Η «δασκάλα» που στηρίζει κυβέρνηση και μνημόνιο, αλλά θέλει «φιλέτα»

Δημοσίευση: 13 Οκτ 2012 22:19 | Τελευταία ενημέρωση: 23 Σεπ 2015 21:23
Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
 
Η τρικομματική κυβέρνηση υπό τον Αντώνη Σαμαρά (αν και με διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ των εταίρων της) εμφανίζεται ικανοποιημένη από τα αποτελέσματα της 6ωρης επισκέψεως της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ στην Αθήνα την περασμένη Τρίτη, μίας επισκέψεως η οποία μπορεί να έδωσε μια επικοινωνιακή ανάσα στο Μέγαρο Μαξίμου και να καλλιέργησε την εντύπωση πως η χώρα εξέρχεται από τη διεθνή της απομόνωση, πλην, όμως, επί της ουσίας της ήταν για μία ακόμη φορά αποκαλυπτική της καλβινιστικής εμμονής του Βερολίνου στη βάρβαρη και αδιέξοδη πολιτική της λιτότητας, η οποία, όπως παραδέχθηκε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, «έχει φέρει την κοινωνία στα όρια της».
Η καγκελάριος, την οποία η, ευρισκομένη στα όρια «ανθρωπιστικής κρίσεως», ελληνική κοινωνία «υποδέχθηκε» με μαζικές και ειρηνικές διαδηλώσεις διαμαρτυρίας (έστω και αν σημειώθηκαν στη διάρκειά τους κάποιες εθνικιστικές ακρότητες και περιορισμένης εκτάσεως επεισόδια, με τις δυνάμεις καταστολής να κάνουν για μια ακόμη φορά επίδειξη πυγμής και ακραίου αυταρχισμού) μπορεί να ευκόλως να δηλώσει στην Ομοσπονδιακή Βουλή ότι, ως άλλος Ιούλιος Καίσαρ, «ήλθε, είδε και νίκησε» («Τα Νέα», πάντως, έγραψαν ευστόχως πως «ήλθε, είδε και έταξε») αλλά, επειδή έχει δηλώσει ότι «ματώνει η καρδιά της» από τα δεινά του λαού, δεν (μας) είπε «ουαί τοις ηττημένοις» και περιορίστηκε να επαναλάβει μερικά χιλιοειπωμένα και ανέξοδα λόγια συμπάθειας.
Ως ουσιαστική επικεφαλής του ευρωιερατείου η κ. Μέρκελ στήριξε, επί του πολιτικού και του συμβολικού, την κυβέρνηση Σαμαρά, προκειμένου να «περάσει» το νέο πακέτο λιτότητας, αλλά και τα 89 προαπαιτούμενα, δηλαδή αυτά που αποκαλούνται μεταρρυθμίσεις, ώστε να εκταμιευθεί η επόμενη δόση των δανείων (η εκταμίευση, εκτός απροόπτου, τοποθετείται για τα τέλη Νοεμβρίου, με αρχές Δεκεμβρίου) πλην, όμως, όλα αυτά τελούν υπό την αίρεση μίας θετικής εκθέσεως της Τρόικας, η δε κυβέρνηση είναι, κατόπιν αυτών, των ουσιαστικά εκβιαστικών, χρονοδιαγραμμάτων, υποχρεωμένη να δώσει «μάχη με τον χρόνο», για να εμφανιστεί «έτοιμη» στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 18 του μηνός και να μπορέσει να θέσει επισήμως το αίτημα της επιμηκύνσεως του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής. Ένα αίτημα, το οποίο διχάζει το ΔΝΤ και τους Ευρωπαίους, καθώς απαιτούνται επιπλέον δανειοδοτήσεις για την Ελλάδα, όπως, άλλωστε, τους διχάζει και η θέση του Ταμείου πως θα πρέπει να υπάρξει «κούρεμα» στα επίσημα ομόλογα, με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε να είναι κατηγορηματικά αρνητικός.
Η καγκελάριος αν και έχει συνειδητοποιήσει ότι η έξοδος της Ελλάδος από τη ζώνη του ευρώ θα είναι καταστροφική για τη χώρα, την ευρωζώνη, αλλά και την ίδια τη Γερμανία, συνέχισε στην ίδια τακτική, δηλαδή να μην αποκλείει οριστικώς και αμετακλήτως αυτήν την εκδοχή και έτσι απλώς ευχήθηκε και εξέφρασε την ελπίδα κάτι τέτοιο να μην συμβεί, η δε εν Ελλάδι παρουσία της ήταν ιδιαιτέρως αποκαλυπτική του στρατηγικού στόχου του Βερολίνου, δηλαδή, στο πλαίσιο των ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων, να αποκτήσει την πρωτοκαθεδρία στην εκποίηση της ελληνικής δημόσιας περιουσίας (δηλαδή να βάλει χέρι στα δημόσια φιλέτα που βγαίνουν στο σφυρί) και το «πειραματόζωο Ελλάδα» να αποτελέσει, ως μοντέλο λιτότητας, το πρόκριμα εφαρμογής και για άλλες χώρες στην Ευρώπη.
ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΧΕΣ
Ωστόσο, η κυβέρνηση θεωρεί την επίσκεψη Μέρκελ ως τη θετική συνέχεια της συναντήσεως, που είχε τον περασμένο Αύγουστο στο Βερολίνο ο Αντώνης Σαμαράς με την καγκελάριο και εστιάζει στα, κατ’ αυτήν, πολιτικά οφέλη, κάνοντας ταυτόχρονα λόγο για «το τέλος της απομόνωσης» της χώρας από την ευρωπαϊκή σκηνή.
Το Μέγαρο Μαξίμου επιμένει να προσεγγίζει το θέμα με επικοινωνιακή λογική και προς τούτο στέκεται όχι τόσο στα όσα είπε (ή δεν είπε, ή θα ήθελε η Αθήνα να πει) η καγκελάριος, όσο στο κλίμα των συνομιλιών και στις εικόνες των δύο Σαμαρά – Μέρκελ, όπως στους διάλογους που είχαν πεζή καθ’ οδόν προς το Προεδρικό Μέγαρο, θεωρώντας ότι αυτά λειτουργούν ενισχυτικά για την εικόνα του πρωθυπουργού και αυτό αντανακλά στη συνολική εικόνα της χώρας.
Πάντως, παραδέχονται τρία βασικά δεδομένα, ότι, δηλαδή, τα όσα είπε η καγκελάριος απευθύνονταν πρωτίστως στη διεθνή ελίτ, ότι το ακροατήριό της δεν ήταν, σε πρώτο πλάνο, η ελληνική, αλλά η γερμανική κοινωνία, η οποία, ήδη, κινείται σε προεκλογικούς ρυθμούς και ότι η Α. Μέρκελ δεν θα ήθελε να εμφανιστεί ότι παρακάμπτει την Τρόικα.
Αυτά σημαίνουν ότι ουσιαστικά η κ. Μέρκελ δεν ήθελε να δώσει κάτι περισσότερο στο οποίο προφανώς προσδοκούσε η Αθήνα, πέρα από την παρουσία της σε συμβολικό επίπεδο, καλυπτόμενη πίσω από την αναμενόμενη έκθεση των εκπροσώπων των δανειστών της Ελλάδος.
Οι περισσότεροι αναλυτές πιστεύουν ότι η καγκελάριος θέλησε να πείσει τους Γερμανούς φορολογούμενους ότι υπερασπίζεται τα συμφέροντα και τα χρήματά τους, ο δε πρωθυπουργός απευθυνόμενος, με τη σειρά του, στην ελληνική κοινωνία επανέλαβε τις δηλώσεις ότι «ο λαός μας ματώνει», αλλά με την απαραίτητη προσθήκη ότι θα πρέπει να τονωθεί η ανάπτυξη και να καταπολεμηθεί η ανεργία, αν και παράκαμψε το γεγονός ότι η ανεργία θα αυξηθεί περαιτέρω την επόμενη χρονιά, λόγω των νέων μέτρων και της συνακόλουθης συνεχίσεως της υφέσεως.
Στο Μέγαρο Μαξίμου παραδέχονται ακόμη, με δεδομένη τη στάση της Α. Μέρκελ, ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει μάχη με τον χρόνο για να ψηφιστούν τα νέα μέτρα λιτότητας (ύψους περί τα 13 δισ. ευρώ) να υλοποιηθούν οι 89 προαπαιτούμενες ενέργειες (διαρθρωτικές αλλαγές) ώστε, στις 18 Οκτωβρίου, ο Αντώνης Σαμαράς να εμφανισθεί στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ και να θέσει επισήμως πια το αίτημα για επιμήκυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής (η οποία τέθηκε ανοιχτά στις συνομιλίες με την Α. Μέρκελ) και κυρίως να πάρει το «πράσινο φως» για την εκταμίευση της δόσεως (η οποία πιθανώς θα υπερβαίνει τα 31,5 δισ. ευρώ, περιλαμβάνοντας και κάποια υπόλοιπα προηγούμενης δόσεως που δεν έχουν ακόμη καταβληθεί).
Ο ΕΚΒΙΑΣΜΟΣ ΜΕ ΤΟ ΕΥΡΩ
Όμως, στην κυβέρνηση υπάρχει μια (έτσι τουλάχιστον παρουσιάζεται δημοσίως) αμηχανία, καθώς η καγκελάριος (σε αντίθεση με τον πρόεδρο Ολάντ της Γαλλίας και τον πρωθυπουργό Μαριάνο Ραχόι της Ισπανίας, οι οποίοι ήταν σαφείς και κατηγορηματικοί ότι «δεν υπάρχει τέτοιο θέμα») περιορίστηκε απλώς να επαναλάβει την δήλωση (που είχε κάνει τον περασμένο Αύγουστο στο Βερολίνο) ότι «εύχεται και ελπίζει η Ελλάδα να μείνει στο ευρώ».
Πάντως, και ο Αντώνης Σαμαράς επέλεξε να «παίξει» με το ενδεχόμενο μίας ελληνικής εξόδου από το ευρώ, καθώς όταν ρωτήθηκε αν έλαβε διαβεβαιώσεις για την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, δεν απάντησε ευθέως, αλλά περιορίστηκε να πει ότι «εχθρός μας είναι η ύφεση» και ότι «αυτό που ζητούμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι το δικαίωμα, μετά από όλες αυτές τις θυσίες, να κερδίσουμε το στοίχημα και να βγούμε από την κρίση».
Όμως, παρά την εσκεμμένη αυτή αοριστολογία, που υποκρύπτει κινδυνολογία, η καγκελάριος αναγνώρισε τις συνέπειες διαλύσεως της ευρωζώνης από μια ελληνική έξοδο, λέγοντας ότι το 60% των γερμανικών εξαγωγών είναι στον Νότο της Ευρώπης. «Έχουμε ένα κοινό νόμισμα. Αν ο ένας δεν είναι καλά μέσα σ’ αυτό τον κοινό χώρο, τότε και ο άλλος δεν είναι καλά», δήλωσε και, αναγνωρίζοντας το μέγεθος του προβλήματος, πρόσθεσε: «Έχουμε να κάνουμε με προβλήματα, τα οποία έχουν εδραιωθεί εδώ και δεκαετίες».
Εξάλλου, την ίδια αμηχανία αισθάνθηκε το Μέγαρο Μαξίμου, όταν η καγκελάριος δήλωσε ότι «η αξιοπιστία δημιουργείται όταν τα προβλήματα και τα ερωτήματα που τίθενται, επιλύονται» και όταν πρόσθεσε ότι «εγώ δεν κάνω τη δουλειά της Τρόικας, αλλά δεν υπάρχουν διαφορετικές αξιολογήσεις γι’ αυτό το οποίο πρέπει ακόμη να γίνει».
