Αγροτικά

Κρίση και αγροτική παραγωγή

Δημοσίευση: 31 Οκτ 2011 1:19 | Τελευταία ενημέρωση: 24 Σεπ 2015 13:50
 Στη δύσκολη οικονομική κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας και που τη βιώνουμε όλοι μας, ακούγεται πολύ συχνά ότι μία από τις αιτίες της κρίσης είναι το ότι η Ελλάδα δεν παράγει.
Μια αναφορά που γίνεται κυρίως για προϊόντα της παραγωγικής οικονομίας, που παράγει περισσότερο αγαθά και όχι τόσο υπηρεσίες, αν και δεν λείπουν οι φωνές που βάζουν το ερώτημα κατά πόσο παράγουμε έρευνα, παιδεία, πολιτισμό ή υπηρεσίες προσαρμοσμένες στις σημερινές ανάγκες.
Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι πρώτα στην αναφορά είναι τα αγροτικά προϊόντα φυτικής και ζωικής παραγωγής, μιας και διαπιστώνει κανείς ότι και σε ιστορικά εξαγωγικούς τομείς για την χώρα μας, όπως τα οπωροκηπευτικά, γίνονται εποχιακά εισαγωγές (λεμόνια, πατάτες, ντομάτες, σκόρδα, κ.λπ.)
Ο λόγος που ο αγροτικός τομέας μπαίνει πρώτος στην επισήμανση του «δεν παράγουμε», έχει να κάνει πιστεύω στο ότι:
- Είναι τομέας που παράγει κυρίως τρόφιμα και όλοι μας στις δύσκολες συγκυρίες σκεφτόμαστε περισσότερο από άλλες φορές την επισιτιστική ασφάλεια και την αυτάρκεια σε τρόφιμα.
- Το ισοζύγιο εξαγωγών – εισαγωγών αγροτικών προϊόντων είναι αρκετά αρνητικό (2,4 δισ. ευρώ το 2010).
- Θεωρούμε ότι είναι ένας τομέας που τον γνωρίζουμε, που ασχολείται μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού και έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα για την παραγωγή πολλών ποιοτικών προϊόντων και
- Με τον επαναπρογραμματισμό και την ενεργοποίηση του τομέα αυτού, ίσως αναθερμανθεί η όλη οικονομία, μιας και ο τομέας αυτός έχει ένα μεγάλο πολλαπλασιαστή στην απασχόληση και την οικονομία γενικότερα.
Ας δούμε όμως πού βρίσκεται η ελλειμματικότητα του γεωργικού ισοζυγίου. Η ελλειμματικότητα του ελληνικού εμπορικού γεωργικού ισοζυγίου οφείλεται κυρίως στις εισαγωγές κρεάτων και γαλακτοκομικών προϊόντων, που η αξία τους το 2009 (δεν διαφέρει πολύ από τη σημερινή κατάσταση) έφθασε στο 1,85 δισ. ευρώ (-1,51 δισ. ευρώ το έλλειμμα στη συγκεκριμένη κατηγορία), χωρίς να θεωρούνται αμελητέα και τα ανοίγματα της «ψαλίδας» στο εμπόριο ζωοτροφών (-0,333 δισ. ευρώ), κρασιών και ποτών (-0,256 δισ. ευρώ), προϊόντων διατροφής (-0,225 δισ. ευρώ) και δημητριακών (-0,147 δισ. ευρώ).
«Σανίδες σωτηρίας» με θετικό ισοζύγιο, λόγω καλής επίδοσης των εξαγωγών είναι τα οπωροκηπευτικά (+0,528 δισ. ευρώ), το βαμβάκι (+0,297 δισ. ευρώ), τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας (+0,075 δισ. ευρώ) και το ελαιόλαδο (+0,074 δισ. ευρώ), ενώ ο καπνός έφθασε πλέον να είναι οριακά θετικός, μετά την εγκατάλειψη του 85% της ελληνικής καπνοκαλλιέργειας.
Αν δε, εκτιμήσουμε σήμερα τη συμβολή του αγροτικού τομέα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, θα δούμε ότι μετά βίας φτάνει το 3%, όταν το 2004 ήταν στο 4,93%.
Φαίνεται λοιπόν, ότι το μεγάλο έλλειμμα για τη χώρα είναι στο κρέας και τα γαλακτοκομικά προϊόντα και ειδικότερα στο βόειο και χοιρινό κρέας και των προϊόντων κυρίως αγελαδινού γάλακτος. Από την άλλη πλευρά βλέπουμε ότι υπάρχει έλλειμμα και στις ζωοτροφές και αντιλαμβάνεται κανείς τη δυσκολία της αντιμετώπισης της μείωσης του ελλείμματος σε κτηνοτροφικά προϊόντα, ειδικά αν δεν υπάρξει καλύτερη σχέση της φυτικής με τη ζωική παραγωγή. Σήμερα η φυτική παραγωγή συμμετέχει στο γεωργικό προϊόν σε ποσοστό 70% περίπου και η ζωική μόλις στο 30%.
Πρέπει επίσης να αναφέρουμε, ότι στο θέμα του γεωργικού εμπορικού ισοζυγίου, ρόλο έπαιξε και η αύξηση της κατανάλωσης για ορισμένα προϊόντα και όχι κατ’ ανάγκη η μεγάλη μείωση της παραγωγής και τούτο συνέπεια της ανόδου του βιοτικού επιπέδου, αλλά και της στροφής του πληθυσμού σε διαφορετικά μοντέλα διατροφής και κατανάλωσης.
Εξάλλου συνέβη στο νομό μας και όχι μόνον, η ιδιοπαραγωγή μιας σειράς από τρόφιμα που παλαιότερα παρήγαγαν οι αγρότες μας στα πλαίσια της οικιακής οικονομίας, δεν υπάρχει, λόγω της διαμονής πολλών αγροτών στις πόλεις και έτσι είναι και αυτοί το ίδιο καταναλωτές με ένα άλλο κάτοικο της πόλης.
Στο σημείο αυτό μπαίνει ακόμη ένα ερώτημα, αν τα πλεονασματικά μας εξαγώγιμα προϊόντα, όπως π.χ. το ελαιόλαδο, που η παραγωγή της χώρας μας είναι τρίτη στο κόσμο, απολαμβάνει ικανοποιητική τιμή ειδικά για τον παραγωγό; Η απάντηση είναι όχι. Τα τελευταία χρόνια το ελαιόλαδο έχει μια τιμή παραγωγού 2-2,5 ευρώ/κιλό, που όχι μόνο δεν καλύπτει το κόστος παραγωγής, αλλά δεν αφήνει και ένα υποφερτό οικογενειακό εισόδημα. Τερτίπια του εμπορίου, αλλά και η αδυναμία μας να δώσουμε προστιθέμενη αξία στο προϊόν, πολλές φορές έχει αυτά τα αποτελέσματα.
Γιατί όμως οι παραγωγοί μας δεν παράγουν περισσότερο ή γιατί δεν στρέφονται στην παραγωγή των ελλειμματικών προϊόντων;
Είναι γνωστές οι διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής γεωργίας με τον μικρό και πολυτεμαχισμένο κλήρο, το περιορισμένο αρδευτικό νερό κ.λπ., που εκ των πραγμάτων έχουν επιπτώσεις στο ύψος παραγωγής, στο κόστος παραγωγής και την βιωσιμότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Όπως επίσης είναι γνωστό ότι εγκαταλείφτηκαν και αρκετές ορεινές και ημιορεινές περιοχές, όχι μόνο για οικονομικούς αλλά και κοινωνικούς λόγους.
Όσον αφορά τώρα το εύλογο ερώτημα αν οι μέσες στρεμματικές αποδόσεις ή οι μέσες αποδόσεις ανά ζώο, είναι ικανοποιητικές για την χώρα μας; Η απάντηση είναι, μάλλον ναι, μιας και οι αποδόσεις στα περισσότερα προϊόντα μας δεν υστερούν από αυτές άλλων χωρών, πέραν της ποιοτικής ανωτερότητας των ελληνικών προϊόντων. Η ποιοτική ανωτερότητα, που πρέπει να διαφυλαχθεί και να αντισταθμίσει και τις διαρθρωτικές αδυναμίες που προαναφέραμε.
Πρέπει να επισημάνουμε πάντως, ότι η εφαρμογή της τελευταίας μεγάλης αναθεώρησης της Κ.Α.Π. από το 2006, με την αποδέσμευση των επιδοτήσεων από την παραγωγή, είχε αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή μιας σειράς προϊόντων π.χ. καπνός, ζαχαρότευτλα κ.λπ. Επίσης, τα τελευταία χρόνια παρατηρήθηκε μεγάλη αύξηση των τιμών βασικών αγροτικών εφοδίων (λιπάσματα, ζωοτροφές, φυτοφάρμακα, καύσιμα) που αποτέλεσε μία ακόμη σημαντική αιτία για τη μείωση της αγροτικής παραγωγής και αύξησης του κόστους παραγωγής. Είδαμε π.χ. την περυσινή χρονιά καλλιέργειες σιτηρών με μειωμένη παραγωγή, λόγω του ότι, δεν έγινε ζιζανιοκτονία για την αγριοβρώμη και τούτο επειδή το κόστος του ζιζανιοκτόνου ήταν μεγάλο ή ακόμη κτηνοτροφικές μονάδες με μειωμένη γαλακτοπαραγωγή, λόγω της χρήσης περιορισμένης ποσότητας ζωοτροφών, επειδή ήταν ακριβές. Βέβαια, συνεχίζει, να υπάρχει το φαινόμενο οι καλλιεργητές να πωλούν ζωοτροφές σε χαμηλές τιμές και οι κτηνοτρόφοι να τις αγοράζουν αργότερα μέσω τρίτων ακριβά.
Όσον αφορά στην επιλογή των καλλιεργειών ή εκτροφών, είναι προφανές, ότι οι παραγωγοί μας στράφηκαν και στρέφονται στις πιο προσοδοφόρες, πιο ανταγωνιστικές καλλιέργειες - παραγωγές, με λιγότερη ανθρώπινη εργασία. Φυσικά μεγάλο ρόλο έπαιξαν οι κοινοτικές οικονομικές ενισχύσεις που απολάμβαναν κάποιες καλλιέργειες και που κυριάρχησαν. Έτσι οι αγρότες μας έχοντας επενδύσει σε υποδομή και τεχνογνωσία σε κάποιες καλλιέργειες, δεν είναι εύκολο να αλλάξουν κλάδο παραγωγής και φυσικά πρέπει να πούμε εξαρχής ότι για τις αλλαγές απαιτούνται αξιόλογα κεφάλαια, που χωρίς χρηματοδότηση και ενίσχυση είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν. Πέραν τούτου, πολλοί παραγωγοί, αγρότες διάλεξαν να μένουν μόνιμα, όπως προαναφέραμε, στην πρωτεύουσα του νομού, που μπορεί να είναι πολλά χιλιόμετρα από την έδρα της εκμετάλλευσης και έτσι η απασχόληση με την κτηνοτροφία και την πολυκαλλιέργεια είναι δύσκολη έως αδύνατη.
Μιας και αναφερθήκαμε όμως προηγουμένως στις οικονομικές ενισχύσεις και για τις οποίες πολλά λέγονται, άποψή μας είναι ότι είναι χρήσιμες για τη γεωργία μας, αρκεί να είναι ορθά διαρθρωμένες για τη στήριξη της παραγωγής, του αγροτικού εισοδήματος και της αγροτικής ανάπτυξης. Δεν πρέπει να τις δαιμονοποιούμε και να τις φορτώνουμε ό,τι κακό υπάρχει στον αγροτικό τομέα. Βέβαια πρέπει να καταδικάσουμε τις περιπτώσεις που κάναμε παραγωγή αποκλειστικά για την απόσυρση (χωματερές), ή τα διπλοζυγίσματα, ή άλλες λαθροχειρίες, που ήταν μεγάλες παθογένειες , με ευθύνες όχι μόνον των παραγωγών.
Να τονίσουμε πάντως εδώ ότι οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις, του μεγέθους της χώρας μας (μικρές - μεσαίες), που στηρίζονται μόνον στην μονοκαλλιέργεια, ενσωματώνοντας πολύ μικρή ατομική και οικογενειακή εργασία, έστω και αν σήμερα παίρνουν μια ικανοποιητική ενιαία αποδεσμευμένη ενίσχυση (τσεκ) δεν φαίνεται να έχουν προοπτική αν δεν αλλάξουν διάρθρωση.
Για να κλείσουμε τέλος το θέμα των ενισχύσεων πρέπει επίσης να πούμε, ότι , ένα μέρος από αυτές βασικά στήριξε και στηρίζει έμμεσα τον δευτερογενή τομέα παραγωγής.
Όσον αφορά την αναζήτηση καινοτόμων καλλιεργειών ή εκτροφών που θα μπορούσαν τα προϊόντα τους και να εξαχθούν, επισημαίνουμε ότι ορισμένοι παραγωγοί κάνουν μεμονωμένες προσπάθειες να παράγουν νέα προϊόντα, όπως σαλιγκάρια, ιπποφαές, αρόνια, τρούφα, στρουθοκαμήλους παλαιότερα, χωρίς να υπάρχει όμως σχετική έρευνα και απαιτούμενη τεχνογνωσία, αναλαμβάνοντας ένα σημαντικό κίνδυνο.
Εδώ θα πρέπει να αναφερθούμε πλην της ελλιπούς έρευνας και ενημέρωσης των παραγωγών, την αρνητική επίδραση στην παραγωγή, της γραφειοκρατίας, της πολυνομίας, της κακής λειτουργίας-αναξιοκρατίας και της συγκεντρωτικής λειτουργίας πολλών υπηρεσιών κ.λπ.
Πέραν όμως των όσων αναφέραμε για να έχει ορθολογικότερη βάση το ερώτημα - αναφορά, τι παράγουμε και γιατί δεν παράγουμε μια σειρά αγροτικά προϊόντα, θα πρέπει να αναρωτηθούμε επίσης, αν σήμερα αξιοποιούνται πλήρως και αποτελεσματικά οι διαθέσιμοι πόροι και συντελεστές που σχετίζονται με την αγροτική παραγωγή, στα πλαίσια πάντα μιας αειφορίας (να μπορούμε δηλαδή πάντα να παράγουμε), καθώς επίσης, αν η πρόνοια της πολιτείας και η οργάνωση των παραγωγών είναι τέτοια που να τους βοηθά αποτελεσματικά στη μείωση του κόστους παραγωγής, στην καλύτερη εμπορία και στην ανάπτυξη.
Δεν θα ’θελα, μέσα από τις όποιες επισημάνσεις εδώ, να αναφερθούμε πάλι, μόνο στις ευθύνες των Υπουργείων και γενικότερα του «κράτους των Αθηνών», που υπάρχουν και που συνήθως αναφερόμαστε. Θα ’θελα για το μεγάλο αυτό θέμα να προβληματιστούμε τοπικά, να αναζητήσουμε πρωτοβουλίες και λύσεις και στη τοπική αυτοδιοίκηση, στους φορείς των αγροτών, των γεωτεχνικών αλλά και συμμετοχή και δράση κάθε αγρότη, κάθε ενεργού πολίτη. Εξάλλου σήμερα με τη νέα δομή της αυτοδιοίκησης έχουν προκύψει μεγάλοι δήμοι, στους οποίους ο νόμος 3852/10 δίνει αρκετές αρμοδιότητες που σχετίζονται με την αγροτική ανάπτυξη ειδικά μετά την 1/1/2013.
Ας προβληματιστούμε λοιπόν, αν αξιοποιούνται αποτελεσματικά τα εδάφη μας, (καλλιεργούμενες εκτάσεις, βοσκοτόπια, δάση) τα νερά, το κλίμα, το πολλαπλασιαστικό υλικό, το ανθρώπινο δυναμικό (αγρότες, γεωτεχνικοί), τα μέσα παραγωγής, αν υπάρχουν υπηρεσίες που ενημερώνουν και βοηθούν τους παραγωγούς, αν η αγροτική έρευνα φροντίζει να απαντά στα ερωτήματα και τα προβλήματα της παραγωγής, αλλά και αν ανοίγει καινούργιους δρόμους , καινούργιους ορίζοντες, αν υπάρχει ένα φιλικό πιστωτικό σύστημα, αν υπάρχουν συλλογικές οργανώσεις με ουσιαστική παρέμβαση στην προμήθεια εφοδίων, στην προώθηση και εμπορία των προϊόντων κ.λπ., αν ως καταναλωτές αγοράζουμε τοπικά προϊόντα και πολλά ίσως «Αν» ακόμη.
 
Δημήτρης Λώλης
γεωπόνος
 
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

INTERCOMM FOODS
Μείνε μαζί μας

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass