Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Προσωπογραφίες

Τίμος Π. Δεπάστας (1881-1920)

Το ταξίδι ενός δημοσιογράφου στον Τύρναβο και στη Λάρισα (Γ' μέρος)

Δημοσίευση: 26 Ιαν 2020 16:30
Λάρισα, αρχές του 20ού αιώνα.  Η γέφυρα του Πηνειού  © Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας Λάρισα, αρχές του 20ού αιώνα. Η γέφυρα του Πηνειού © Αρχείο Φωτοθήκης Λάρισας

Συνεχίζουμε τις εντυπώσεις του νεαρού δημοσιογράφου, εκδότη και θεατρικού συγγραφέα Τίμου Π. Δεπάστα από τη Λάρισα, στο πλαίσιο ενός ταξιδιού που πραγματοποίησε στη Θεσσαλία από τον Απρίλιο έως τον Μάιο του 1910.

[...] Και υπέρ αυτάς [τις κυρίες και δεσποινίδες της Λάρισας που αναφέρθηκαν στο Β' μέρος], η επιβάλλουσα μορφή της κυρίας Αλεξάνδρας Κοντογούρη, η ευγενής κυρία Κοκκίδου, η αριστοτεχνική κατατομή της κυρίας Πατσουρίδου και η γλυκεία και συμπαθής κυρία Στρουμπούλη. Και με την πάροδον των κυριών αντιπαρέρχονται προ εμού αι ως μέλισσαι βομβούσαι νεαραί Λαρισσιναί, με τας ωραίας αμφιέσεις των, με τας ευγενείς μορφάς των, λαλίστεραι αηδόνων υπερήφανοι, με βάδισμα θείον, λεπτεπίλεπτοι τους τρόπους, υπέρ τας ευγενείς, ευγενείς και υπέρ τας χαριέσας, χαρίεσαι.

Εδώ μεν η δις Ιωάννα Τσιμιννάκη, πρότυπον χάριτος και ευγενείας, αμιλλομένη εις την χάριν και την ωραιότητα με την δίδα Άλκηστιν Γ. Δεσύπρη, αμφότεραι αγγελοπλασμένες και χαριτωμένες. Εκεί δε αι δίδες αδελφαί Ιατρού, Άρτη, Μητσάκη, Ιωαννίδου και Νίτσα Δεσύπρη. Εντεύθεν αι δίδες Ελένη Γκολφινοπούλου, Κωνσταντίνου Μεσσούρα [Το όνομα συναντάται στον Τύπο της εποχής ως Μισούρα], Δορέντη με τας ελληνικάς κατατομάς των και Άννα και Μαρίκα Δεσύπρη θαυμαστού κάλλους. Εκείθεν αι δίδες Μαντζούκα, Περδικάρη, Πιπινοπούλου, Αναγνώστου, Αναγνωστοπούλου, Ελένη Παπαγεωργίου, Ασπασία Ζαβιτσάνου, Στεργίου, Σκαβέντζου, Κουβελά και τόσες άλλες γελαστές και χαριτωμένες υπάρξεις, η χάρις των οποίων συγκεντροί και παρασύρει όπισθεν αυτών σωρίαν όλων νεαρών λεοντιδέων, θλιβομένων διά τη μη εκπλήρωσιν των ...πόθων των. Και είναι ωραίον όντως το θέαμα νεαρού λεοντιδέως, ως ο κ. Ριζόπουλος, παρακολουθούντος επιμόνως ομήλικά του κόρην, την κόρην των ονείρων του, ακκιζομένου επιδεικτικώς, στρίβοντας το ανύπαρκτον μουστάκι του και καθισταμένου γελοίου, απέναντι ολοκλήρου κοινωνίας, ήτις όμως μηδ’ αυτού του πατρός του εξαιρουμένου, γνωρίζουσα «τι καπνόν φουμάρει» ο δυστυχής ούτος νεαρός έκφυλος, τον περιβάλλει διά της περιφρονήσεώς της.

Όταν πλέον η πλατεία εκκενώθη, έφυγα εκείθεν και επεσκέφθην τα δύο καλλίτερα σχετικώς ξενοδοχεία φαγητού [εστιατόρια], τον «Φοίνικα» του κ. Κολιοπούλου και τον «Ερμήν» του κ. Βουζίκη, έκαμα μία βόλτα ανά τα ζαχαροπλαστεία των κ. Γ. Παλάσκα επί της πλατείας, Δ. Πατέρα και Α. Παγιοπούλου και κατέληξα εις το ξενοδοχείον μου, όπου με ανέμενον οι φίλοι μου διά να πάμε εις το Φρούριον, όπου ο κ. Ζήσης Δημητρίου είχε φέρει τον περίφημον καραγκιοζοπαίχτη Μέμον [1].

Το βράδυ εκείνο ήτο τόσον απολαυστικόν, ώστε δεν απεφάσισα και πολύ αν έπρεπε ή όχι να επισκεφθώ τον περίφημον Μέμον. Άλλως τε ήτο πρεμιέρα και θα ήτο αρκετή η συρροή των Λαρισσινών. Η εντύπωσίς μου εν τούτοις δεν υπήρξε τοιαύτη ώστε να μείνη διαρκής. Ένας καραγκιόζης κοινός, παίζων ήδη εις το Αλκαζάρ, μυρίζων παλαιοντολίαν και πού και πού αφίνων και καμμίαν ευφυίαν. Αμίμητε Κονιτσιώτη, που είσαι με τα θαυμάσιά σου πρωτότυπα έργα και τον πρωτοτυπώτερον θίασόν σου!

Μόνον η ωραία παρέα μου με έκαμε κάπως να χαρώ, όχι όμως και επί πολύ, καθόσον η υγρασία της βραδιάς εκείνης ήτο διαπεραστική, επιτεινομένη από τα καλαμπούρια του Μέμου και από την ιδέαν της προσεχούς αναχωρήσεώς μου εκ Λαρίσσης. Οπωσδήποτε θα ενθυμούμαι την χρυσήν συντροφιάν του φιλτάτου μου κ. Ασλάνη, ενός εκ των τα πρώτα φερόντων νέων και υπό έποψιν ευγενείας και υπό έποψιν μορφώσεως και αισθημάτων. Την επομένην, χάρις εις τους λαμπρούς νέους κ.κ. Ιπποκράτην Κουτσίναν [2] και Αχιλλέαν Ωρολογόπουλον [3], των οποίων η καλή συμπεριφορά και η τελεία ανατροφή ομολογείται παρά πάντων, επληροφορήθην ότι γίνεται κάποια πανήγυρις έξωθι της Λαρίσσης. Μου εχρησίμευσαν, με την διακρίνουσα αυτούς ευγένειαν, ως ξεναγοί, και διευθύνθημεν εις Αγίαν Μαρίναν, όπου είχε συγκεντρωθεί όλη σχεδόν η Λάρισσα και όπου οι μαθηταί των σχολείων διεσκέδαζον οκλαδόν καθήμενοι!

Η διασκέδασις ήτο όντως αρκετά πρωτότυπος, «αντίπασχα» λεγομένη εκεί, προωρισμένη άλλοτε μόνον διά τας γυναίκας και τα παιδία και ήδη γενικευθείσα, παρομοία σχεδόν προς την παρ’ ημίν εορτήν της Καθαράς Δευτέρας, τα Κούλουμα. Παρέμεινα εκεί μέχρι της νυκτός, επέστρεψα είτα εις Λάρισσαν και την επομένην ανεχώρησα διά Βόλον, ευχαριστήσας πρότερον τον αγαπητόν σταθμάρχην του Σιδηροδρόμου Λαρίσσης κ. Σβορώνον, έναν τέλειον τύπον ηθικού οικογενειάρχου και πιστού εκτελεστού του καθήκοντος, ως και τους λοιπούς μου φίλους προς τους οποίους υπεσχέθην να επανέλθω και πάλιν μετά τινας ημέρας εις Λάρισσαν.

Το μέχρι Βόλου ταξείδιόν μου, ήτο θαυμάσιον με το ωραίο τραίνο των Θεσσαλικών σιδηροδρόμων, με τους απολαυστικούς καναπέδες του και την υπερευγένειαν των υπαλλήλων του, ιδίως δε του σταθμάρχου Γκερλή [σημ. Αρμένιο] κ. Τσιμοπούλου εάν δεν απατώμαι. Είχα όμως και χρυσή συντροφιά. Έναν υπίατρον και την οικογένειαν γνωστού μεγαλοβιομηχάνου εκ Πειραιώς, ταξιδεύουσαν χάριν αναψυχής [...] [4].

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Αναφέρει σχετικά ο Νικόλαος Παπαθεοδώρου: «Σε επαφή με τη βορειοδυτική πλευρά του φρουρίου είχε αναπτυχθεί ένα θερινό ψυχαγωγικό κέντρο, το «Φρούριο», το οποίο είχε δημιουργήσει ο επιχειρηματίας Ζήσης Δημητρίου. Φιλοξενούσε θεατρικές παραστάσεις με εκλεκτούς θιάσους από την Αθήνα, μουσικά συγκροτήματα με ορχήστρες και γνωστούς για την εποχή τραγουδιστές και ψυχαγωγικά νούμερα (ζογκλέρ, χορευτικά, κλπ). Όταν αργότερα ο Δημητρίου συνεταιρίσθηκε με τον Μιχάλη Τζεζαϊρλίδη, λειτούργησε αρχικά βουβός κινηματογράφος και εν συνεχεία ομιλών. Εναλλακτικά στους ίδιους χώρους παρουσιάζονταν και παραστάσεις θεάτρου των σκιών από τοπικούς καραγκιοζοπαίχτες». Βλ. του ιδίου: «Προπολεμική τοπογραφία του Φρουρίου», Larissanet (Λάρισα), 4 Ιουλίου 2015. Ο χώρος που ανήκε στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Θεσσαλίας είχε ενοικιασθεί στον Ζήση Δημητρίου το 1909.

[2] Ο Ιπποκράτης Κουτσίνας γεννήθηκε στη Λάρισα το 1891. Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Σχολή Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Βερολίνου. Το 1920 έγινε μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Λαρίσης, χωρίς να ασκήσει την επιστήμη του Δικαίου. Εκλέχθηκε βουλευτής με το κόμμα των Φιλελευθέρων το 1928 και το 1936 και επί σειρά ετών διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Λαρισαίων. Απεβίωσε το 1980. Βλ. Νικόλαος Παπαθεοδώρου, «Η οικογένεια Κουτσίνα», Ελευθερία (Λάρισα), 27 Δεκεμβρίου 2017.

[3] Για τον Αχιλλέα Ωρολογόπουλο θα αναφερθούμε στο σημείωμα της προσεχούς Κυριακής.

[4]. Τίμος Π. Δεπάστας, «Εντυπώσεις και σκέψεις από την περιοδείαν ανά την Θεσσαλίαν», Δάφνη (Αθήνα), φ. 45 (9 Ιουνίου 1910) και φ. 46 (16 Ιουνίου 1910).

 

Από τον Αλέξανδρο Χ. Γρηγορίου