Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Στα 25 δισ. το ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων υποδομών

Σύμφωνα με την ετήσια μελέτη της PwC Ελλάδας

Δημοσίευση: 22 Μαϊ 2019 17:07

ΑΘΗΝΑ
Στα 25 δισ. ευρώ ανέρχεται το ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων υποδομών στην Ελλάδα, σύμφωνα με την ετήσια μελέτη της PwC Ελλάδας «Υποδομές-Χρηματοδοτώντας το μέλλον».
Η μελέτη εξετάζει τα έργα υποδομών (μεταφορές, ενέργεια, αναβάθμιση τουριστικού προϊόντος, ύδρευση και διαχείριση αποβλήτων) που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη ή σε προχωρημένο σχεδιασμό.
Βάσει της μελέτης, από το σύνολο των 25 δισ. ευρώ, τα 10,6 δισ. ευρώ αντιστοιχούν σε έργα ενέργειας, ενώ 7,4 δισ. ευρώ και 4,3 δισ. ευρώ σε έργα σιδηρόδρομων και αυτοκινητόδρομων, αντίστοιχα.
Τα έργα τουριστικών υποδομών και διαχείρισης αποβλήτων αντιστοιχούν σε μικρότερα ποσά, ύψους 1,3 δισ. ευρώ και 0,9 δισ. ευρώ, αντίστοιχα.


Από τα 88 έργα υποδομών, 51 βρίσκονται σε στάδιο προχωρημένου σχεδιασμού και 37 σε εξέλιξη.
Ποσοστό 33% του ανεκτέλεστου υπολοίπου αντιστοιχεί σε έργα, η υλοποίηση των οποίων έχει ήδη ξεκινήσει, ενώ έργα αξίας 0,5 δισ. ευρώ αναμένεται να παραδοθούν εντός του 2019.
Ωστόσο, 32 έργα αξίας 8,2 δισ. ευρώ δεν έχουν σαφές χρονοδιάγραμμα έναρξης και ολοκλήρωσης.
23 ΜΗΝΕΣ ΚΑΤΑ ΜΕΣΟ ΟΡΟ Η ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΣΤΑ ΕΡΓΑ
Όπως αποτυπώνεται στη μελέτη, τα έργα υποδομών στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται από σημαντικές καθυστερήσεις τόσο στο σχεδιασμό, όσο και στην υλοποίηση.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη, «κατά μέσο όρο, η καθυστέρηση για την έναρξη υλοποίησης ενός έργου προσεγγίζει τους 23 μήνες, ενώ αντίστοιχα η ολοκλήρωσή του, τους 28 μήνες.
»Κατά κύριο λόγο, αυτές οφείλονται στον ατελή σχεδιασμό, στην εξασφάλιση πολιτικής συναίνεσης, αλλά και σε δυσκολίες στην εκτέλεση (π.χ. απαλλοτριώσεις, ανασχεδιασμοί).
»Το τρέχον ανεκτέλεστο υπολείπεται του ιστορικού ρυθμού επενδύσεων κατά περίπου 4,1 δισ. ευρώ, μέχρι το 2024, το οποίο μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη κατά 0,8 π.μ., ετησίως».
Όπως αναφέρεται στη μελέτη, για τη μείωση των καθυστερήσεων και την εξασφάλιση ιδιωτικής και ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, είναι αναγκαία η δημιουργία κεντρικού μηχανισμού σχεδιασμού και παρακολούθησης υποδομών, κοντά στο μοντέλο της Ειδικής Γραμματείας ΣΔΙΤ.