είναι προϊόν των «νεοφιλελεύθερων εμμονών της ΝΔ», όπως το παρουσιάζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Κατά παραγγελία του μεγάλου κεφαλαίου, όλες οι κυβερνήσεις ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΡΙΖΑ έχουν διαμορφώσει ένα πλούσιο νομοθετικό οπλοστάσιο, διασφαλίζοντας τη δυνατότητα στη μεγαλοεργοδοσία να κάνει «λάστιχο» τον εργάσιμο χρόνο, κάνοντας «λάστιχο» μαζί και τη ζωή των εργατών. Κριτήριο για την αυξομείωση των ωρών εργασίας είναι οι εκάστοτε ανάγκες της εργοδοσίας, η «αποδοτικότερη» δυνατή εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, για την απόσπαση του μεγαλύτερου δυνατού κέρδους.
Έτσι, σήμερα οι εργοδότες μπορούν να απασχολούν τον εργαζόμενο λίγες ώρες τη μέρα (μερική απασχόληση), λίγες μέρες την βδομάδα (εκ περιτροπής απασχόληση), για χρόνια (συμβάσεις αορίστου χρόνου) ή για λίγους μήνες, ακόμη και λίγες μέρες (συμβάσεις ορισμένου χρόνου, ακόμη και μίας μέρας). Μπορούν να εφαρμόζουν σπαστό ωράριο εργασίας μέσα στην ίδια μέρα, να τον απασχολούν σε κυλιόμενες βάρδιες, πρωί, απόγευμα, νύχτα και κυλιόμενες μέρες.
Μπορούν να τον προσλαμβάνουν εικονικά ως αυτοαπασχολούμενο (όπως συμβαίνει με τα περιβόητα «μπλοκάκια»), να τον «ενοικιάζουν» ή να τον προσλαμβάνουν μέσω εργολάβου. Μπορούν να τον βάλουν να δουλεύει από το σπίτι, σε ένα χώρο δουλειάς ή εν κινήσει. Αξιοποιώντας τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας μπορούν να απασχολούν τον ίδιο εργαζόμενο σε άλλες χρονικές περιόδους περισσότερο από το συμβατικό εβδομαδιαίο ωράριο, χωρίς να τον πληρώνουν παραπάνω, και σε άλλες χρονικές περιόδους λιγότερο από αυτό.
Μέσα στην πανδημία, μάλιστα, αυτή η πανσπερμία «ευέλικτων» εργασιακών σχέσεων ενισχύθηκε κι άλλο, με δυνατότητα για συνδυασμένη χρήση νέων τέτοιων «εργαλείων», όπως το πρόγραμμα «Συν-Εργασία», η αναστολή συμβάσεων, η μονομερής επιβολή τηλεργασίας και «προσαρμογών» του ωραρίου κ.ά.
Πάνω σε αυτό ακριβώς το έδαφος, το νέο νομοσχέδιο που ετοιμάζει η κυβέρνηση έρχεται να αφαιρέσει οποιαδήποτε δικλίδα δυσχεραίνει τη γενικευμένη εφαρμογή της «διευθέτησης» του εργάσιμου χρόνου στην πράξη.
Υπερεργασία και υποαπασχόληση ανάλογα με τις ανάγκες του κεφαλαίου. Τη βάρβαρη πραγματικότητα που έχει ήδη διαμορφωθεί, και την οποία το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του επιδιώκουν να «απογειώσουν» παραπέρα, επιβεβαιώνουν έως έναν βαθμό στοιχεία που περιλαμβάνονται σε έρευνες της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας για το εργατικό δυναμικό, όπως και στοιχεία από το σύστημα «Εργάνη».
Ενδεικτικά, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ως προς τις ώρες εβδομαδιαίας εργασίας των μισθωτών δείχνουν ότι:
Το 15% και πλέον των μισθωτών απασχολούνται από 48 ώρες τη βδομάδα και πάνω.
Το 25% με 27% απασχολούνται το πολύ έως 34 ώρες την εβδομάδα, με τα μεγαλύτερα ποσοστά να τα συγκεντρώνουν κυρίως οι ομάδες ωρών εργασίας 15-24 ώρες και 25-34 ώρες.
Ο τρόπος που η ΕΛΣΤΑΤ ομαδοποιεί τις ώρες εργασίας στους δημοσιοποιημένους πίνακες εμποδίζει να εξαχθούν συμπεράσματα για τον αριθμό των ωρών εργασίας πέραν του συμβατικού ωραρίου, δηλαδή τις 40 ώρες εργασίες την εβδομάδα. Συγκεκριμένα, δίνει στοιχεία για την ομάδα 40 έως 47 ωρών εργασίας τη βδομάδα, βάζοντας στο ίδιο τσουβάλι ώρες υπερεργασίας και υπερωρίας με την 40ή ώρα, που αποτελεί μέρος του συμβατικού ωραρίου. Ωστόσο, παλιότερες επεξεργασίες, που αναφέρονται στη δεκαετία 2000 - 2010, δείχνουν ότι οι μισθωτοί που δούλευαν από 41 έως 47 ώρες αποτελούσαν σταθερά το 20% - 21% του συνόλου των μισθωτών.
Στις ετήσιες εκθέσεις του συστήματος «Εργάνη», όπου δίνονται και πάλι ομάδες ωρών εργασίας, φαίνεται ότι σε καθεστώς υποαπασχόλησης (έως 35 ώρες την εβδομάδα) βρίσκονται το 30% - 32% των εργαζομένων από το 2014 έως το 2019. Να σημειωθεί ότι και το σύστημα «Εργάνη» τσουβαλιάζει ώρες του συμβατικού ωραρίου με υπερεργασία και υπερωρίες στην ομάδα από 35 ώρες και πάνω. Από κει και πέρα, τα μηνιαία στοιχεία της «Εργάνης» για τις νέες προσλήψεις δείχνουν ότι για την ίδια περίοδο το 50% - 55% των νέων προσλήψεων είναι για θέσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης.
Επιβεβαιώνεται από τα παραπάνω ότι στην πράξη το ωράριο και η ζωή των εργαζομένων διαμορφώνονται σύμφωνα με τις ανάγκες των εργοδοτών για κέρδη. Ο εργαζόμενος είναι αναγκασμένος να δουλέψει λίγες ή πολλές ώρες, να πέσει στην ανεργία ή να περιμένει πότε θα τον καλέσουν για δουλειά του ποδαριού. Το χτύπημα του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας και η αντικατάστασή του από κάθε λογής «ευέλικτες» μορφές εργασίας εντείνουν την εκμετάλλευση, φθίνουν ανεπανόρθωτα την υγεία του εργαζόμενου, τσακίζουν το δικαίωμά του στον ελεύθερο χρόνο, βάζουν εμπόδια στην ανάπτυξη της κοινωνικής ζωής και δράσης του.
Στην ένταση αυτής της επίθεσης απάντηση δίνουν οι πρωτοβουλίες των συνδικάτων για συντονισμό και οργάνωση της πάλης, η διαμόρφωση ετοιμότητας για απεργιακή κλιμάκωση όποτε η κυβέρνηση τολμήσει να φέρει το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο.