Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ

Αθανάσιος Ποστάλας και Χαδούλης Κωνσταντίνου

Γουνοποιοί και συνέταιροι: Μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο

Δημοσίευση: 30 Αυγ 2020 18:00
Οι υπογραφές των Α. Ποστάλα και Χ. Κωνσταντίνου σε συμβολαιογραφικό έγγραφο. © ΓΑΚ/ΑΝΛ, Αρχείο Ροδόπουλου, αρ. 13379/1892. Οι υπογραφές των Α. Ποστάλα και Χ. Κωνσταντίνου σε συμβολαιογραφικό έγγραφο. © ΓΑΚ/ΑΝΛ, Αρχείο Ροδόπουλου, αρ. 13379/1892.

Ανάμεσα στους επαγγελματίες που δραστηριοποιήθηκαν στη Λάρισα τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας, αναφέρονται οι γουνοποιοί Αθανάσιος Ποστάλας του Βασιλείου και Χαδούλης Κωνσταντίνου. Στις αρχές του 1870 ίδρυσαν στη Λάρισα μία «Ομόρρυθμο Μετοχική Εταιρεία επεξεργασίας και εμπορίας γούνας», την πρώτη του είδους σε ολόκληρη τη Θεσσαλία. Για τον σκοπό αυτόν ενοικίασαν ένα μεγάλο κατάστημα πλησίον της γέφυρας του Πηνειού που ανήκε στην πλήρη κυριότητα του Οθωμανού κτηματία Χατζή Ιμπραήμ πασά. Η ζήτηση της γούνας την περίοδο αυτή ήταν μεγάλη, ιδιαίτερα από τους εύπορους Τούρκους κτηματίες, αλλά και τους Χριστιανούς προύχοντες της πόλης, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν μέσα σε λίγα χρόνια μία αμύθητη περιουσία.


Μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας (1881), οι δύο συνέταιροι επένδυσαν τα χρήματά τους σε αγορές εβδομήντα τεσσάρων (74) αστικών και αγροτικών ακινήτων στη Λάρισα και την ευρύτερη περιφέρειά της. Τριάντα έξι (36) από αυτά τα ακίνητα, τους τα μεταβίβασαν τα παιδιά του ήδη αποβιώσαντα Χατζή Ιμπραήμ πασά: ο Χουσεΐν, ο Μεχμέτ και η Νετζιμπέ χανούμ, οι οποίοι μετανάστευσαν στα ενδότερα της Μικράς Ασίας. Η πώληση πραγματοποιήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1881 (αρ. συμβ. 110) από τον τότε συμβολαιογραφούντα ειρηνοδίκη της Λάρισας Απόστολο Μαλαχατόπουλο [1]. Στα αγορασθέντα ακίνητα (εξ αδιαιρέτου) συμπεριλαμβάνονταν το μεγάλο κατάστημα που χρησιμοποιούσαν ως έδρα της επιχείρησής τους, μία οικία στη συνοικία Παράσχου (Αγίου Νικολάου) δίπλα από την αντίστοιχη του κτηματία Γρηγόριου Χατζηλαζάρου, ένα δάσος στη θέση Καμπήλαγα και αγροτεμάχια εκτάσεως 1.500 στρεμμάτων που βρίσκονταν μεταξύ της πύλης των Φαρσάλων και του Νεμπεγλέρ (Νίκαια). Δύο χρόνια αργότερα (27 Ιανουαρίου 1883) αγόρασαν και τα υπόλοιπα τριάντα οκτώ (38) ακίνητα (κυρίως αγροτεμάχια) που ανήκαν στην πλήρη κυριότητα του κτηματία Ζιά εφένδη Ισμαήλ, ο οποίος μετανάστευσε και αυτός με τη σειρά του στην Τουρκία. Η πώληση πραγματοποιήθηκε από τον συμβολαιογράφο της Λάρισας Αναστάσιο Φίλιο (αρ. συμβ. 2119).
Στα τέλη της δεκαετίας του 1880 αγόρασαν δύο ακόμα καταστήματα που βρίσκονταν στον δρόμο που οδηγούσε από τα ανάκτορα στη γέφυρα του Πηνειού (οδός Νταρκουρά, μετέπειτα οδός Μακεδονίας, σημ. Βενιζέλου), δίπλα ακριβώς από τα καταστήματα του Κωνσταντίνου Αστερίου και του Κωνσταντίνου Τενεκετζή, καθώς και ένα αγροτεμάχιο επτά στρεμμάτων δίπλα από τον σταθμό των Θεσσαλικών Σιδηροδρόμων.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 παρατηρήθηκε μία ύφεση στο εμπόριο της γούνας. Όλα σχεδόν τα ταμειακά αποθέματα της επιχείρησης είχαν δοθεί για τις προαναφερθείσες αγορές ακινήτων, γεγονός που οδήγησε τους δύο συνεταίρους να καταφύγουν σε ιδιωτικό δανεισμό. Ο Οθωμανός κτηματίας Μεμέτ αγάς Χατζή Αβδουλάχ ήταν αυτός που τους δάνεισε στις 14 Αυγούστου 1892, 500 χρυσές τουρκικές λίρες (11.280 δρχ.) με τόκο 12% κατ’ έτος. Ως εγγύηση για την αποπληρωμή του κεφαλαίου και των τόκων ο Α. Ποστάλας και Χ. Κωνσταντίνου υποθήκευσαν όλα σχεδόν τα ακίνητα που είχαν στην πλήρη κυριότητά τους [2].
Μαζί στη ζωή και στις επιχειρήσεις, μαζί και στον θάνατο. Πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να περιγράψουμε τις τραγικές συνέπειες που δημιούργησε ο ξαφνικός και σχεδόν ταυτόχρονος θάνατος των δύο γουνοποιών το 1895; Η εταιρεία ανέστειλε τις εργασίες της και τα χρέη θα οδηγούσαν τις δύο οικογένειες σε αδιέξοδο. Και όμως δεν συνέβη αυτό! Δύο γυναίκες (οι χήρες τους) που σε όλα τα συμβολαιογραφικά έγγραφα αναφέρονται ως «περί τα οικιακά ασχολούμεναι», πήραν τα ηνία στα χέρια τους και ανέστρεψαν την κατάσταση.
Η Αγλαΐα, χήρα του Αθανασίου Ποστάλα είχε αποκτήσει από τον γάμο της πέντε παιδιά: τον Λαμπροκλή, την Όλγα, την Αδριανή, τη Βασιλική και την Αγγελική. Όταν απεβίωσε ο σύζυγός της όλα τα παιδιά ήταν ανήλικα και ανέλαβε τη φυσική επιτροπία τους.
Η Βασιλική, χήρα του Χαδούλη Κωνσταντίνου είχε αποκτήσει από τον γάμο της δύο θυγατέρες: τη Γλυκερία και τη Θεοδώρα. Η πρώτη παντρεύτηκε τον καπνοπώλη Δημήτριο Π. Μαργαρίτη (απέκτησαν την Ανδρομάχη και τη Φανή), ενώ η δεύτερη τον Δημήτριο Γιαννιό.
Και οι δύο χήρες ανέθεσαν την πληρεξουσιότητα των υποθέσεών τους στον Δημήτριο Μαργαρίτη. Ο τελευταίος μέσα από μία σειρά συμφωνιών με τον κτηματία Μεμέτ αγά Χατζή Αβδουλάχ, πέτυχε την εξάλειψη των υποθηκών των ακινήτων. Πλέον όλα τα ακίνητα ήταν ελεύθερα να ενοικιασθούν σε τρίτους και τα ενοίκια που θα εισπράττονταν θα κάλυπταν το χρέος των δύο γουνοποιών σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Το πρώην ιδιόκτητο μεγάλο κατάστημα της επιχείρησης στην οδό Νταρκουρά, εκμισθώθηκε αρχικά στον έμπορο Απόστολο Δημητρίου και αργότερα στον Γεώργιο Παπακωνσταντίνου. Τα αγροτεμάχια ενοικιάστηκαν σε επίμορτους καλλιεργητές και απέφεραν έσοδα που υπερκάλυψαν από τον πρώτο κιόλας χρόνο όλο το χρέος (κεφάλαιο και τόκους). Μεταξύ των επίμορτων καλλιεργητών αναφέρονται τα ονόματα του Αχιλλέα Βουρλιά, του Θεόδωρου Ν. Χατζηνάσσου και του Ιωάννη Θ. Χατζηνάσσου από το Κουτσόχειρο.
Ήδη μετά από το τέλος του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 και την προσωρινή κατοχή της Θεσσαλίας (1897-1898), το χρέος των κληρονόμων είχε απαλειφθεί. Η Αγλαΐα Ποστάλα που το 1896 είχε μεταβιβάσει τις μετοχές του αποβιώσαντα συζύγου της στον Δημήτριο Μαργαρίτη, προχώρησε το 1898 σε αγορές ζώων, γεωργικών εργαλείων και αποθηκών και ασχολήθηκε πλέον επαγγελματικά με τη διαχείριση των ακινήτων της [3]. Στις 14 Φεβρουαρίου 1899 πάντρεψε τη θυγατέρα της Όλγα με τον Λαρισαίο κτηματία Χρήστο Καρύδα, στον οποίο παραχώρησε ως προίκα 5.000 δρχ. περίπου σε μετρητά, είδη ένδυσης και επίπλωσης, καθώς και οφειλόμενες απαιτήσεις τρίτων (ενοίκια) [4]. Η άλλη θυγατέρα της Αδριανή παντρεύτηκε τον Φεβρουάριο του 1914, τον Κωνσταντίνο Γιαννακίτσα, αδελφό του αντιστρατήγου, βουλευτή Λαρίσης και υπουργού Ιωάννη Γιαννακίτσα [5]. Η έρευνα για την τύχη των υπολοίπων μελών της οικογένειας δεν απέφερε (μέχρι σήμερα) κανένα αποτέλεσμα.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]. Δύο μήνες μετά από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας με Βασιλικό διάταγμα (22 Οκτωβρίου 1881), καθορίστηκε σε πέντε (5) ο αριθμός των συμβολαιογραφείων στην περιφέρεια του Ειρηνοδικείου της Λάρισας με έδρα αυτών την ομώνυμη πόλη (ΦΕΚ 4/Α/27-1-1882). Ο διορισμός τους επικυρώθηκε στις 29 Μαρτίου 1882 (ΦΕΚ 89/Α/29-8-1882).
[2]. Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχεία Νομού Λάρισας (ΓΑΚ/ΑΝΛ), Συμβολαιογραφικό Αρχείο Ανδρέα Ροδόπουλου, φκ. 044, αρ. 13379 (25 Οκτωβρίου 1892).
[3]. ΓΑΚ/ΑΝΛ, Συμβολαιογραφικό Αρχείο Αγαθάγγελου Ιωαννίδη, φκ. 055 (αρ. 19763/1896), φκ. 056 (αρ. 20212/1896, 20214/1896 και 20216/1896), φκ. 057 (αρ. 20588/1896), φκ. 059 (αρ. 21570/1898, 21572/1898 και 21879/1898).
[4]. Αρχείο Ιωαννίδη, φκ. 062 (αρ. 22583/1899).
[5]. Μικρά (Λάρισα), φ. 51/607 (15 Φεβρουαρίου 1914).

 

Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου