Tου Νικολάου Παύλου
Θεολόγου-Ιστορικού
MA (Ιστορία), MTh (Θεολογία),
Υπ. Δρ. ΑΠΘ
Τον τελευταίο καιρό έχει ανοίξει μία μεγάλη συζήτηση, κυρίως στις τοποθεσίες του Ιντερνέτ, για το μάθημα των Θρησκευτικών, και την προαιρετικό ή μη χαρακτήρα του. Αν και δε διακρίνεται πάντα για την ποιότητά της, εντούτοις φανερώνει το γενικότερο ενδιαφέρον για τα θέματα της παιδείας, και ιδίως γι’ αυτά που συνδέονται με αρχές και αξίες που είναι αποδεκτές από ένα μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας μας. Έτσι, δύσκολα θα γινόταν τόσος θόρυβος, για ένα μάθημα που έχει, για παράδειγμα, τεχνολογικό προσανατολισμό.
Μία συζήτηση όμως για να είναι γόνιμη θα πρέπει να λάβει υπόψη της κάποια δεδομένα. Αυτά θα πρέπει να αφορούν τη σημερινή κατάσταση του μαθήματος και την προσπάθεια που πρέπει να γίνει, ώστε στο μέλλον να μην υπάρξουν αιτιάσεις εναντίον του. Εκείνο όμως που πρέπει να τονιστεί είναι πως τα Θρησκευτικά «κράτησαν» τη θέση τους στο ωρολόγιο πρόγραμμα των σχολείων, και εξακολουθούν να είναι σεβαστά και αγαπητά στη μεγάλη πλειοψηφία των συμπολιτών μας. Αυτό οφείλεται πρώτιστα στην προσπάθεια των ίδιων των μαχόμενων θεολόγων καθηγητών της έδρας που διδάσκουν το μάθημα. Με τη συνέπειά τους, την επιστημονική τους κατάρτιση (ένα μεγάλο ποσοστό έχει μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών και άλλα πανεπιστημιακά πτυχία) και τον αγώνα τους μέσα στην τάξη αποδεικνύουν καθημερινά πως αξίζει η παρακολούθηση ενός θρησκευτικού μαθήματος που δίνει γνώσεις βοηθώντας έτσι στην προσέγγιση της πραγματικότητας στην οποία θα ζήσει ο αυριανός πολίτης. Αν και η φωνή τους δεν ακούγεται όσο θα έπρεπε, εντούτοις το έργο τους είναι γνωστό και σε γονείς και σε μαθητές, και αυτό είναι το πλέον σημαντικό.
Πρέπει όμως να υπογραμμιστεί, για μία ακόμη φορά, πως το ενδιαφέρον θα πρέπει να επικεντρωθεί στο μέλλον και να αφορά την ταυτότητα του μαθήματος. Είναι απαραίτητο να ξεκινήσει επιτέλους ένας διάλογος που θα βάλει όλα τα ερωτήματα στο τραπέζι και θα κάνει προτάσεις που θα βοηθήσουν στην καλύτερη ποιότητα της εκπαίδευσής μας. Για παράδειγμα πρέπει να ξεκαθαριστεί η φυσιογνωμία του μαθήματος, η αναγκαιότητά του, η προσφορά του στην παιδεία κ.ό.κ. Διαφορετικά θα διαιωνίζεται μια άσχημη κατάσταση που, θα προκαλεί εντάσεις και προβληματισμούς κάθε φορά που θα γίνεται λόγος για τα θρησκευτικά. Αυτό, όπως είναι φανερό, δεν προκαλεί κακό μόνο στο ίδιο το μάθημα αλλά σε όλο το εκπαιδευτικό σύστημα.
Σε αυτό το σημείο να τονιστεί πως δύο προτάσεις για το θέμα, που αξίζει να μελετηθούν από όλους τους ενδιαφερόμενους, διατύπωσε το τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ, τις οποίες υπογράφει ο πρόεδρός του κ. Πέτρος Βασιλειάδης (ολόκληρο το κείμενο βρίσκεται στην τοποθεσία του τμήματος http://web.auth.gr/theo/ ). Σύμφωνα με την πρώτη «θα μπορούσε να υπάρχει ένα κοινό μάθημα πολιτιστικού και γνωσιακού χαρακτήρα, το οποίο θα είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν όλοι οι μαθητές... Σύμφωνα με τη δεύτερη πρόταση, μπορεί να βελτιωθεί το υπάρχον μάθημα, παίρνοντας έναν περισσότερο οικουμενικό και πολιτιστικό χαρακτήρα, με στόχο να το παρακολουθούν καταρχήν οι Χριστιανοί. Ταυτόχρονα πρέπει να προστεθεί ως εναλλακτική δυνατότητα, για όσους δεν θα ήθελαν να το παρακολουθούν για λόγους συνείδησης, ένα δεύτερο μάθημα διαθρησκειακό ή γνωριμίας με τις θρησκείες του κόσμου. Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να δοθεί η δυνατότητα σε όλους τους μαθητές να επιλέγουν να παρακολουθήσουν όποιο από τα δύο θα ήθελαν, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να δηλώσουν το λόγο της επιλογής τους. Έτσι, δεν θα είναι απαραίτητο να ζητήσουν εξαίρεση για λόγους συνείδησης, αφού θα έχουν τη δυνατότητα επιλογής».
Οι παραπάνω προτάσεις δείχνουν τρόπους με τους οποίους μπορεί να αξιοποιηθεί το μάθημα των Θρησκευτικών, ώστε να αποτελέσει μέσον ερμηνείας της σημερινής πραγματικότητας από όλους τους μαθητές. Θα πρέπει λοιπόν να μελετηθούν με προσοχή και να αξιοποιηθούν σε ένα σχετικό διάλογο που πρέπει να ανοίξει αμέσως, όπως τονίστηκε παραπάνω, ο οποίος θα αφορά την ταυτότητα του μαθήματος, ώστε στο μέλλον να μη δεχτεί ξανά αμφισβητήσεις από κανέναν. Αυτό είναι σημαντικό όχι μόνο για τα Θρησκευτικά και τους Θεολόγους, αλλά για την παιδεία μας γενικότερα.