ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ

Βασιλάκης ο «Βήτας»

Δημοσίευση: 13 Οκτ 2021 19:20
Ο Βασιλάκης ο «Βήτας» σε μια ταβέρνα.  Φωτογραφία από το βιβλίο του Γιώργου Ζιαζιά  «Η Λάρισα από την απελευθέρωση μέχρι το 1950»,  Λάρισα (2004) σελ. 198. Ο Βασιλάκης ο «Βήτας» σε μια ταβέρνα. Φωτογραφία από το βιβλίο του Γιώργου Ζιαζιά «Η Λάρισα από την απελευθέρωση μέχρι το 1950», Λάρισα (2004) σελ. 198.

Στη Λάρισα κυκλοφορούσαν από παλιά άτομα με συμπεριφορές που υποβάθμιζαν την ανθρώπινη προσωπικότητά τους. Όλοι αυτοί αντιμετώπιζαν τη χλεύη των μικρών και τη διακωμώδηση των μεγάλων. Ο κόσμος τούς είχε δώσει τη γενική ονομασία «τύποι».

Συνήθως ήταν άκακοι άνθρωποι, με μηδαμινή αυτοεκτίμηση και με ψυχολογικές ή και ψυχιατρικές ανωμαλίες, οι οποίες μόλις απείχαν από τα παθολογικά όρια. Κυκλοφορούσαν ελεύθεροι στην αγορά της πόλης και αναζητούσαν παρέες σε ταβέρνες και καφενεία.
Ένας απ’ αυτούς τους τύπους του μεσοπολέμου, ο οποίος έμεινε στη μνήμη πολλών γιατί τριγυρνούσε στους δρόμους της Λάρισας μέχρι πριν από πενήντα περίπου χρόνια, ήταν ο Βασίλης ή χαϊδευτικά Βασιλάκης ο «Βήτας». Γεννήθηκε στον Σουφλάρ μαχαλά (συνοικία 40 Μαρτύρων). Ήταν βέρος Λαρισαίος, αν και τότε έλεγαν πολλά για την καταγωγή του. Κατοικούσε σε όλη του τη ζωή σε κάποιο φτωχικό σπίτι στην ίδια συνοικία. Αφού τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο «κακήν κακώς», διέκοψε τα μαθήματα και ο πατέρας του τον υποχρέωσε να εργασθεί. Συνεννοήθηκε με τον φαρμακοποιό Στέφανο Κυλικά, που είχε το φαρμακείο του στη γωνία των σημερινών οδών Κύπρου και Ασκληπιού[1] και άρχισε να εργάζεται νεότατος για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του. Στην αρχή, λόγω της ηλικίας του, εκτελούσε θελήματα, αλλά με τον καιρό άρχισε να μαθαίνει τη δουλειά του φαρμακοϋπάλληλου (τους ονόμαζαν και φαρμακοτρίφτες). Τα φαρμακεία την εποχή εκείνη δεν είχαν την πολυτέλεια των σημερινών. Δεν είχε ακόμη αναπτυχθεί η φαρμακολογία και οι φαρμακοβιομηχανίες βρίσκονταν σε νηπιακή ηλικία. Τα φάρμακα δεν ήταν έτοιμα σε συσκευασίες όπως είναι σήμερα, απλώς τα φαρμακεία διέθεταν την πρώτη ύλη από την οποία και τα παρασκεύαζαν ιδιοχείρως. Έτσι ο Βασίλης αναγκάστηκε να μάθει τους ιατρικούς (λατινικούς συνήθως ή και γαλλικούς) όρους των φαρμάκων που ήταν γραμμένοι στις ιατρικές συνταγές. Αυτό ήταν μια δύσκολη δουλειά για ένα παιδί που μόλις είχε τελειώσει το Δημοτικό και δεν μπορούσε καλά-καλά να διαβάσει ελληνικό κείμενο. Όμως με το πέρασμα του χρόνου και με τη βοήθεια του φαρμακοποιού και του άλλου προσωπικού του φαρμακείου άρχισε να μαθαίνει εμπειρικά τις ονομασίες των φαρμάκων, τις οποίες αποστήθιζε μηχανικά. Με τον τρόπο αυτό μπορούσε να απαγγέλει σειρές ολόκληρες φαρμάκων. Στις παρέες του επαναλάμβανε συνεχώς τις ονομασίες αυτές προσπαθώντας να εντυπωσιάζει τους φίλους του, οι οποίες για εκείνους ήταν φυσικά ακατάληπτες. Και εκείνοι με τη σειρά τους τον αντιμετώπιζαν με χλευαστική διάθεση και του έδωσαν την προσωνυμία Βασιλάκης ο «Γάλλος». Χωρίς να το καταλάβει είχε ήδη κάνει τα πρώτα βήματά του για την «τυποποίησή» του, η οποία τον συνόδευσε μέχρι τον θάνατο. Είχε ήδη καθιερωθεί ως Βασίλης ο «Βήτας», προφανώς για να διακρίνεται από άλλον τύπο, με την προσωνυμία Βασίλης ο «Άλφα», για τον οποίο δυστυχώς δεν μπορέσαμε να εντοπίσουμε βιογραφικά στοιχεία του. Με την ευκαιρία αυτή να αναφέρουμε ότι το πραγματικό επίθετο του Βασίλη «Βήτα» ήταν Παπάζογλου, αλλά ελάχιστοι το γνώριζαν[2].
Όταν ενηλικιώθηκε και έφθασε η ώρα να κληθεί η σειρά του για να υπηρετήσει στο στράτευμα, είχε φροντίσει με τον τρόπο του να επιλεγεί για το ναυτικό. Φαίνεται ότι το αφεντικό του ο Στέφανος Κυλικάς και ο δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας που είχε το ιατρείο του στο εν λόγω φαρμακείο, τον βοήθησαν για την επιλογή του αυτή.
Το γεγονός ότι ένας στεριανός διάλεξε το ναυτικό για να εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, και μάλιστα χωρίς να γνωρίζει κολύμβηση, δεν τον πτόησε. Λίγο πριν παρουσιαστεί, ήταν καλοκαίρι, και ανηφόρισε προς το Φρούριο[3] για να παρακολουθήσει την προβολή κάποιου κινηματογραφικού έργου.
Έτυχε να προβάλλεται το γερμανικό μουσικό φιλμ που είχε τον τίτλο «Blumen der Hawai», δηλαδή «Λουλούδια της Χαβάης». Φαίνεται ότι ο γερμανικός τίτλος του έργου τον εντυπωσίασε και πήγε και το είδε. Έφυγε από την προβολή ενθουσιασμένος όχι τόσο από την υπόθεση του έργου ή την ομορφιά της πρωταγωνίστριας, αλλά από τον τίτλο. Μέσα στο διαταραγμένο μυαλό του είχαν αποτυπωθεί τα πρώτα τέσσερα γράμματα από τη λέξη Blumen, δηλ. το Blum (μπλουμ), τα οποία συνειρμικά συνέδεε με την επιλογή του να καταταγεί στο Ναυτικό, δηλ. στη θάλασσα. Από τότε η πρόταση αυτή «Blumen der Hawai» αποτελούσε την αγαπημένη του προσφώνηση σε κάθε συζήτησε με φίλους, η «καλημέρα του» θα λέγαμε.
Όταν ήλθε η ώρα παρουσιάστηκε στο Κέντρο Εκπαίδευσης του Ναυτικού στον Σκαραμαγκά για να καταταγεί. Η επιτροπή τον έκρινε σωματικώς υγιή, χωρίς να εντοπίσει σημεία διανοητικής ανωμαλίας. Φόρεσε τη στολή του ναύτη και άρχισε την εκπαίδευση. Για όσους έχουν περάσει από τον στρατό γνωρίζουν πολύ καλά τη μεταχείριση που έχουν άτομα του τύπου του Βασιλάκη από τους συναδέλφους του στην εκπαίδευση και αργότερα στη θητεία του. Μιλούσε σ’ αυτούς με μια ακαταλαβίστικη γλώσσα, μέσα στην οποία περιλάμβανε όσες ξένες λέξεις από διάφορες γλώσσες γνώριζε. Το γεγονός αυτό αποτελούσε …τροφή για διασκέδαση στους ναύτες. Φαίνεται ότι είχε γίνει το επίκεντρο διακωμώδησης και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα να επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο ο ψυχικός του κόσμος. Η σοβαρή αυτή διαταραχή της συμπεριφοράς του υπέπεσε στην αντίληψη των αξιωματικών, οι οποίοι τον παρέπεμψαν στην υγειονομική επιτροπή απαλλαγών και του έδωσαν απολυτήριο πριν ακόμα λήξει η βασική εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων. Με την απόφαση αυτή ο Βασίλης στεναχωρήθηκε, γιατί κατά τη θητεία του στο Ναυτικό είχε πλάσει μεγάλες φιλοδοξίες για το μέλλον του. Με το φύλλο πορείας στα χέρια του και φορώντας τη στολή του ναύτη επέτρεψε στη Λάρισα.
Στη Λάρισα κυκλοφορούσε στην αρχή με τη ναυτική στολή, χωρίς να φροντίσει να επιστρέψει στο φαρμακείο και να συνεχίσει τη δουλειά του. Προτιμούσε όλη μέρα να κυκλοφορεί στους δρόμους, στα καφενεία και τις ταβέρνες, να εντοπίζει παρέες και να διηγείται τα …κατορθώματά του στο Ναυτικό, με αντάλλαγμα ένα πιάτο φαγητό και το κρασί της ημέρας. Τις βραδινές ώρες προσέγγιζε τους θαμώνες στα καφενεία της πόλης. Ήταν γι’ αυτούς μια ξεχωριστή ψυχαγωγία, για την οποία αμειβόταν με λίγα κέρματα. Αυτά έφθαναν για να του εξασφαλίσουν την καθημερινή επιβίωσή του.
Τις μεταμεσονύκτιες ώρες αναζητούσε την παρέα των ξενύχτηδων. Ήταν αρκετοί και συγκεντρώνονταν στα καφενεία τα οποία βρίσκονταν γύρω από την Κεντρική πλατεία (Θέμιδος όπως ονομαζόταν τότε). Νότια βρίσκονταν το «Πανελλήνιον» και το «Παλλάδιον», δυτικά το «Βασιλικόν» στο ισόγειο του μεγάρου του Νικολάου Καρανίκα, βόρεια του Μαλάκη κάτω από το ξενοδοχείο «Στέμμα», του Μπόκοτα στο ισόγειο του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» (πρώην μέγαρο Μεχμέτ Χατζημέτο) και το «Εμπορικόν» και ανατολικά ο «Παράδεισος» και ο «Νέος Κόσμος», το τελευταίο καφενείο απ’ όλα της πλατείας που άντεξε στον χρόνο και κατεδαφίστηκε τελευταίο. Τις καλοκαιρινές ημέρες όλα αυτά τα καφενεία άπλωναν τραπεζοκαθίσματα και στο κατάστρωμα της πλατείας, κάτω από τα πεύκα, όπου εύρισκαν καταφύγιο οι ξενύχτηδες, αρκετοί από τους οποίους έμεναν και μετά το κλείσιμο των καφενείων, μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Διάσημος ξενύχτης κατά την εποχή του μεσοπολέμου υπήρξε ο Αλέξανδρος Χατζηλαζάρου, ο sir Alexander όπως τον προσφωνούσαν οι φίλοι του, επειδή είχε αγγλική υπηκοότητα[4]. Όλοι αυτοί μόλις έβλεπαν τον Βασίλη τον «Βήτα» τον προσκαλούσαν στην παρέα τους και μαζί του περνούσαν μια ευχάριστη βραδιά με τα πειράγματα και τις εκκεντρικότητες του προσκεκλημένου τους. Κατά τα άλλα ήταν ευγενέστατος και παρουσιαζόταν σαν γόης παρά τη φτωχική του εμφάνιση[5].
Ο δημοσιογράφος Κώστας Περραιβός που τον έζησε από κοντά, έχει περιγράψει στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Λάρισα» πολλές από τις φάρσες τις οποίες είχαν κάνει στον δυστυχή Βασιλάκη. Αποκορύφωμα ήταν η παρουσία του τελευταίου ντυμένου σαν λόρδος, σε χορό που είχε γίνει στο εξοχικό κέντρο «Πευκάκια», κοντά στη γέφυρα.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής ο Βασίλης πέρασε πολύ άσχημες ημέρες. Κανένας δεν είχε τη διάθεση να αστειευθεί μαζί του και τα κεράσματα σταμάτησαν. Πεινούσε και προσπαθούσε να επιβιώσει με τα αποφάγια των εστιατορίων και των ταβερνών. Μεταπολεμικά ξαναβρήκε τους παλιούς του φίλους, αλλά τώρα είχε προσβληθεί από σπονδυλαρθρίτιδα, η οποία τελικά παραμόρφωσε το κορμί του. Βαθμιαία οι μετακινήσεις του έγιναν δύσκολες, κλείστηκε στο σπίτι του και ο θάνατος τον βρήκε μόνο του.

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

(nikapap@hotmail.com)

—————————————————
[1]. Το φαρμακείο αυτό εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα στην ίδια θέση και μάλιστα το λειτουργούν απόγονοι του Στ. Κυλικά.
[2]. Ολύμπιος (Περραιβός Κώστας). Βασίλης Β’. Ο τελευταίος των Μοϊκανών, εφ. «Λάρισα», φύλλο της 5ης Οκτωβρίου 1970.
[3]. Ο επιχειρηματίας Ζήσης Δημητρίου είχε διαμορφώσει τον χώρο ο οποίος σήμερα βρίσκεται δυτικά της κλειστής τουρκικής αγοράς (μπεζεστένι) σε υπαίθρια αίθουσα θεαμάτων (κινηματογράφος, παραστάσεις Καραγκιόζη, θέατρο) κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Οι παραστάσεις του σημείωναν επιτυχία, καθώς τις ζεστές βραδιές του θέρους η προσέλευση του κόσμου στον Λόφο ήταν μεγάλη, όπως εξ’ άλλου και σήμερα.
[4]. Παπαθεοδώρου Νικόλαος. Χατζηλαζάρου Στέφανος. Ένας γραφικός μεγαλοκτηματίας με τραγικό τέλος. εφ. «Ελευθερία», Λάρισα, φύλλο της 15ης Ιουλίου 2020. Ήταν «τρόφιμος» του καφενείου «Ντορέ», (το πρώην «Πανελλήνιον») και εν συνεχεία του «Παράδεισου».
[5]. Ζιαζιάς Γιώργος. Η Λάρισα από την απελευθέρωση μέχρι το 1950. Λάρισα (2004) σελ. 199.

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

INTERCOMM FOODS
DEREE 2-4-24
ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΤΕΝΝΙΣ JUNIOR 2024
Μείνε μαζί μας

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass