Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Η περιφερειακή τάφρος - Το ρέμα Κουρουλντού

Δημοσίευση: 24 Αυγ 2021 23:53
Το πέτρινο λιοντάρι το οποίο βρέθηκε το 1828 κατά τις εργασίες διάνοιξης  της περιφερειακής τάφρου. Από το βιβλίο του Θεόδωρου Παλιούγκα  "Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881)", τόμ Β΄, πίνακας Ι΄. Το πέτρινο λιοντάρι το οποίο βρέθηκε το 1828 κατά τις εργασίες διάνοιξης της περιφερειακής τάφρου. Από το βιβλίο του Θεόδωρου Παλιούγκα "Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881)", τόμ Β΄, πίνακας Ι΄.

Το μεγαλύτερο μέρος της Λάρισας είναι κτισμένο από τα πολύ παλιά χρόνια κατά μήκος της δεξιάς όχθης του Πηνειού, του μεγαλύτερου ποταμού της Θεσσαλίας. Το ποτάμι αυτό δέχεται τα νερά απ' όλους τους παραπόταμους και τα ρέματα της ευρύτερης περιοχής του θεσσαλικού κάμπου.

Είναι, ας πούμε, το απομεινάρι της μεγάλης θεσσαλικής λίμνης που υπήρχε στους προϊστορικούς χρόνους, όταν ένας μεγάλος σεισμός στην έξοδο της Κοιλάδας των Τεμπών έδωσε διέξοδο στα νερά της μεγάλης λίμνης προς τη θάλασσα του Αιγαίου και έτσι δημιουργήθηκε η εύφορη θεσσαλική πεδιάδα.
Μοιραία η θέση της πόλης δίπλα στο ποτάμι είχε σαν αποτέλεσμα να πλήττεται πολύ συχνά όλα αυτά τα χρόνια από καταστροφικές πλημμύρες. Σε περιπτώσεις μεγάλων καταιγίδων ή πολυήμερης πολυομβρίας, δύο μεγάλοι χείμαρροι που προέρχονταν από τα υψώματα του Κοτζμπασάν (Κοτζαμπασιώτης) και του Νεμπεγλέρ [Νίκαια) (Νεμπεγλεριώτης), κατέβαζαν μεγάλο όγκο όμβριων υδάτων τα οποία κατέληγαν στη Λάρισα και στη συνέχεια χύνονταν στον Πηνειό. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την υπερχείλιση της κοίτης και τα νερά να διαχέονται στις χαμηλότερες περιοχές της πόλης, όπως ήταν τα Ταμπάκικα, ο Πέρα Μαχαλάς και πιο κάτω ο οικισμός Κουλούρι. Όταν οι δύο μεγάλοι χείμαρροι που αναφέραμε κατέβαζαν πολύ μεγάλες ποσότητες νερού, οι συνοικίες Σουφλάρ (40 Μαρτύρων), Καραγάτς (Αγ. Κωνσταντίνου), Παράσχου (Αγ. Νικολάου) και Αρναούτ (Αγ. Αθανασίου) πλημμύριζαν και οι ζημιές δεν περιορίζονταν μόνο σε υλικές καταστροφές, αλλά και σε ανθρώπινες ζωές[1].
Το 1931 σε μια άλλη πλημμύρα, τα νερά των ίδιων χειμάρρων έφθασαν μέχρι το σημείο όπου σήμερα βρίσκεται το κτίριο του Ταχυδρομείου. Για να μετακινηθούν οι κάτοικοι της συνοικίας Παράσχου κινητοποιήθηκε το Τάγμα Γεφυροποιών, το οποίο μετέφερε στην περιοχή ειδικές βάρκες (πάκτωνες), με τις οποίες μετέφεραν εκείνους εκ των κατοίκων οι οποίοι είχαν αποκλεισθεί στα ισόγεια σπίτια τους. Στους δύο τόμους των βιβλίων με ενθυμίσεις του Ιστορικού Κώστα Σπανού υπάρχουν πολλά σημειώματα ολιγογράμματων ανθρώπων σε παράφυλλα παλιών βιβλίων, τα οποία αναφέρονται στις πλημμύρες που εμφανίζονταν συχνά στη Λάρισα κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.
Μετά την επανάσταση του 1821 οι Οθωμανοί της Λάρισας είχαν εκφράσει επανειλημμένως τον φόβο μήπως και η πόλη δεχθεί επίθεση από επαναστατικά σώματα τα οποία δρούσαν στην περιοχή του Ολύμπου και τα άλλα γειτονικά βουνά που οριοθετούσαν κυκλικά τη Θεσσαλία. Ο μουσουλμανικός πληθυσμός της πόλης είχε μειωθεί αισθητά, ενώ μεγάλο μέρος του τουρκικού στρατού είχε μετακινηθεί προς την Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα για ενίσχυση των εκεί στρατευμάτων τους. Ο φόβος αυτός φαίνεται ότι ήταν τόσο έντονος ώστε αποφάσισαν το 1828 να οχυρώσουν τη Λάρισα. Ο οχυρωματικός περίβολος αποτελείτο από ένα χαμηλό πρόχωμα και κατά διαστήματα είχαν κατασκευασθεί δώδεκα προμαχώνες.
Με την ευκαιρία αυτή κατασκεύασαν κατά μήκος των οχυρώσεων εξωτερικά και μια μεγάλη τάφρο σε προϋπάρχοντα χάνδακα για άμυνα αλλά και αποστράγγιση, ώστε τα νερά που κατέκλυζαν την πόλη από τα υψώματα του Κοτζ μπασάν και του Νεμπεγλέρ κατά τη διάρκεια πολυομβρίας να αποχετεύονται στον Πηνειό και έτσι να αποφεύγονται οι πλημμύρες στις νοτιοανατολικές συνοικίες της πόλης. Πρόχωμα και τάφρος είχαν σχήμα κυκλικό και περιέκλειαν την πόλη από ανατολικά και νότια, ενώ από τις άλλες πλευρές η Λάρισα προστατευόταν από την ευρεία κοίτη του Πηνειού. Για την κατασκευή της μεγάλης αυτής τάφρου, η οποία ξεκινούσε από την περιοχή της σημερινής Νέας Σμύρνης και ακολουθούσε τη διαδρομή της οδού Πολυτεχνείου και Αθ. Λαγού, μέχρι το κτίριο της ΔΕΥΑΛ, δαπανήθηκαν πάνω από 16.000 γρόσια, ποσό τεράστιο για την εποχή, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου επιβάρυνε τους χριστιανούς της πόλης.
Η χάραξη του σχεδίου οχύρωσης ανατέθηκε στον Οθωμανό μηχανικό Χαλίλ μπέη. Η τάφρος ανοίχθηκε στη θέση του χάνδακα που είχε κατασκευασθεί μετά την καταστρεπτική πλημμύρα του 1811. Το χαντάκι αυτό διευρύνθηκε και επιδιορθώθηκε για να βοηθήσει και στην αντιπλημμυρική προστασία της Λάρισας. Για την υλοποίηση του έργου αυτού χρησιμοποιήθηκαν χιλιάδες εργάτες, προερχόμενοι από κάθε γωνιά της Θεσσαλίας[2]. Κατά τις εργασίες κατασκευής της τάφρου στο νοτιοανατολικό τμήμα της, αποκαλύφθηκε ένα λίθινο άγαλμα λέοντος[3]. Το χαντάκι αυτό ήταν γνωστό σαν ρέμα Κουρουλντού[4] και εκτείνονταν και κατά μήκος της οδού Αθηνάς.
Με την κατασκευή της τάφρου συνδέεται και ένα χαριτωμένο γεγονός, το οποίο αναφέρει ο λόγιος μοναχός του Βόλου Ζωσιμάς Εσφιγμενίτης, που τον αναφέραμε και άλλες φορές και του οποίου ο πατέρας Ιωάννης Καμπυλάκης από τον Άγιο Λαυρέντιο του Πηλίου ήταν ένας από τους 300 Πηλιορείτες που επιστρατεύθηκαν για την κατασκευή της τάφρου. Ενώ οι εργασίες έβαιναν προς το τέλος και οι εργάτες περίμεναν την επιστροφή στις εστίες τους, κάποιος από τους εργάτες, ο Κώστας Πιστούλας από το Λιβάδι Ολύμπου θέλησε να αποδείξει την αναποτελεσματικότητα του έργου. Βγήκε μπροστά σε όλους τους άλλους εργαζόμενους και είπε ότι όποιος του δώσει δέκα γρόσια θα πηδήσει το χαντάκι από τη μια πλευρά στην άλλη. Στην πρόταση αυτή απάντησε κάποιος από την ομήγυρη καταφατικά και μάλιστα του είπε ότι θα του δώσει δεκαπέντε γρόσια, αλλά όμως αν δεν το επιτύχει, να του δώσει αυτός τα δεκαπέντε γρόσια. Ο Λιβαδιώτης εργάτης συμφώνησε, πήρε φόρα και πήδησε την τάφρο με ευκολία. Οι μουσουλμάνοι που παρακολουθούσαν το γεγονός θορυβήθηκαν και αποφάσισαν να κρατήσουν τους εργάτες άλλες σαράντα ημέρες για να διευρύνουν την τάφρο για δύο ακόμα πήχεις, ώστε να μη βρεθεί άτομο να το υπερπηδήσει[5].
Με τα χρόνια, και πριν ακόμη από την απελευθέρωση της Λάρισας το 1881, η περιφερειακή τάφρος είχε αρχίσει βαθμιαία να επιχωματώνεται από τις προσχώσεις των πλημμυρών. Παρόλα αυτά όμως η διατήρησή της κρίθηκε αναγκαία ως έργο αντιπλημμυρικής προστασίας, γι' αυτό και το 1898 έγινε καθαρισμός της. Αλλά και πάλι μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα είχε αρχίσει να επιχωματώνεται και με την προσθήκη σκουπιδιών και άχρηστων υλικών και την παρουσία λιμνάζοντος νερού κατέστη επικίνδυνη. Στη θέση της ο ΟΥΗΛ κατασκεύασε κλειστό αγωγό υδάτων και αργότερα δημιουργήθηκε η σημερινή ευρεία Λεωφόρος Πολυτεχνείου[6].
Το ίδιο συνέβη και στην τάφρο που ήταν γνωστή και αυτή ως ρέμα Κουρουλντού και εκτεινόταν από την είσοδο των στρατώνων Ιππικού κατά μήκος της σημερινής οδού Καραθάνου και κατέληγε στον Πηνειό[7]. Κατά τη διάρκεια της δημαρχίας του Δημητρίου Καραθάνου (1952) κατασκευάσθηκε ευρύς κλειστός αγωγός όμβριων υδάτων. Το ρέμα επιχωματώθηκε και δημιουργήθηκε η οδό Αθηνάς. Στις 31 Οκτωβρίου 1954, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του δημάρχου Καραθάνου, σε ειδική τελετή έγιναν από την επόμενο δήμαρχο Σωτήριο Ζιαζιά τα αποκαλυπτήρια ειδικής εντοιχισμένης πλάκας με τη νέα ονομασία της οδού Αθηνάς σε Λεωφόρο Δημητρίου Καραθάνου, προς τιμήν του δημάρχου που εκτέλεσε το έργο[8].

[1]. Σε μια φοβερή πλημμύρα που έγινε το 1908 οι κατοικίες της συνοικίας του Αγ. Νικολάου πλημμύρισαν, πολλές κατέρρευσαν και άλλες έγιναν ετοιμόρροπες. Η κατοικία του δημοσιογράφου Θρασύβουλου Μακρή που βρισκόταν νοτιοανατολικά της εκκλησίας του Αγ. Νικολάου, στην αρχή της οδού Γρηγορίου Ε΄, γέμισε από νερό και λάσπες και η σπουδαία συλλογή γραμματοσήμων, καθώς και το αρχείο εφημερίδων της Λάρισας που διέθετε έγιναν τελικά μια άμορφη πολτοποιημένη μάζα. Ανυπολόγιστη ζημιά.
[2]. Σε επιστολή του αρματολού Γιάννη Μπασδέκη από τη Ζαγορά του Πηλίου προς τον Γρηγόριο Κωνσταντά την 1η Μαΐου 1828 αναφέρονται και τα εξής: "το χαντάκι της Λαρίσσης γίνεται με πριμούραν [βιαστικά]. 300 εργάτες έδωκεν η επαρχία μας εις αυτό το έργον και θα αποθάνουν οι πτωχοί από την καύσιν [το καύσωνα]. Η επιστολή αυτή βρίσκεται στα λυτά έγγραφα της Βιβλιοθήκης Μηλεών "Ψυχής Άκος".
[3]. Ο Ιωάννης Λεονάρδος το 1936 στο βιβλίο του "Νεωτάτη της Θεσσαλίας Χωρογραφία" αναφέρει σχετικά: "Των οχυρωμάτων τούτων γενομένων ευρέθη εν πέτρινον λεοντάρι ...το οποίον εκτίσθη εις τον τοίχον των οχυρωμάτων". Αποτελούσε αρχικά τμήμα κρήνης ή αναβρυτηρίου και εντοιχίσθηκε στο οχύρωμα. Το γλυπτό, δυτικής τεχνοτροπίας, διασώθηκε και σήμερα βρίσκεται στο Διαχρονικό Μουσείο της Λάρισας.
[4]. Τουρκικά Kuru Dere, που σημαίνει ξερόλακκος, ρέμα. Πολλοί το ονομάζουν Κουλουρντού (δηλ. μεταθέτουν στη θέση του γράμματος ρ το γράμμα λ, ίσως επειδή η όλη πορεία του ρέματος είναι ημικυκλική, σαν κουλούρι.
[5]. Θωμάς Γεώργιος. Το χαντάκι της Λάρισας. 300 Πηλιορείτες δοκιμάστηκαν σκάβοντας. περ. "Δάοχος" σελ. 9-11.
[6]. Θεόδωρος Παλιούγκας. Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (14233-1881), τόμ. Β΄, Κατερίνη, (2007) σελ. 563.
[7]. Ολύμπιος [Κώστας Περραιβός]. Πως κατασκευάσθηκε το "Κουλουρ-Ντου", εφ. "Λάρισα", φύλλο της 4ης Σεπτεμβρίου 1978.
[8]. "Μετωνομάσθη η οδός Αθηνάς εις οδόν Δημητρ. Καραθάνου", εφ. "Ελευθερία, φύλλο της 2ας Νοεμβρίου 1954.

 

ΤΟΥ ΝΙΚ. ΑΘ. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ
nikapap@hotmail.com