Παράλληλα, επαναφέρει τις οικονομικές κυρώσεις σε βάρος του Ιράν - που είχαν αρθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας- στο υψηλότερο επίπεδο. Ο Αμερικανός πρόεδρος υπέγραψε το σχετικό διάταγμα αμέσως μετά την ανακοίνωση της απόφασής του, ενώ προειδοποίησε ότι κυρώσεις θα υποστούν και όσες χώρες βοηθήσουν το Ιράν στο πυρηνικό του πρόγραμμα.
Για μία ακόμη φορά, ο Τραμπ επιτέθηκε στη συμφωνία που είχε συναφθεί το 2015, επί ημερών Μπαράκ Ομπάμα. Τη χαρακτήρισε καταστροφική, σάπια και μεγάλη ντροπή για κάθε Αμερικανό πολίτη. «Εχουμε αποδείξεις ότι ήταν ψέμα η υπόσχεση του Ιράν ότι το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας θα έχει μόνο ειρηνικούς σκοπούς. Αυτή η συμφωνία δεν θα φέρει ποτέ την ειρήνη», είπε και ανέφερε μεταξύ άλλων ότι αυξήθηκε κατά περίπου 40% ο αμυντικός προϋπολογισμός της Τεχεράνης, όπως και ότι κατασκεύασε νέους πυραύλους.
Ο Τραμπ κατηγόρησε το Ιράν ότι χρηματοδοτεί τρομοκράτες, κάνοντας αναφορά σε Χεζμπολάχ, Χαμάς, Ταλιμπάν και Αλ Κάιντα, που- σημείωσε- έχουν βομβαρδίσει στρατιωτικές εγκαταστάσεις, σκοτώσει στρατιώτες, απαγάγει και βασανίσει Αμερικανούς πολίτες.
«Αν επιτρέψω να παραμείνει αυτή η συμφωνία, σύντομα θα υπάρξει κούρσα πυρηνικών στη Μέση Ανατολή», είπε ακόμη, ενώ σε άλλο σημείο τόνισε: «Οι ΗΠΑ δεν θα είναι πλέον όμηρος σε έναν πυρηνικό εκβιασμό. Δεν θα επιτρέψουμε σε ένα καθεστώς να έχει τα πιο θανατηφόρα όπλα».
Παράλληλα, τόνισε ότι θέλει να στείλει ένα σημαντικό μήνυμα: «Οι ΗΠΑ δεν κάνουν πια κενές απειλές. Οταν δίνω υποσχέσεις τις κρατάω», είπε και πρόσθεσε ότι η Ουάσινγκτον θα συνεργαστεί με τους συμμάχους της για να βρεθεί μία εποικοδομητική λύση με διάρκεια για την πυρηνική απειλή του Ιράν και το πυραυλικό πρόγραμμα της χώρας.
Προειδοποίησε όμως την Τεχεράνη ότι αν συνεχίσει «Θα αντιμετωπίσει μεγαλύτερα προβλήματα από ό,τι είχε ποτέ έως τώρα».