Που σημαίνει πως η Γερμανίδα καγκελάριος ήλθε προκειμένου να επαναλάβει ότι στηρίζει το Μνημόνιο και τα νέα μέτρα λιτότητας, η δε δήλωσή της πως «δεν είναι η δασκάλα που ήλθε για να δώσει βαθμούς, αλλά για να ενημερωθεί και να στηρίξει έναν δύσκολο δρόμο», όπως και εκείνη για «το φως στο βάθος του τούνελ», ήταν περισσότερο ρητορικές διατυπώσεις και τυπική έκφραση συμπάθειας προς την ελληνική κοινωνία και όχι ουσιαστική δέσμευση για κάτι συγκεκριμένο, καθώς, άλλωστε, ούτε τις λαϊκές διαδηλώσεις αντελήφθη (λόγω των δρακόντειων μέτρων ασφαλείας) ούτε την ελληνική κοινωνία μπόρεσε να αφουγκρασθεί, περιορισθείσα στο να ακούσει και να καταγράψει τις επίσημες κυβερνητικές απόψεις και κυρίως αυτές των επιχειρηματιών με τους οποίους συναντήθηκε...
Δεν είναι τυχαίο πως ακόμη και η «Καθημερινή» έγραψε ότι «μήνυμα στήριξης προς την Ελλάδα και την κυβέρνηση, αλλά χωρίς να αναλάβει δεσμεύσεις για τα αιτήματα της Αθήνας καταβολής της επόμενης δόσης και επιμήκυνσης του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής, κόμισε η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ» και πρόσθεσε πως η επίσκεψη ήταν, επίσης, «απάντηση» στα σενάρια περί «δραχμής» και ότι «αν και πολλές εκ των αναφορών της είχαν θετικό πρόσημο, η Καγκελάριος δεν απέστη από τη γραμμή της δημοσιονομικής πειθαρχίας».
ΘΕΛΕΙ ΤΑ «ΦΙΛΕΤΑ»...
«Από τις δηλώσεις Σαμαρά – Μέρκελ προκύπτει καθαρά ότι η μετατροπή της χώρας σε μια απέραντη Ειδική Οικονομική Ζώνη, με φτηνή εργατική δύναμη, ανύπαρκτα εργασιακά, ασφαλιστικά, συνδικαλιστικά δικαιώματα, πλήρη φοροασυλία του μεγάλου κεφαλαίου, αποτελεί κοινό στρατηγικό στόχο και απαραίτητη προϋπόθεση για την προσέλκυση επενδύσεων από τα γερμανικά μονοπώλια», έγραψε, την ίδια στιγμή, ο «Ριζοσπάστης».
Είναι αλήθεια πως η καγκελάριος Μέρκελ δεν έκρυψε ότι βασικός στόχος της επισκέψεώς της ήταν η προώθηση των «επενδύσεων» γερμανικών επιχειρηματικών ομίλων, οι οποίοι επιδιώκουν να ενισχύσουν τη θέση τους στην Ελλάδα, έναντι των ανταγωνιστών τους (κυρίως Γάλλων και Αμερικανών) αξιοποιώντας τόσο τη δραματική μείωση του «εργατικού κόστους» (κάτι που τόνισε στην κα Μέρκελ ακόμη και ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δ. Δασκαλόπουλος) όσο και την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας.
«Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να δώσουμε ώθηση στα διμερή μας θέματα», τόνισε η Α. Μέρκελ, η οποία έσπευσε να αναδείξει το ρόλο που διαδραματίζουν στην κατεύθυνση αυτή ο εκπρόσωπός της, υφυπουργός Εργασίας Γιοακίμ Φούχτελ και η Task Force, υπό τον Χορστ Ράιχενμπαχ και συνέδεσε τη δανειοδότηση της Ελλάδος το επόμενο διάστημα με την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων.
Τόνισε ότι η ΕΕ πρέπει να γίνει «ένας γεωγραφικός χώρος που να μπορεί να στηριχθεί στην ανταγωνιστικότητά της, να εξάγει τα προϊόντα της και να στηρίξει τις θέσεις εργασίας», ο δε Α. Σαμαράς επαναβεβαίωσε την δέσμευση και αποφασιστικότητά του να εγγυηθεί, στο ανωτέρω πλαίσιο, ότι η Ελλάδα «θα κερδίσει το στοίχημα της ανταγωνιστικότητας».
Από τη συνάντηση της καγκελαρίου με τους επιχειρηματίες, προκύπτει σαφώς το επενδυτικό ενδιαφέρον του Βερολίνου για τους τομείς της ενέργειας, της υγείας και των ΟΤΑ (με επίκεντρο τη διαχείριση απορριμμάτων) τομείς (και παρεμπιπτόντως το φορολογικό) που βρίσκονται στο επίκεντρο της δράσεως της Task Force και του Γιοακίμ Φούχτελ. Γερμανικό ενδιαφέρον εκδηλώνεται και επιμέρους θέματα, όπως η αξιοποίηση της γεωθερμίας, η παραλίμνια γεωργική αξιοποίηση, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στα σχολεία, η διαχείριση της φαρμακευτικής δαπάνης και της ηλεκτρονικής συνταγογραφήσεως, του λογισμικού νοσοκομείων, αλλά και του ασφαλιστικού κ.λπ.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΦΑΓΩΜΑΡΑ
Την ίδια στιγμή, οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, οι κ. Βενιζέλος και Κουβέλης, φαίνεται πως παίζουν τα δικά τους παιχνίδια, σε σχέση και με τα μέτρα, αλλά και με την επίσκεψη Μέρκελ.
Ο Φώτης Κουβέλης ενώ έλαβε (έστω μετ’ εμποδίων) τη ψήφο εμπιστοσύνης του κόμματός του για τα νέα μέτρα, στη συνέχεια με περίεργες δικαιολογίες (επί της ουσίας δεν θέλησε να είναι στο κάδρο της επισκέψεως Μέρκελ) αρνήθηκε την πρόσκληση του πρωθυπουργού να συναντήσει τη Γερμανίδα καγκελάριο και αυτό οδήγησε και τον Ευ. Βενιζέλο να μην συναντηθεί μαζί της, αν και το επιθυμούσε διακαώς, σε σημείο που έκανε δηλώσεις με τις οποίες ουσιαστικά αυτοπροσκαλούνταν.
Ακόμη η ΔΗΜΑΡ διοχέτευσε προς τα έξω κάποιες επιφυλάξεις της για τα διαμειφθέντα με την καγκελάριο, για δε τις λαϊκές διαδηλώσεις, ενώ γνώριζε πως δεν στρέφονταν μόνο κατά της Α. Μέρκελ, αλλά κυρίως κατά της συγκυβερνήσεως, εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι αυτές οι διαδηλώσεις «αποτελούν σημαντικό μέσο έκφρασης του ελληνικού λαού και πίεσης για να αλλάξουν οι ασκούμενες πολιτικές στην Ευρώπη, αλλά και για να δοθεί οριστική διέξοδος στο πρόβλημα της Ελλάδος».
Την δε ίδια στιγμή το ΠΑΣΟΚ άλλαζε συνεχώς γραμμή, λέγοντας αρχικώς ότι η επίσκεψη είναι πολύ θετικό γεγονός για τη χώρα, αλλά στη συνέχεια εκτίμησε πως η παρουσία της «δεν είχε κανένα απτό αποτέλεσμα στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης», για την οποία (διαπραγμάτευση) ανέφερε ότι «όλα τα ζητήματα παραμένουν ανοιχτά» και ακόμη επέκρινε τη διαφωνία του Φ. Κουβέλη να παραστούν και οι άλλοι δύο αρχηγοί στις επαφές με την κ. Μέρκελ.
Εν κατακλείδι, όπως επισημαίνει ο έγκυρος αναλυτής Σταύρος Λυγερός, «η στάση του Βερολίνου αποπνέει οικονομικό εθνικισμό. Θέλει και τον σκύλο χορτάτο και την πίτα ολάκερη. Προωθεί συνταγές που το συμφέρουν, αλλά είναι αλυσιτελείς. Εκτός από το ότι εγκλωβίζει την ευρωπαϊκή περιφέρεια, αφήνει και έκθετη την Ευρωζώνη στις αντιφάσεις της και σε εντεινόμενες κερδοσκοπικές επιθέσεις, οι οποίες αυξάνουν συνεχώς το κόστος επίλυσης της κρίσης. Για πόσο, άραγε, οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι θα ανέχονται η Γερμανία να πατάει σε δύο βάρκες;».
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

INTERCOMM FOODS
Μείνε μαζί μας

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass