Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο που κυκλοφόρησαν στα social media και οι μάρτυρες δεν θα μαθαίναμε ποτέ τι έγινε. Θα μιλούσαμε για «κάποιον που πήδηξε στη θάλασσα...». Άλλωστε, το λιμενικό απουσίαζε. Δεν ήταν εκεί που όφειλε να είναι μέχρι τον απόπλου του καραβιού. Μάλιστα, σύμφωνα με τον συνήθως εκτός τόπου και χρόνου υπουργό Ναυτιλίας απλώς «ένας άνθρωπος πήγε να ταξιδέψει και βρέθηκε (sic) νεκρός και ένας άλλος άνθρωπος πήγε να κάνει τη δουλειά του και βρέθηκε κατηγορούμενος για φόνο». Κάποιος, κάπου, κάποτε ... «βρέθηκε». Έτσι αντιλήφθηκε μια πρωτάκουστη δολοφονία. Κάποιος... «βρέθηκε». Κάποιος ... «δούλευε». Και φυσικά διέταξε... ΕΔΕ. Μη λησμονούμε ότι δεν πέρασαν πολλοί μήνες από τότε που ένας καθηγητής Ιατρικής (φευ) και υποψήφιος βουλευτής δήλωνε ότι οι καρκινοπαθείς τελικού σταδίου δεν θα πρέπει να επιβαρύνουν με το κόστος της νοσηλείας τους τα δημόσια νοσοκομεία.
Ο κυνισμός δεν έχει χρώμα. Δεν έχει πρόσημο. Έχει αδέλφια τον ωχαδερφισμό και τον ανορθολογισμό. Κυρίαρχη ιδεοληπτική τριπλέτα στην εποχή της διακινδύνευσης. Οι δεύτερες σκέψεις έχουν εκλείψει. Η ανάληψη ευθύνης, το ίδιο. Από προβεβλημένα πολιτικά πρόσωπα και επιστημονικά στελέχη πρώτης γραμμής μέχρι το ναύκληρο του μοιραίου πλοίου. Ζουν σε μια συνειδητή κατάσταση στην οποία η ζωή απλά συμβαίνει. Για κάθε αναποδιά φταίνε οι άλλοι ή πρέπει να την πληρώσουν κάποιοι άλλοι. Οι έννοιες καθήκον, κοινωνική αντίληψη, συλλογική και ατομική ευθύνη περιπλέκονται σε ένα ζοφερό χαρμάνι με βαθύπικρη επίγευση. Τούτη η αντίληψη οδηγεί στην μετατόπιση των ευθυνών στους άλλους, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην επιλύονται τα προβλήματα, αλλά να πυκνώνουν. Πάντοτε, είναι ευκολότερο να κουνάμε το δάχτυλο σε κάποιον άλλο.
Σύμφωνα με τον Πρωθυπουργό «στη μνήμη του Αντώνη, η Πολιτεία θα κάνει το καθήκον της». Τίνι τρόπο; Πότε; Μήπως εκτός από τη λέξη αλληλεγγύη πρέπει να ανανοηματοδοτήσουμε και την έννοια καθήκον; Μεγάλα λόγια, μικρές ελπίδες...