Στο νησί του Κοσμοκαλόγερου

Δημοσίευση: 09 Ιουλ 2011 20:17 | Τελευταία ενημέρωση: 24 Σεπ 2015 13:14
«...Όταν επανήλθες μετά επτά έτη εις την ωραίαν τοποθεσίαν, την προσφιλή εις τας αναμνήσεις σου, δεν ήτο Φεβρουάριος ο μην και δεν υπήρχον πλέον «ίτσια» να μυρώνουν την ατμόσφαιραν με τας μεθυστικάς ευωδίας των. Αλλά δεν ήτο πλέον και η Πολύμνια εκεί, άλλο έμψυχον ίον, η μεθύσκουσα ποτέ την παιδικήν φαντασίαν σου με μόνον της λευκής λινομετάξου αισθήτος της τον θρούν...».
Αθάνατε Παπαδιαμάντη! Έτσι αρχίζει ένα από τα γοητευτικά του διηγήματα – «Ολόγυρα στη λίμνη» - γεμάτο από το άρωμα ενός παιδικού έρωτα και τη μελαγχολία του μεγάλου Σκιαθίτη, που γέμιζε μελαγχολία και τη δική μου παιδική ψυχή – τότε – όταν μαθητής, το διάβαζα στα «Νεοελληνικά Αναγνώσματα» του σχολείου μας. Εκείνη... η Πολύμνια!... Το κάθε παιδί έχει, βλέπετε, μια κάποια εράσμια Πολύμνια, που αναταράζει τον αισθηματικό του κόσμο και περνά από την ευαισθησία της ηλικίας του σαν είδος θείας οπτασίας... Ή τουλάχιστον είχε τω καιρώ εκείνω. Σήμερα οπτασίες δεν υπάρχουν ούτε και για τα παιδιά. Έχουν αποκτήσει, ως γνωστόν, σάρκα και οστά... εξ απαλών ονύχων.
Πολλά χρόνια πέρασαν από τότε που επισκεπτόμουν τη Σκιάθο – τέλη της δεκαετίας του ‘60, αρχές του ‘70 - νεαρός δημοσιογράφος τότε και... νιόπαντρος, προσκυνητής του σπιτιού και του μνημείου Παπαδιαμάντη, που είχε κατασυγκινήσει τα παιδικά μου χρόνια. Τα τελευταία χρόνια ξαναπήγα και να που προ ημερών μου έλαχε να ξαναβρεθώ για μια ακόμα φορά εκεί με τα παιδιά μου, άντρες πια...
«Όταν επανήλθες μετά επτά έτη εις την ωραίαν τοποθεσίαν, την προσφιλή εις τας αναμνήσεις σου...». Δεν είναι φευ!...μόνο επτά αλλά δεκαετίες ολόκληρες που χωρίζουν τη Σκιάθο εκείνης της εποχής από το σημερινό κοσμοπολίτικο νησί και στοιχειώνουν τις αναμνήσεις. Δεκαετίες που στάθηκαν αρκετούτσικες βέβαια, να μεταμορφώσουν τα πάντα -εκτός από μένα– ν’ αλλάξουν εκ βάθρων την ειδυλλιακή μορφή του νησιού και να το γεμίσουν με νέες οικοδομές, κέντρα και δρόμους και μαγαζιά και αμέτρητες ταβέρνες και αυτοκίνητα και θορυβώδη μηχανάκια κάθε είδους, αλλά και να εξαφανίσουν τις οπτασίες τύπου Πολύμνιας, στη θέση των οποίων βλέπεις σήμερα τα σύγχρονα νιάτα με την ακατάσχετη ζωντάνια της εποχής και την αυθάδη – πλην καθιερωμένη πλέον – γύμνια.
Σε είδα και σένα, σεμνέ Κοσμοκαλόγερε, εκεί στο μνημείο σου στο Μπούρτζι, με το κεφάλι ελαφρώς γερτό – όπως παρέδωσες τη μορφή σου στους επιγόνους – και με τα φιλοσοφημένα λόγια σου χαραγμένα κάτω από τη μορφή σου- «ωσάν να είχαν τελειωμό τα βάσανα και οι καημοί του κόσμου» - σε είδα και σένα, άγιε Παπαδιαμάντη, ν’ αφουγκράζεσαι απορημένος την καινούργια τούτη εποχή του 21ου αιώνα, που εκφράζεται με τον ορυμαγδό χιλιάδων μηχανών και νυχτερινών κέντρων, λιγοστά μέτρα παραπέρα και με τις ξέφρενες σημερινές «Πολύμνιες», που ξέρουν φαίνεται καλύτερα να εξορκίζουν «τα βάσανα και τους καημούς του κόσμου».
Ήταν ένα ησυχαστήριο άλλοτε εκεί – το Μπούρτζι – εκείνη η στενή λωρίδα γης, που προχωρώντας ξανοίγεται απότομα μέσα στη θάλασσα, πλαταίνοντας για να προσφέρει χώρο κατάλληλο για ρεμβασμούς, κάτω από τα δέντρα, με μόνο κτίριό του ένα σχολείο παλιότερα. Και σήμερα φιλοξενεί το νυχτερινό κέντρο με το ημίφως και τον πάταγο, εντευκτήριο της ανήσυχης νεολαίας των καιρών μας.
Τις αναμνήσεις τάραζαν αυτή τη φορά εκατοντάδες μηχανές που λίγα μέτρα πιο κάτω, στα ριζά του Μπούρτζι, έφταναν με τα πλοία της γραμμής για την ετήσια Πανελλήνια Συνάντηση Μοτοσικλετιστών! Εκατοντάδες – κατ’ άλλους χιλιάδες– θηριώδεις μηχανές να προκαλούν εκκωφαντικό θόρυβο με μαρσαρίσματα που έσπαζαν την κλίμακα των ντεσιμπέλ και τ’ αυτιά μας και μετέτρεπαν σε κόλαση την ειδυλλιακή φύση της Σκιάθου, καθώς διέτρεχαν όλο το νησί, γεμίζοντάς την καυσαέρια...
Ήταν εκεί στην προκυμαία, όπου άλλοτε υπήρχαν ελάχιστα καφενεδάκια – όπου πίναμε το ουζάκι μας με τον απλό μεζέ – που σήμερα πήζει από μαγαζιά και κόσμο. Μια Σκιάθος αγνώριστη που ο κυρ –Αλέξανδρος ατενίζει με περίσκεψη από το Μπούρτζι. Μια Σκιάθος όπου τα πάντα έχουν εμπορικοποιηθεί. Μια Σκιάθος που μεταβλήθηκε σ’ ένα απέραντο ξενοδοχείο και σε μια τεράστια ταβέρνα.
Βάνδαλη εποχή! Εξαφάνισε το άλλοτε άφθαρτο άρωμα του όμορφου νησιού, την ειδυλλιακή ατμόσφαιρα που ενέπνευσε τον Παπαδιαμάντη, που γέννησε μύθους, ιστορίες αλλά και αγαλλίαση με τον καλοκαιρινό «ρεμβασμό». Σήμερα κυριαρχεί η κνίσα του ψημένου κρέατος και των καυσαερίων η δηλητηριώδης ατμόσφαιρα.
Εκεί που άλλοτε πηγαίναμε με βάρκα ή με τα πόδια, σήμερα οργώνει το νησί το αυτοκίνητο και το πούλμαν, μεταφέροντας χιλιάδες εκδρομείς και παραθεριστές σε κάθε άκρη και σε κάθε ακρογιαλιά.
Έψαχνα να δω τη Σκιάθο του Ελύτη, αυτό το μικρό κομμάτι γης όπου «απ’ το ένα μέρος ο πλούτος της χλώρης, ένας λαός βαθυπράσινος πλάι στο βαθυκύανο του πελάγους και από το άλλο μέρος, ο λαός ο πραγματικός των ανθρώπων της που σμίλεψαν οι αιώνες και οι άνεμοι». Κι αντί γι’ αυτά έβλεπα ένα νησί πηγμένο στο τσιμέντο και στη μηχανή κι ανάμεσά τους ένα πολύβουο μελίσσι ανθρώπων που μετέτρεπαν κάθε γωνιά του σε σκουπιδότοπο.
Μάταια προσπαθείς να ξαναζωντανέψεις τις τελευταίες λιγοστές σελίδες του Παπαδιαμάντη ανάμεσα στα στενά και τις ανηφοριές του. «Ω, ας ήμην ακόμη βοσκόπουλον εις τα όρη!» Ποιός δεν έχει γοητευθεί από εκείνο το μικρό ποιητικό αριστούργημα – «Όνειρο στο κύμα» - όπου το «μικρόν βοσκόπουλον» βλέπει, νύχτα με φεγγάρι, την κοπελίτσα να κάνει μπάνιο, ολόγυμνη, στη θάλασσα και μπαίνει στον αγνότερο πειρασμό που μπόρεσε ποτέ να περιγράψει ο συγγραφέας. Για να συναντήσεις σήμερα αυτά τα μαγευτικά, ερημικά τοπία της Σκιάθου, που με τόσο θρησκευτικό έρωτα περιγράφει ο Παπαδιαμάντης, πρέπει να απομακρυνθείς απ’ την πόλη αρκετά χιλιόμετρα, οπότε βλέπεις να ξαναζεί ο συγγραφέας μέσα στη φύση, στη γαλάζια γαλήνια θάλασσα, που μουρμουρίζει στα «ρόδιν’ ακρογιάλια», στο πλούσιο πεύκο, που κατεβαίνει φουντωτό απ ‘τα υψόμετρα για να δροσιστεί στον αέρα του πελάγου. Αλλά κι εκεί έξαφνα, βλέπεις τον εξαίσιο όγκο ενός γιγαντιαίου, μοντέρνου ξενοδοχείου πολυτελείας: «Σκιάθος Παλλάς»...
«Όταν επανήλθες μετά...πολλά έτη εις την ωραίαν τοποθεσίαν...».
Φεύγοντας απ’ το νησί του Κοσμοκαλόγερου με συνόδευε ακόμα ο εκκωφαντικός βρυχηθμός των εκατοντάδων μηχανών και ο ορυμαγδός των θορύβων της προκυμαίας. Κι ας είχα μέσα μου «την νύκτα την μυστηριώδη και σιγηλήν, τον άπειρον ουρανόν, την αχανή θάλασσαν...».
ΝΙΚ. ΝΑΚΟΣ
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

INTERCOMM FOODS
Μείνε μαζί μας

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass