, ο Ενδυμίων, βασιλιάς της Ήλιδας (Τροίας), ήταν ο ωραιότερος των θνητών. Τον ερωτεύθηκε παράφορα η Σελήνη και με τη συμβολή του Δία κατόρθωσε να τον κάνει να κοιμάται αιώνια, χωρίς να χάνει την ομορφιά του. Εδώ ο συγγραφέας με την επιτυχημένη αναφορά του στον μύθο του Ενδυμίωνα και της Σελήνης περιγράφει την τουρκική ημισέληνο.
[5]. Αντηριά και αντεριά, είναι τα ζωστικά, δηλαδή ο χιτώνες που φορούν οι ιερωμένοι κάτω από το μαύρο ράσο, κατά την καθημερινή τους αμφίεση.
[6]. Καλπάκι. Τουρκική λέξη, η οποία σημαίνει κάλυμμα κεφαλής, σαν αυτό που φορούν οι μοναχοί.
[7]. Εννοεί την οδό Πανός με συγκεντρωμένα τα χασάπικα, μανάβικα και ψαράδικα, τα οποία λόγω της φύσεώς τους διέχεαν έντονη δυσοσμία.
[8]. Το στρατιωτικό νοσοκομείο στεγαζόταν τότε στο κτίριο του Διδασκαλείου.
[9]. Το Ταχυδρομείο ήταν συνέχεια των φυλακών, επί της σημερινής οδού Φιλελλήνων. Η παλαιότερη άποψή μου ότι την εποχή εκείνη το Ταχυδρομείο βρισκόταν στην ομώνυμη πλατεία, όπου σήμερα το Grand Hotel, απεδείχθη λανθασμένη, όπως επιβεβαιώνεται και από την περιγραφή. Η μεταφορά του στην πλατεία Ταχυδρομείου έγινε αργότερα, όταν Φυλακές και Ταχυδρομείο κατεδαφίσθηκαν το 1904 για να κτιστεί το μέγαρο Χατζημέτου (Λέσχη Ασλάνη).

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

INTERCOMM FOODS
DEREE 2-4-24
Μείνε μαζί μας

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass