Οταν το ελληνικό παλιό σινεμά «ψήφιζε» Γκόρτσο, Μαυρογιαλούρο και Καλοχαιρέτα...

Δημοσίευση: 26 Μαϊ 2019 19:03

Ο Έλληνας είναι συνυφασμένος με την πολιτική.

Στην Ελλάδα, άλλωστε, δεν είναι κρυφό, η πολιτική πάντα δημιουργούσε πάθη, διαμάχες, ακόμη και διχασμούς. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ένα μικρόβιο που δεν είχε συχνά αρνητική επίδραση, αλλά σίγουρα ορισμένες φορές μόλυνε και έφερνε αρρωστημένες καταστάσεις. Οι εκλογές, η γιορτή της πολιτικής, έχουν και αυτές τις δικές τους μεγάλες ιστορίες και μερικές πέρασαν και στο λευκό πανί. Για τους νεότερους ίσως φανεί περίεργο, αλλά οι εκλογές πριν μερικές δεκαετίες, πριν μπουν στη ζωή μας τα κανάλια, το διαδίκτυο, τα κοινωνικά δίκτυα, αλλά και οι ευρωπαϊκές συνήθειες, ήταν μια μάχη που ξεκινούσε πολύ πριν από τη διεξαγωγή τους και πολλές φορές δεν τέλειωνε ποτέ, αφού με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων αναπτυσσόταν ταυτόχρονα η ιδέα, η πεποίθηση, η φημολογία ότι πάμε άμεσα για τις επόμενες, για τη ρεβάνς, για την τελική επικράτηση. Παρ’ όλα αυτά, ο ελληνικός κινηματογράφος τίμησε το θέμα των εκλογών με πολύ λίγες ταινίες, επιδεικνύοντας έναν φόβο για το θέμα αυτό, ίσως γιατί το παλιό ελληνικό σινεμά ήταν λαϊκό θέαμα και οι συνέπειες ενός λάθος χειρισμού να ήταν καταστροφικές. Εν αντιθέσει με τα τελευταία χρόνια, τις μεταπολεμικές δεκαετίες, μέχρι και την πτώση της Χούντας, ήταν άγνωστη η πολιτική τοποθέτηση σχεδόν όλων των αγαπημένων πρωταγωνιστών, όπως και των τραγουδιστών ή άλλων γνωστών στον χώρο του θεάματος. Επιπλέον, στον λεγόμενο παλιό εμπορικό κινηματογράφο οι ταινίες με πολιτικές αναφορές ήταν επίσης, πολύ λίγες και αυτές σχεδόν όλες έχοντας μια μονοδιάστατη μικρομεσαία αστική οπτική, δηλαδή μία έμμεση και ήπια κριτική για τους πολιτικούς, που δεν έχουν κακές προθέσεις, αλλά πέφτουν θύματα των τρωκτικών που τους περιτριγυρίζουν ή άλλων συμπτώσεων. Έτσι, ενώ τις δεκαετίες του '50 και '60 όταν, ας πούμε στη γειτονική Ιταλία, έχουμε πολιτικές ταινίες και ειδικά κάποιες δηλητηριώδεις κωμωδίες που ισοπεδώνουν το πολιτικό κατεστημένο, στην Ελλάδα έχουμε ανάλαφρες κωμωδίες, που τις περισσότερες φορές μπορεί να βάζουν κάποιες ιδέες, αλλά στο τέλος έχουμε μια στρογγυλοποίηση των καταστάσεων και των χαρακτήρων, έτσι για να φύγουμε γελώντας και αγκαλιασμένοι από το σινεμά. Με αφορμή τις σημερινές εκλογές, ας θυμηθούμε μερικές από τις ταινίες με θέμα τις εκλογές που έχουν ένα διαφορετικό άρωμα και που θυμίζουν στους παλαιότερους εποχές που έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, αν και πάντα υπάρχουν οι δεσμοί με τις σύγχρονες εποχές. Ας θυμηθούμε τους αξέχαστους Γκρούεζα, Μαυρογιαλούρο και Γκόρτσο, τους διαχρονικούς Ψευτοθόδωρους και τους απαραίτητους κλακαδόρους.

* «Υπάρχει και Φιλότιμο»: Εμβληματική κωμωδία του 1965, που προβάλλεται πάντα την ημέρα των εκλογών από κάποιο κανάλι και που γύρισε ο Αλέκος Σακελλάριος, σε σενάριο που έγραψε ο ίδιος σε ιστορία του Χρήστου Γιαννακόπουλου. Με τον αξέχαστο και ιδανικό, για τον ρόλο του πασίγνωστου υπουργού Μαυρογιαλούρου, Λάμπρο Κωνσταντάρα, ο οποίος ενώ απολαμβάνει τον μύθο του αξιώματός του, ανακαλύπτει, σε μία επίσκεψή του στην ιδιαίτερη πατρίδα του και εκλογική του περιφέρεια, στην οποία πηγαίνει γιατί, όπως πάντα οι εκλογές είναι κοντά, την άποψη που έχουν γι' αυτόν οι κάτοικοι ενός διπλανού χωριού, αλλά και τις ρεμούλες του κομματάρχη του, επίσης διάσημου πια, Γκρούεζα. Παρά την απλοϊκότητα του σεναρίου, με την παντελή άγνοια του υπουργού για το τι συμβαίνει δίπλα του, από τον ιδιαίτερό του μέχρι τον κομματάρχη του ή τι πραγματικά επικρατεί στην εκλογική του περιφέρεια, αλλά και μεσοαστικές συνήθειες τύπου κουμκάν το βραδάκι, σταυρόλεξο στο υπουργείο, κουβέντες για τη μαύρη τραγουδίστρια σε κάποιο νυχτερινό κέντρο, η ταινία θίγει το θέμα του κομματικού κράτους, της οικογενειοκρατίας (ο παππούς και ο πατέρας του Μαυρογιαλούρου ήταν κι αυτοί πολιτικοί και «το μεγαλύτερο τζάκι του τόπου») αλλά και της τεράστιας απόστασης μεταξύ των προβλημάτων των απλών ανθρώπων και των πολιτικών και των μπαρ του Κολωνακίου που συχνάζουν. Η ταινία διαθέτει αξέχαστες ατάκες και διαλόγους («μαύρο δαγκωτό», «φάγανε, φάγανε, φάγανε..») ή τις οικείες πλέον σκηνές με τα φάσκελα των χωρικών όταν ακούγεται το όνομα του Μαυρογιαλούρου, αλλά και την περίφημη σκηνή που ο Μαυρογιαλούρος προβάρει τον λόγο του και είναι έτοιμος να πει ακόμη ένα από τα «θα» του και τον καλύπτει ένα γκάρισμα γαϊδάρου. Φυσικά η ταινία τελειώνει με θετικό τρόπο για τον υπουργό, καθώς αυτός παραιτείται από το υπουργείο του, αναγνωρίζοντας την αποτυχία του, κάτι που μάλλον δεν έχει συμβεί ποτέ στην ελληνική πολιτική σκηνή. Στον καλύτερο ρόλο του ο Κωνσταντάρας, καθιερώνει τον Μαυρογιαλούρο ως σημείο αναφοράς στην πολιτική, ενώ εξαιρετικός και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, στον ρόλο του κομματάρχη Γκρούεζα. Παίζουν με κέφι και οι Ανδρέας Ντούζος (ο ιδιαίτερος του υπουργού), Νίκη Λινάρδου, Γιώργος Γαβριηλίδης, Μίτση Κωνσταντάρα, Μέλπω Ζαρόκωστα, Χρήστος Δοξαράς και Χάρης Παναγιώτου.

* «Τζένη Τζένη»: Ένα χρόνο μετά κι ενώ τα πολιτικά πράγματα στη χώρα μπορούν να χαρακτηριστούν επιεικώς ταραγμένα, έρχεται η κωμωδία «Τζένη Τζένη», που γύρισε ο Ντίνος Δημόπουλος, σε σενάριο των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη. Σε ένα νησί - στις πανέμορφες Σπέτσες - ο εφοπλιστής Κασανδρής (Λάμπρος Κωνσταντάρας) φέρνει από το εξωτερικό τον νεαρό ανιψιό του Μαντά (Ανδρέας Μπάρκουλης) για υποψήφιο στις επικείμενες εκλογές, έχοντας να αντιμετωπίσει τον Σκούταρη (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος) ένα διαφορετικό κομματάρχη, που έχει τρέλα με την πολιτική και υποστηρίζει τον «λαϊκό» Γκόρτσο, «το παιδί του λαού», αν και υπέργηρο. Η κόρη του Σκούταρη, η Τζένη (Καρέζη) που θέλει να γίνει δασκάλα και μπαινοβγαίνει στη βιβλιοθήκη των Κασανδρήδων, θα δεχθεί έναν «χαριτωμένο» εκβιασμό από την εφοπλιστική οικογένεια, για να συνάψει ένα λευκό γάμο με τον Μαντά, ο οποίος έχει ήδη παντρευτεί στο Αμέρικα, προκειμένου να εξουδετερωθεί η δύναμη του πατέρα της, που αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα.. Εδώ το αίσθημα, που αναπτύσσεται μεταξύ των δύο νέων, κυριαρχεί, ενώ θίγονται ακροθιγώς τα πολιτικά ήθη, τα προβλήματα των κατοίκων του νησιού, τα παιχνίδια εξουσίας και η σκοπιμότητα της υποψηφιότητας ενός γόνου εφοπλιστών. Καρέζη και Μπάρκουλης λάμπουν, πολύ καλός και ο Κωνσταντάρας, αλλά ο Παπαγιαννόπουλος στον ρόλο του Σκούταρη κλέβει την παράσταση και πάνω του αποτυπώνεται το πάθος των Ελλήνων για την πολιτική. Η ταινία σήμερα μπορεί να βλέπεται ευχάριστα και να γλυκαίνει τις μνήμες («Άνω Παναγιά, Κάτω Παναγιά, Πέρα Παναγιά, Δώθε Παναγιά...» ή «καημένε Γκόρτσο, τι όνειρο να έβλεπες;»), αλλά βρίσκεται πολύ μακριά από την πραγματικότητα, καθώς όταν γυριζόταν η ταινία η Αθήνα και όλη η Ελλάδα καιγόταν, με την «αποστασία» και τα «Ιουλιανά».

* «Θανασάκης ο Πολιτευόμενος»: Κλασική ελληνική κωμωδία, που γύρισε με κέφι ο Αλέκος Σακελλάριος το 1954, σε σενάριο που έγραψε ο ίδιος μαζί με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο, με έναν υπέροχο Ντίνο Ηλιόπουλο στον ρόλο ενός μεγαλομπακάλη, ο οποίος έχει να αντιμετωπίσει την έπαρση του γαμπρού του Θανασάκη Γκοβότσου (Βύρωνας Πάλλης) που θέλει και αυτός με τη σειρά του να σώσει τη χώρα μπαίνοντας στην πολιτική και τρώγοντας την προίκα της αδελφής (Άννα Συνοδινού) του μεγαλομπακάλη. Η ταινία μάς μεταφέρει σε μια Αθήνα, που δεν υπάρχει πια και όπου η πολιτική στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα χρήματα που μπορεί να διαθέσει ο κάθε υποψήφιος. Φυσικά υπάρχουν και οι νύξεις για τον οπορτουνισμό και τον αμοραλισμό που διαχέονται στην πολιτική και τους πολιτικούς της εποχής, (οι πολιτευτές που αλλάζουν κόμματα σαν τα πουκάμισα και σύμφωνα με το προσωπικό τους συμφέρον, οι πολιτικοί αρχηγοί και τα μεγάλα λόγια τους, οι αλλεπάλληλες εκλογές κ.λπ.) αλλά μάλλον τις εντυπώσεις κερδίζουν οι ιστορίες με το πόσο κοστίζουν οι πιτσιρικάδες που μοιράζουν τα φυλλάδια, οι γκροτέσκο αφίσες των υποψηφίων και τα αστεία ονόματά τους, οι κλακαδόροι, τα καφενεία, τα κεράσματα. Ακόμη και ότι τα αποτελέσματα τότε τα μάθαιναν από το ραδιόφωνο. Βεβαίως και η ταινία διαθέτει ξεκαρδιστικές ατάκες, όπως «φέρε κάνα λάχανο στο σπίτι σου πρώτα και ύστερα αναλαμβάνεις το υπουργείο Γεωργίας», όπως λέει στον Θανασάκη ο μεγαλομπακάλης, ή πάλι όταν ο μόνιμα υποψήφιος λέει «εγώ αν θέλω τη νομαρχία την έχω εδώ», δείχνοντας τη χούφτα του και ο Ηλιόπουλος του απαντά «Ε, λοιπόν αυτό που θαυμάζω σε σένα είναι η χούφτα σου..».

* «Η Κυρία Δήμαρχος»: Το 1960, ο Ροβήρος Μανθούλης γυρίζει τη γνωστή κωμωδία «Η Κυρία Δήμαρχος», σε σενάριο των Νέστορα Μάτσα και Βίωνα Παπαμιχάλη, με την ανεπανάληπτη Γεωργία Βασιλειάδου, να θέλει να πάρει τη δημαρχία από τον πληθωρικό Βασίλη Αυλωνίτη. Η ταινία, εκτός από τους δύο πρωταγωνιστές και τους αξιόλογους καρατερίστες, δεν έχει ιδιαίτερο πολιτικό λόγο και απλώς φωτίζει ορισμένες γλαφυρές καταστάσεις και πολιτικά ήθη. Βεβαίως και μόνο που μια γυναίκα θέλει να γίνει δήμαρχος είναι κάτι ανατρεπτικό για την εποχή, αλλά όλα τακτοποιούνται στο τέλος, με την υπεροχή του ανδρός. Από κει και πέρα, έχει μια πλάκα η «πανουργία» της υποψήφιας δημάρχου Βασιλειάδου που διατηρεί ταβέρνα απέναντι από το καπηλειό του Αυλωνίτη, αλλά μέχρις εκεί. Παίζουν ακόμη Νίκος Κούρκουλος, Αλέκα Στρατηγού, Κούλα Αγαγιώτου, Νίκος Φέρμας, Αθηνά Μιχαηλίδου κ.ά. Αξίζει να αναφερθεί ότι στα ατού της ταινίας είναι και η πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση του Καζαντζίδη και της Μαρινέλας, ένα αχτύπητο δίδυμο της εποχής, ενώ μουσική και τραγούδια έχουν γράψει οι Μάνος Χατζιδάκις και Αργύρης Κουνάδης.

* «Η βουλευτίνα»: Σχετικά συμπαθητική κωμωδία (1966) του μετρ της άρπα κόλλας Κώστα Καραγιάννη, σε σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη και Γιώργου Κατσιαμπή, με ένα ακόμη μόνιμο υποψήφιο πολιτευτή, που το όνομά του κανονικά θα έπρεπε να τον αποτρέψει από την περιπέτεια της πολιτικής. Πρόκειται για τον Περικλή Αράπη (Σταύρος Ξενίδης) που θέλει να βγει βουλευτής και χάνει συνεχώς χρήματα από τη μικρή του επιχείρηση, την οποία εγκαταλείπει για να τρέχει στις Μαγκουφάνες και τις Κουκουβάουνες προκειμένου να κυνηγήσει την ψήφο και ταυτόχρονα αφήνει την μόνιμη αρραβωνιαστικιά του Ρένα Βλαχοπούλου στα κρύα του λουτρού. Η Βλαχοπούλου, που πιστεύει ότι δεν θα δει στεφάνι αν δεν βγει βουλευτής ο αγαπημένος της Αράπης, μπαίνει και αυτή στον προεκλογικό του αγώνα, αλλά μία σύμπτωση θα τη φέρει εκείνη στη Βουλή ως βουλευτίνα. Καλός ο Σταύρος Ξενίδης, ειδικά στις στιγμές θλίψης του, μετά από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες του ως υποψηφίου, όπως και ο Νίκος Ρίζος στον ρόλο του παρατρεχάμενου και βοηθού του, που πληρώνει τα καφενεία και τους «αυθόρμητους» υποστηρικτές.

(ΑΠΕ)

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

INTERCOMM FOODS
Μείνε μαζί μας

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass