Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα

Το Μπεζεστένι

Η ΚΛΕΙΣΤΗ ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

Δημοσίευση: 23 Δεκ 2015 8:40
Η νοτιοδυτική πλευρά της κλειστής τουρκικής αγοράς (μπεζεστένι) κατά τη διάρκεια της κατοχής. Σχέδιο του Αγήνορα Αστεριάδη. 1943. Η νοτιοδυτική πλευρά της κλειστής τουρκικής αγοράς (μπεζεστένι) κατά τη διάρκεια της κατοχής. Σχέδιο του Αγήνορα Αστεριάδη. 1943.

 

Του Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου

nikapap@hotmail.com

Οι περισσότεροι Λαρισαίοι επισκέπτες του Λόφου του Φρουρίου[1], εντυπωσιάζονται με την παρουσία ενός παλαιού, τεράστιου σε όγκο πέτρινου, κτίσματος, με ορθογώνια κάτοψη, του οποίου διατηρούνται μόνον οι τέσσερες πλάγιοι τοίχοι, δηλ. το κέλυφος. Έχουν την εντύπωση ότι αντικρίζουν τα υπολείμματα αρχαίου ή μεσαιωνικού φρουρίου της Λάρισας, γι’ αυτό και στις καθημερινές συζητήσεις επεκράτησε από χρόνια να ονομάζεται το συγκεκριμένο κτίσμα ως Φρούριο. Ο όρος αυτός έφθασε σήμερα να προσδιορίζει ουσιαστικά και τη συγκεκριμένη και υπερυψωμένη αυτή περιοχή της πόλης. Παλαιότερα, ακόμα και οι αρχαιολόγοι, όπως λ.χ. ο Αρβανιτόπουλος στις αρχές του 20ου αιώνα, πίστευαν ότι το κτίσμα αυτό ήταν βυζαντινό φρούριο, το οποίο αργότερα μετασκευάστηκε σε μοναστήρι και κατά την πρώιμη φάση της τουρκοκρατίας χρησίμευσε σαν στρατώνας και κλειστή αγορά. Λίγοι όμως γνωρίζουν σήμερα ότι το πελώριο αυτό κτίσμα είναι ό,τι απέμεινε από το Μπεζεστένι, την παλιά τουρκική σκεπαστή αγορά των πρώτων χρόνων της τουρκοκρατίας στην πόλη.

Η ονομασία Μπεζεστένι έχει τη ρίζα της στην περσική λέξη bez, που σημαίνει ύφασμα και ουσιαστικά ο όρος μπεζεστένι σημαίνει αγορά υφασμάτων. Με τον καιρό όμως επειδή μέσα στο χώρο αυτό φυλάσσονταν και πωλούνταν εκτός από υφάσματα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα (χρυσός, ασήμι, κοσμήματα, πολύτιμες πέτρες) και αποθηκεύονταν σημαντικά έγγραφα, νομίσματα, βαρύτιμα περιουσιακά στοιχεία κλπ., μετατράπηκε σε μια αυστηρά φυλασσόμενη αγορά, με την παρουσία οπλισμένου νυκτοφύλακα, του λεγόμενου πασβάντη[2]. Όπως ήταν φυσικό, κατά την τουρκοκρατία μπεζεστένι διέθεταν μόνον οι μεγάλες πόλεις. Στον ελληνικό χώρο σήμερα έχουν διατηρηθεί σε καλή κατάσταση και έχουν συντηρηθεί το μπεζεστένι της Θεσσαλονίκης και το μπεζεστένι των Σερρών. Το πρώτο φιλοξενεί στους χώρους του διάφορα καταστήματα, ενώ στο δεύτερο στεγάζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο των Σερρών.

Η ακριβής χρονολογία κατασκευής του δεν μας είναι γνωστή. Αρχαιολόγοι που μελέτησαν το κτίριο, όπως ο γερμανός Machiel Kiel και ο δικός μας Λάζαρος Δεριζιώτης, αξιολογώντας τα μορφολογικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής του, πιστεύουν σήμερα ότι κτίστηκε στα τέλη του 15ου ή στις αρχές του 16ου αιώνα (μεταξύ των ετών 1484-1506). Για τριακόσια περίπου χρόνια η κλειστή τουρκική αγορά αποτέλεσε το κέντρο της οικονομικής δραστηριότητας της αγοράς της Λάρισας. Έχουμε πολλές αναφορές για το μπεζεστένι από ξένους περιηγητές οι οποίοι επισκέφθηκαν αυτό το διάστημα τη Λάρισα. Όλοι τους εντυπωσιάσθηκαν από την ασφάλεια που πρόσφερε, την ισχυρή κατασκευή και το μέγεθός του, σε αντιπαραβολή με τις απλές και πλινθόκτιστες κατοικίες της. Οι Τούρκοι Χατζή Κάλφα (1648) και Εβλιγιά Τσελεμπί (1668), ο Γάλλος Robert de Dreux (1669), ο Διοικητής (1715), ο Σουηδός Ιωνάς Bjiornstahl (1779) και άλλοι που το επισκέφθηκαν, το περιγράφουν με κολακευτικά λόγια και το θεωρούν σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης του εμπορίου της πόλης[3].

Τρεις αιώνες αργότερα όμως, το 1799, μια πυρκαγιά από υπαιτιότητα του φύλακα του κτιρίου, είχε σαν αποτέλεσμα να καταστραφεί το εσωτερικό του και να καταπέσει η σκεπή με τους έξη μολυβένιους τρούλους του, με αποτέλεσμα να σταματήσει η λειτουργία του[4].

Αργότερα έγιναν κάποιες επισκευές και μετατροπές και το ερειπωμένο κτίσμα χρησιμοποιήθηκε από τους Οθωμανούς ως αποθήκη πυρομαχικών. Η πόλη μετά την απελευθέρωση γνώρισε το μπεζεστένι έχοντας μόνον τους τέσσερες τοίχους του όρθιους, ολόκληρο το εσωτερικό του επιχωματωμένο μέχρι το ψηλότερο σημείο των τοίχων και σε πλήρη εγκατάλειψη. Το γεγονός αυτό οδήγησε στο σημείο το 1899 να υπάρξουν σκέψεις και προτάσεις από δημόσιες υπηρεσίες της πόλης να κατεδαφισθεί[5]. Ευτυχώς όμως επικράτησαν άλλες σκέψεις πιο ψύχραιμες και δεν υλοποιήθηκε η κατεδάφισή του.

Το Μπεζεστένι είναι κτισμένο στο πιο ψηλότερο σημείο του λόφου και πιθανολογείται ότι στο σημείο αυτό βρισκόταν η ακρόπολη της αρχαίας Λάρισας. Έχει εξωτερικές διαστάσεις 20 χ 30 μέτρων περίπου και καλυπτόταν με έξη μολυβδοσκέπαστους τρούλους, όπως συναντάμε σήμερα στα καθολικά των αγιορείτικων μονών. Ο εσωτερικός χώρος ήταν και τότε ενιαίος και έχει διαστάσεις 17 χ 27 μέτρα. Οι τοίχοι του είναι ισχυροί, έχουν πάχος 1,5 μέτρων περίπου και είναι δομημένοι από λίθους και αρχαία διαμελισμένα αρχιτεκτονικά μέλη, με παρένθετες κατά διαστήματα σειρές πλίνθων[6]. Στους κάθετους τοίχους περιμετρικά στην εξωτερική πλευρά τους ήταν ενσωματωμένα είκοσι μικρά καταστήματα. Στις τρεις από τις τέσσερες πλευρές του είχε ψηλές θύρες εισόδου, από τις οποίες η νότια ήταν η κύρια.

Η αρχαιολογική υπηρεσία τη δεκαετία του 2000 συντήρησε το κτίσμα με ιδιαίτερη προσοχή και επιμέλεια, αφαίρεσε προσεκτικά την επιχωμάτωση και πριν μερικά χρόνια έγινε συντονισμένη μελέτη αποκατάστασης του κτιρίου όπως ήταν επί τουρκοκρατίας, με σκοπό να παραδοθεί σε εξειδικευμένη χρήση, όμως η επελθούσα εν τω μεταξύ οικονομική κρίση ματαίωσε την ανακατασκευή του.

Η εικόνα που συνοδεύει το κείμενο επιλέχθηκε από πολλές άλλες. Είναι χαρακτικό του Λαρισαίου ζωγράφου Αγήνορα Αστεριάδη το οποίο έχει την ιδιαιτερότητα ότι φιλοτεχνήθηκε το 1943, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, όπως διακρίνεται κάτω δεξιά, δίπλα από την υπογραφή του: α. α. 43, δηλαδή Αγήνωρ Αστεριάδης 1943, όπως συνήθιζε να βάζει διακεκομμένη την χρονολογία σε ορισμένα έργα του. Έχει αποτυπώσει την νοτιοδυτική πλευρά του κτίσματος λίγα χρόνια μετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1941 και τους ανελέητους βομβαρδισμούς ιταλικών και γερμανικών αεροπλάνων. Στον επιχωματωμένο εσωτερικό χώρο έχει αναπτυχθεί χαμηλή βλάστηση από την πλήρη εγκατάλειψη, ενώ στο έδαφος εξωτερικά βρίσκονται διάσπαρτες πέτρες διαφορετικού μεγέθους. Ο χώρος είναι αδιαμόρφωτος, γεμάτος από γκρεμισμένα μέλη του κτίσματος και αποτυπώνει χαρακτηριστικά την όψη που πρέπει να είχε η πόλη το διάστημα της κατοχής, με τα ερείπια διασπαρμένα εδώ και κει, αφού η πλειονότητα των κατοίκων της είχε εγκαταλείψει την πόλη και είχαν εγκατασταθεί για λόγους ασφαλείας στις γειτονικές κωμοπόλεις και χωριά, κυρίως Συκούριο, Αγιά, Ραψάνη, κλπ.

[1]. Σωστότερα θα πρέπει να ονομάζεται Λόφος της Ακρόπολης. Η ονομασία Λόφος του Φρουρίου θεωρείται σήμερα εσφαλμένη. Ποτέ δεν υπήρξε φρούριο ή κάστρο σ’ αυτόν τον χώρο παρά μόνον η ακρόπολη της αρχαίας Λάρισας. Η ονομασία Φρούριο προήλθε προφανώς από το γεγονός ότι η τουρκική κλειστή αγορά, το λεγόμενο μπεζεστένι, εθεωρείτο από τους κατοίκους της πόλεως ότι ήταν παλαιό φρούριο, κάστρο.

[2]. Μουσιώνη Λίνα, Μια μέρα στο Μπεζεστένι, Λάρισα (2001) σ. 9.

[3]. Παλιούγκας Θεόδωρος, Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1821), τόμ Β΄, Κατερίνη (2007) σελ. 626.

[4]. Για το περιστατικό αυτό ο Ιωάννης Οικονόμου Λογιώτατος Λαρισαίος αναφέρει: «..αλλ’ εις μίαν πυρκαϊάν εις τα 1799 εκάηκεν από την ανοησίαν του φυλακάτορος και τώρα μόνον τα τείχη σώζονται και μερικοί κουμπέδες (τρούλοι)». Βλέπε: Ιωάννης Οικονόμου-Λογιώτατος, Ιστορική τοπογραφία της τωρινής Θεσσαλίας (1817), εισαγωγή-σχόλια-επιμέλεια Κώστας Σπανός, Λάρισα, 2005.

[5]. «Εμάθομεν ότι ο κ. Νομάρχης εζήτησε την άδειαν παρά της Κυβερνήσεως όπως κατεδαφίση το λεγόμενον Φρούριον της πόλεώς μας. Η πρότασις του κ. Νομάρχου είναι λογική, διότι το υπάρχον Φρούριον εις ουδέν ωφελεί, ήτο λιθόκτιστον εμπορείον, μπεζιστέν, εις προφύλαξιν των εμπορευμάτων εκ πυρκαϊάς, ήτις μ’ όλα ταύτα εξερράγη έσωθεν και έκτοτε εγκατελείφθη, είναι απλή μάνδρα και συνεπώς άχρηστον. Κατεδαφιζομένου δε θα εξαχθώσι λίθοι οικοδομήσιμοι αρκετών χιλιάδων μέτρων προς όφελος του δημοσίου»., εφ. «Όλυμπος», Λάρισα, φύλλον της 8ης Μαΐου 1899.

[6]. Σδρόλια Σταυρούλα, Το Μπεζεστένι. Ιστορική εισαγωγή. Ο Λόφος του Φρουρίου στα βυζαντινά και τα νεότερα χρόνια, Λάρισα (2001) σ. 13.

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΘ, ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

nikapap@hotmail.com